«Λοιπόν, σοκολατένιε πειρασμέ, θα ‘θελα να κάνεις λίγο χώρο και για ‘μένα, να διευρύνω τον κύκλο των θαυμαστών μου, καθότι κρατάς την πρωτιά και, σαν φίρμα που είσαι, είσαι κι η νούμερο ένα επιλογή. Επειδή δεν έχω γεύση κόλασης –κατά κοινή ομολογία των φαν σου, φτιαγμένη από κακάο, φουντούκια κι όλα αυτά που σε κάνουν ξεχωριστή– δε σημαίνει ότι δεν είμαι νόστιμη και λαχταριστή. Εντάξει, δεν έχω τη δική σου ένταση και το δικό σου πάθος, αλλά είμαι εξίσου ερωτική και πολλά υποσχόμενα επίσης! Τι κι αν είμαι η βανίλια;»
Κάπως έτσι θα την έλεγε η γεύση βανίλιας σε ‘κείνη της σοκολάτας, όπου όλοι ξέρουμε πως οι περισσότεροι της έχουν αδυναμία. Τα γούστα μας διαφέρουν κι αυτό είναι δεδομένο. Έχουμε κοινό παρονομαστή, τις περισσότερες φορές, αλλά ο αριθμητής κάνει τη διαφορά. Κι ειδικά στα γλυκά κι ακόμη ειδικότερα στο θέμα σοκολάτα VS βανίλια είναι γνωστό τοις πάσι πως, όντως, νικάει η σοκολάτα κατά κράτος.
Αλλά είμαστε κι εμείς οι vanilla people. Αυτοί που ανάμεσα στη μαύρη και στη λευκή σοκολάτα θα προτιμήσουμε τη λευκή ασυζητητί και χωρίς δεύτερη σκέψη. Θα λιγουρευτούμε μια πάστα αμυγδάλου, αλλά δεν τρελαινόμαστε για τη σεράνο. Απλά τη σοκολατένια πάστα θα την επιλέξουμε αν και μόνο αν δεν υπάρχει εναλλακτική βανίλιας, κι ας μην είναι Μαδαγασκάρης. Θα κάνουμε τη διαφορά, αφού η γκοφρέτα μας θα ‘χει λευκή επικάλυψη κι η σοκολάτα μας θα είναι ίδια με τη δική σας, απλά άσπρη. Μαύρο εσείς, άσπρο εμείς. Όχι από κόντρα αλλά από άποψη και μάλιστα άκρως γευστική.
Είμαστε αυτοί οι άνθρωποι που στη ζωή που σας αφήνουμε να βλέπετε έχουμε κι ένταση και πάθος (σε όποιο τομέα κι αν χρειαστεί) και νεύρα κι ερωτισμό και τίποτα διαφορετικό δεν έχουμε από εσάς που σας αρέσει η σοκολάτα. Αλλά στη ζωή που δε βλέπετε, σε ‘κείνη που λαμβάνει χώρα πίσω από πόρτες κλειστές κι είναι για λίγους κι εκλεκτούς, μας αρέσει το ήπιο, το πιο ήρεμο κι εκείνο που μας επιτρέπει να ‘μαστε πιο χαλαροί. Γουστάρουμε τις κλιμακωτές εντάσεις, γιατί έτσι έχουμε κάτι να περιμένουμε.
Σαν να τρως λευκή σοκολάτα, δηλαδή. Στην αρχή αισθάνεσαι μια γλύκα που σχεδόν σε λιγώνει και σιγά-σιγά νιώθεις τα πυροτεχνήματα να σκάνε ένα-ένα στους αισθητικούς υποδοχείς του εγκεφάλου. Αλλά δεν παθαίνεις παροξυσμό με τη μία. Αυτός εμφανίζεται αργότερα, σαν γκεστ-σταρ από ‘κείνους που δε σου κάνουν την τιμή πολύ εύκολα να σε συναντήσουν. Το ίδιο κάνουμε και στη ζωή μας. Νιώθουμε θανατηφόρα ερωτευμένοι για έναν άνθρωπο, αλλά θέλουμε λίγη-λίγη την οικειότητα, με μέτρο τις φιλοφρονήσεις, σταδιακά τα ερωτικά αγγίγματα κι αφού σκάσουν τα πυροτεχνήματα θα μας βλέπετε και δε θα μας αναγνωρίζετε. Κι αμφιβάλλω αν μπορείτε να μας συμμαζέψετε μετά.
Και μεταξύ μας θα σας προτείναμε να το δοκιμάσετε κι εσείς. Θα διαπιστώσετε αφενός πως κι η βανίλια προκαλεί εκρήξεις από φυσαλίδες στον εγκέφαλο κι αφετέρου θα δείτε πως καθόλου αδιάφορους δε θα σας αφήσει. Κατ’ επέκταση θα μπείτε για λίγο στη θέση μας και θα αισθανθείτε νέες διαφορετικές ηδονές από αυτής της κλασικής σοκολατένιας γεύσης. Κι ίσως να μην αλλαξοπιστήσετε, αλλά θα πιάσετε τον εαυτό σας να σπάει το σερί της μαύρης κόλασης, που σας έχει ξετρελάνει, καθότι κι ο λευκός πειρασμός τρύπωσε σε μια γωνιά του γευστικού σας κόσμου και θέλετε πού και πού να τον γεύεστε. Αν πάλι σας αφήσει παντελώς αδιάφορους, δε σας κρατάμε κακία καθότι κάτι παραπάνω για σας θα ξέρετε απ’ ό,τι εμείς. Και το σεβόμαστε απόλυτα.
Κι αυτό σε ό,τι έχει να κάνει με τα γλυκά, γιατί στη ζωή του ο καθένας δίνει τη γεύση στην οποία δεν μπορεί να αντισταθεί. Εμείς μια εισήγηση κάναμε και με θράσος παραδεχόμαστε πως: «Μας αρέσει περισσότερο η βανίλια απ’ τη σοκολάτα κι αυτό δεν είναι καθόλου κακό. Μη μας φοβάστε. Ερχόμαστε εν ειρήνη!»
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη