Οι εκτιμήσεις και οι προτιμήσεις του καθενός από μας διαφέρουν και ποικίλουν. Από το ποιο είναι το αγαπημένο μας φαγητό μέχρι ποιους ανθρώπους διαλέγουμε για σχέσεις ή ερωτικούς συντρόφους. Τα κριτήρια διαφέρουν από το αν μας αρέσει το παστίτσιο ή ο μουσακάς περισσότερο μέχρι του αν θέλουμε δίπλα μας ανθρώπους δυναμικούς ή πιο χαμηλών τόνων.
Κι όλα αυτά έχουν να κάνουν, καθαρά, με τις πολύ υποκειμενικές προσωπικές μας προτιμήσεις. Όπως και το γεγονός πώς κάτι το οποίο για μας είναι νόστιμο, εμφανίσιμο ή θελκτικό για κάποιους άλλους μπορεί να είναι και αποκρουστικό. Όλοι όμως έχουμε τα δικά μας standard τα οποία όσο κι αν θέλουμε να τα παραβλέψουμε είναι εκεί να μας υπενθυμίζουν πως οι «εκπτώσεις» είναι καλές μόνο σε ό, τι έχει να κάνει με αγορές αγαθών. Θεωρητικά λοιπόν ο καθένας από μας θα αντιδράσει διαφορετικά σε κάποια κατάσταση η οποία δε μας ικανοποιεί.
Έχετε, λοιπόν, μια πελώρια λαχτάρα για γλυκό. Κι -ας πούμε- ότι το αγαπημένο σας γλυκό είναι το μαντολάτο. Θέλετε λοιπόν να φάτε μαντολάτο. Ιδανικά θα πρέπει να είναι φρέσκο, νόστιμο, μαλακό και με γευστικούς ξηρούς καρπούς. Η νοστιμιά, δηλαδή, που θέλετε να γευτείτε εξαρτάται κι από άλλους παράγοντες πέραν του γλυκού ως τελικού αποτελέσματος.
Σας προσφέρει κάποιος που συμπαθείτε ένα μαντολάτο αφού βλέπει τη λαχτάρα σας γι’ αυτό και συνάμα θέλει να σας βλέπει χαρούμενους. Ανοίγετε με λαχτάρα το περιτύλιγμα και δαγκώνετε με λαχτάρα ένα μεγάλο κομμάτι. Ενώ όλα προμηνύουν για έναν γευστικό χαμούλη ξαφνικά συνειδητοποιείτε ότι το συγκεκριμένο γλυκό που σας κέρασαν δεν ικανοποιεί τους γευστικούς κάλυκές σας.
Λέτε να ξαναδοκιμάσετε μήπως έτυχε κι αυτή η πρώτη δαγκωματιά δεν είχε αντικειμενική κρίση από μέρους σας. Και πάλι όμως δε μένετε ικανοποιημένοι. Ναι είναι γλυκό, ναι είναι το αγαπημένο σας, ναι εμφανισιακά έχει όλα όσα ένα μαντολάτο θα έπρεπε να έχει αλλά στη γεύση χάνει. Καταλήγετε στο συμπέρασμα πως όχι μόνο δεν είναι νόστιμο τελικά, αλλά καλύτερα να μην το τρώγατε καθόλου. Σας χάλασε και τη γεύση.
Και στην περίπτωση που μιλάμε όντως για γλυκό τίποτα δε σας εμποδίζει να σταματήσετε παρακάτω σε κάποιο ζαχαροπλαστείο και ν’ αγοράσετε εγγυημένα κάτι που θα σας ευχαριστήσει. Και δε χρειάζεται να πείτε και τίποτα στον άνθρωπο που σας χάρισε το γλυκό. Καλό ή κακό λίγη σημασία είχε. Η πρόθεση ήταν καλή κι αυτό κρατάτε.
Σε κείνη την περίπτωση όμως που το «γλυκό» αποτελείται από αγκομαχητά και χάδια και ευελπιστεί στη σωματική ευχαρίστηση, στη συναισθηματική κάλυψη αλλά και στην αποσυμπίεση του άγχους και την ηρεμία του νευρικού σας συστήματος τότε τα πράγματα γίνονται λίγο πιο περίπλοκα ως προς την αποτίμησή του. Αν είναι χάλια, τι να το κάνεις; Τζάμπα οι θερμίδες, που λέει ο λόγος.
Γιατί δε φτάνει να μας ικανοποιεί μόνο ως προς την εξωτερική του εμφάνιση. Αυτό είναι που κάτι που θα κάνει το «γλυκό» θελκτικό. Η επιθυμία όμως για να γίνει λαχτάρα θα πρέπει να έχει κι άλλα συστατικά. Διότι αν είναι «φρέσκο», όλα του τα «υλικά» είναι διαλεγμένα κι ο «ζαχαροπλάστης» ξέρει πώς να τα «αναμείξει» θα ξαναπαραγγείλετε. Αν όμως δεν έχει πετύχει το «γλυκό» θα εύχεστε να μην το είχατε δοκιμάσει καθόλου.
Ο εχθρός του τίποτα είναι το χείριστο. Κι αυτό έχει να κάνει και με το μαντολάτο -ως φυσικό γλυκό- αλλά κι ως εκείνο το απαγορευμένο φρούτο που λένε ότι έδιωξε τους ανθρώπους από τον παράδεισο. Κι ο νοών νοείτω.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου