Με πολλούς τρόπους μπορούν να διασκεδάσουν δύο άνθρωποι –εν δυνάμει– ερωτευμένοι. Βασικός σκοπός τους, πρωτίστως, να ‘ναι συνέχεια μαζί κι έπειτα θέλουν οι ώρες που βρίσκονται να διαθέτουν κάποια ποικιλία. Ειδικά στην αρχή και μέχρι να συνειδητοποιήσουν κι οι δυο πως από ‘δώ και πέρα, ο ένας για τον άλλο, θα ‘ναι προτεραιότητα, είναι απαραίτητο ο κοινός τους χρόνος να ‘ναι ευχάριστος.

Βόλτες, κινηματογράφος, για καφέ, φαγητό, ποτό, θέατρο ή αραχτοί στο σπίτι χαζεύοντας ταινίες και σειρές, συζητώντας –κι όχι μόνο– όταν η σχέση μας περάσει στο επόμενο στάδιο, εκείνο της οικειότητας. Ό,τι κι αν κανονιστεί είναι μόνο για δύο, αφού συνήθως στα πρώτα ραντεβού οι παρέες μένουν λίγο στην αφάνεια μέχρι να ‘ρθει η ώρα των απαραίτητων συστάσεων.

Μέχρι, όμως, το μεταξύ να δέσει και να βολευτεί ακόμη και σε έναν καναπέ ή κι αργότερα, όταν ο έρωτας θέλει να κάνει τις βόλτες του, πέρα από τον κλασικό και σύντομο καφέ, δύο είναι τα πολύ διαδεδομένα μέρη που, συνήθως, δίνουμε ραντεβού. Είτε θα βρεθούμε για ποτό σε κάποιο μπαράκι, χαλαρό ή μη, είτε για φαγητό σε κάποιο εστιατόριο. Και τα δύο, το καθένα με τον δικό του τρόπο, θα μας δώσουν την ευκαιρία να ανακαλύψουμε λίγο παραπάνω το ίδιο το άτομο που συναναστρεφόμαστε, αλλά συνάμα θα μας βοηθήσουν να δούμε με τα ίδια μας τα μάτια συνήθειες του άλλου, διαφορετικές από ‘κείνες που ίσως ήδη ξέρουμε.

Τι τρώει; Ποια μουσική γουστάρει περισσότερο; Προσθέτει αλάτι στο φαγητό; Τι πίνει; Μπερδεύει τα ποτά; Φέρεται με ευγένεια στους εργαζόμενους; Και πολλά άλλα τέτοια μικρά κι ανεπαίσθητα, που μπορεί να διαπιστώνουμε ακόμη κι αν δεν ήταν αυτές οι προθέσεις μας. Γιατί, κακά τα ψέματα, λίγο μας ενδιαφέρει αν προτιμά το ουίσκι απ’ τη βότκα και το αλάτι απ’ το πιπέρι, ο χρόνος, όμως, που θα περάσουμε έξω θα μας δώσει κάποιες έξτρα πληροφορίες για το νέο μας αμόρε.

Είθισται να λέμε ότι στο εστιατόριο πηγαίνουμε από μια ηλικία και μετά, ενώ το μπαρ, ως τρόπος διασκέδασης, είναι πιο διαδεδομένος. Ίσως και να ισχύει, αλλά βασικό ρόλο παίζει το τι περιμένουμε από κάποιο ραντεβού και τι θέλουμε να βγει από αυτό. Σκοπεύουμε να διασκεδάσουμε προσπαθώντας να δούμε με τι άνθρωπο έχουμε να κάνουμε, μιλώντας περί ανέμων κι υδάτων υπό τους ήχους χορευτικής μουσικής κι ανάμεσα σε κουνήματα, που μερικές φορές θυμίζουν ερωτικό κάλεσμα; Ή θέλουμε να ‘χουμε την ευκαιρία μέσα από συζήτηση να μάθουμε, ή να προσπαθήσουμε να καταλάβουμε, λίγο καλύτερα εκείνο το πλάσμα; Φυσικά εννοείται πως μπορούμε να θέλουμε και τα δύο, αλλά ας δούμε κάποια απ’ τα συν και τα μείον της κάθε τοποθεσίας, όταν πρόκειται εκεί να συναντήσουμε σε λίγο το αντικείμενο του πόθου μας.

Στο μπαράκι θα καταφέρουμε να μιλήσουμε λίγο, αν η μουσική δεν είναι δυνατή και –ως επί το πλείστον– τα μάτια θα κάνουν όλη τη σημαντική δουλειά. Τα λικνίσματα θα ‘χουν πρωταρχικό ρόλο κι η σεξουαλική έξαψη, ανάλογα με τον χαρακτήρα των πρωταγωνιστών, μπορεί να αρχίσει να κάνει την εμφάνισή της. Βέβαια, στο μπαρ χαλαρώνουμε πιο εύκολα, διασκεδάζουμε κι αποσυμπιέζουμε τα ζόρια της καθημερινότητας με χορό και τραγούδι. Κάποιο απ’ τα μουσικά αυτά κομμάτια, μάλιστα, μπορεί να γίνει κι υπονοούμενο όλο σημασία, όταν δοθεί η κατάλληλη ευκαιρία για αφιέρωση. Ίσως όλη αυτή η χαλαρή ατμόσφαιρα που προσφέρει ένα μπαράκι να ξεδιπλώνει πιο γρήγορα μια συναισθηματική κατάσταση, αφού υπό την επήρεια και του ελαχίστου αλκοόλ είναι πολύ πιθανό να αποδυναμωθούν οι ενδεχόμενες αναστολές που μπορεί να ‘χουμε για το αν τελικά μας ενδιαφέρει ερωτικά ή όχι αυτός ο άνθρωπος.

Πηγαίνοντας για φαγητό σε κάποιο εστιατόριο/ταβέρνα/κουτούκι ή ακόμη και καντίνα –δεν έχει σημασία το μέρος όσο η διαδικασία– ίσως μας δίνεται η ευκαιρία μέσω της συζήτησης να προσπαθήσουμε να αποκωδικοποιήσουμε τον χαρακτήρα του άλλου. Το φιλόξενο περιβάλλον, το κρασί στα ποτήρια μας, η ζωντανή (ή όχι) μουσική, σε συνδυασμό με το τσιμπολόγημα θα δώσουν την αίσθηση της οικειότητας. Οι κινήσεις του σώματος και τα βλέμματα σε κάποιο πονηρό πείραγμα που ανταλλάξαμε διαμορφώνουν τον δικό μας μοναδικό τρόπο επικοινωνίας. Μια, ενδεχομένως, πιο αργή διαδικασία, αν θέλουμε να ξεκλειδώσουμε κάποιον έτσι ώστε να εκδηλώσει, μαζί με μας, τα συναισθήματα που ίσως έχει, αλλά –με κάποιες εξαιρέσεις που επιβεβαιώνουν τον κανόνα– τις περισσότερες φορές καταλήγει σε μια σχέση που μπορεί να ‘ναι και φιλική εκτός από ερωτική. Γιατί η επικοινωνία ήταν και λεκτική.

Φυσικά και δεν ξεκινούν όλα απ’ το μέρος που θα δώσουμε ραντεβού, ούτε τα παραπάνω είναι κανόνες που ισχύουν για όλους κι όλες τις φορές. Άλλωστε, ποιος μας απαγορεύει να πάμε πρώτα για φαγητό και μετά για ποτό –ή και το ανάποδο–, έτσι ώστε να τα ‘χουμε όλα για να περάσουμε καλά; Δεν έχει σημασία πού θα πάμε αλλά με ποιον θα είμαστε. Γιατί η παρέα κάνει τη διαφορά κι οι επιλογές μας μάς δίνουν το αποτέλεσμα.

Αν έχουμε δίπλα μας κάποιον που μας κάνει χαρούμενους, έτσι ώστε η ώρα μαζί του να περνάει νερό, ακόμα και το γουρούνιασμα πίτσας με μπίρα στο παγκάκι της πλατείας, υπό τους ήχους της μουσικής απ’ το διπλανό μπαράκι, θα μοιάζει με ιδανικό ραντεβού.

 

Συντάκτης: Σοφία Σοφιανίδου
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη