Στρουμφάκια όλοι έχουμε δει σαν παιδιά, τον Λιχούδη όμως τον θυμάστε; Αυτόν που καταβρόχθιζε τις τούρτες κι όλο νοστιμιές ετοίμαζε ταΐζοντας το στρουμφοχωριό; Ε, κάπως έτσι είμαι κι εγώ αν και λιγότερο μπλε, εκτός κι αν κρυώνω. Είμαι από εκείνους τους ανθρώπους που σκέφτονται το φαγητό σχεδόν συνέχεια, αυτούς με τους οποίους θα πας για «βρόμικο» αλλά το καλό -αυτό που σε κανονικές συνθήκες χορταίνουν και δύο άνθρωποι, μη σου πω. Αν είσαι κι εσύ το ίδιο, φίλτατε foodie, σου στέλνω αγωνιστικούς χαιρετισμούς και την αγάπη μου ή -για να πιάσει και τόπο- λέγε πού να στείλω λουκουμάκια!

Σπουδαίο πράγμα το φαγητό, ρε παιδιά. Να το μαγειρεύεις, να το μοιράζεσαι, να το τρως. Είναι ιεροτελεστία, είναι ευδαιμονία κι, ας μην γελιόμαστε, είναι αγάπη. Ναι, βέβαια, είναι πολλή, αγνή κι αληθινή αγάπη. Είναι μπουκιά και «σ’ αγαπάω», μπουκιά και «θέλω να είσαι ευτυχισμένος», γιατί όσο πιο χορτάτος είσαι, τόσο πιο χαρούμενος νιώθεις κι όσο πιο νόστιμο είναι αυτό που γεύεσαι τόσο μεγαλύτερη είναι κι η ευτυχία σου. Κάθε πιρουνιά είναι και μια στάλα αγάπης, σαν χάδι στους γευστικούς σου κάλυκες. Κάθε γλυκιά κουταλιά και βάλσαμο στην ψυχή σου.

Σκέψου εκείνη τη φορά που γύρισες σπίτι κουρασμένος κι ανοίγοντας την πόρτα μύρισες το αγαπημένο σου φαγητό. Δεν αισθάνθηκες ευτυχία; Έστω, μια μικρή συγκίνηση δεν την ένιωσες; Αν όχι, λιγάκι σε λυπάμαι γιατί χάνεις μια μικρή αλλά σπουδαία χαρά της καθημερινότητάς μας. Πώς να στο πω; Θυμάσαι που πήγαινες σε κάποια θεία πού ’χε καιρό να σε δει κι αναφωνούσε «τι να σε φιλέψω;» και μετά άρχιζε να σου κατονομάζει μυριάδες καλούδια μέχρι να βρεθεί εκείνο το ένα που θα σε κάνει να χαμογελάσεις λίγο παραπάνω και στο έφερνε να το γευτείς; Τι θαρρείς πως έκανε; Σου έλεγε πόσο χαιρόταν που σε βλέπε, σου έδειχνε με το μικρό αυτό κέρασμα ότι σε αγαπάει και θέλει να σε φροντίσει. Σε έκανε ευτυχισμένο εμπράκτως. Το ίδιο έκανε κι η γιαγιά σου όταν σου έδινε κρυφά απ’ όλους καραμέλες και σοκολάτες, το ίδιο όλοι μέχρι κι εκείνος που -ερωτευμένος γαρ- σου έφερε πρωινό στο κρεβάτι.

Όλοι εμείς που έχουμε το φαγητό όχι μόνο σαν μια ακόμα ανάγκη, αλλά περισσότερο σαν τρόπο έκφρασης, σαν τέχνη, εμείς, οι «λιχούδηδες» της παρέας, διαβάζουμε πίσω από κάθε πιάτο κάτι παραπάνω. Δεν τρώμε για να πούμε πως καλύψαμε τη βασική ανάγκη της πείνας, τρώμε γιατί το φαγητό είναι απόλαυση, είναι πηγή χαράς και γι’ αυτό αναζητούμε πάντα το πιο νόστιμο, το πιο γευστικό ή το αλλιώτικο.

Για μας, πολλές φορές, το φαγητό είναι ταξίδι. Πότε στα ανέμελα παιδικά μας χρόνια και πότε σε άλλους πολιτισμούς. Καμιά φορά το φαγητό είναι και μια νέα εμπειρία, ίσως και μια αστεία ιστορία που θα μοιραστούμε με κάποιον και που, εν τέλει, θα αποτελέσει σημείο αναφοράς και θα μας δέσει.

Θα ψάξουμε να βρούμε κάτι νέο, είτε είναι κάποιο μαγαζί είτε είναι μια συνταγή και θα το δοκιμάσουμε. Πιθανότατα να σύρουμε και κάποιον μαζί κι αν δε μιλάμε για μια επιτυχημένη έξοδο, τότε σίγουρα θα είναι μια αστεία εμπειρία! Μπορεί, για παράδειγμα, να ξεκινήσετε με ενθουσιασμό για ινδικό με μια φίλη και πριν το καταλάβετε να νιώσετε πως κατάπιατε έναν δράκο της Καλίσι και ξερνά φωτιές στο στόμα σας ή να νομίζετε Γενάρη μήνα, μεσάνυχτα και κάτι, πως ήρθε ο πρώτος καύσωνας -δεν ήμουν εγώ, από διηγήσεις άλλων. Όπως και να έχει, όμως, τίποτα δε μας σταματά από μια νέα γαστρονομική περιπέτεια.

Για έναν foodie, τίποτα δε θα είναι πιο όμορφο απ’ το να προετοιμάσει ένα δείπνο με φίλους ή να δειπνήσει κάπου με καλό, γευστικό φαγητό. Αν μάλιστα φροντίσει κανείς να τους κάνει το τραπέζι, κερδίζει και την καρδιά τους. Βλέπεις, κάπως θα βγήκε κι η έκφραση «ο έρωτας περνάει απ’ το στομάχι» κι έχω βάσιμες υποψίες πως είχαν κάποιον λιχούδη στο μυαλό τους.

 

Συντάκτης: Σουζάνα Ντεζούκι
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη