Πολλή κουβέντα κάνουμε για τα στερεότυπα και πως καλό θα είναι να μην μπαίνουμε στη διαδικασία να τα ακολουθούμε απλώς και μόνο επειδή πρέπει ή επειδή ο κοινωνικός μας κύκλος το προστάζει. Όλοι ή τουλάχιστον οι περισσότεροι έχουμε την τάση να δηλώνουμε ότι εμείς δεν το κάνουμε επειδή πρέπει αλλά επειδή το θέλουμε και το επιθυμούμε αυτοβούλως.
Από την άλλη είναι πολύ της μόδας και θεωρείται κάποιου είδους επανάσταση να πηγαίνεις κόντρα σε οποιοδήποτε στερεότυπο, τάση, ιδέα που ένα μεγάλο σύνολο ανθρώπων ακολουθεί ή εφαρμόζει στην προσωπική του και όχι μόνο ζωή. Τείνουμε να πιστεύουμε πως αν κάνουμε ακριβώς το αντίθετο από αυτό που κάνουν οι πολλοί θα είμαστε εκείνοι που θα διαφέρουν για να μην αναφέρουμε το γεγονός πως, ίσως, έχουμε και την ιδέα ότι είμαστε καλύτεροι από κάποιους άλλους ή τουλάχιστον περισσότερο νοήμονες και σκεπτόμενα όντα.
Ποια είναι όμως η πραγματικότητα και πού χάνεται το μέτρο; Πότε πηγαίνουμε κόντρα στα στερεότυπα απλά για να πάμε κόντρα και να κάνουμε τη διαφορά με τη στάση μας και δεν το κάνουμε επειδή το πιστεύουμε πραγματικά έτσι ώστε να ενεργούμε διαφορετικά; Ποια είναι η διαφορά μεταξύ του «κάνω αυτό που θέλω επειδή το θέλω κι ας είναι διαφορετικό από τις πράξεις ολονών» και «κάνω αυτό που κάνω μόνο για να αντιδράσω»; Ποιος βάζει τα όρια και ποιος διαμορφώνει τους κανόνες;
Βασική προϋπόθεση, φυσικά, είναι οι πράξεις μας να μην έχουν κακό αντίκτυπο σε κάποιον άλλον και να αφορούν ή και να έχουν συνέπειες για μας και μόνο. Πολύ γενικά, η αλήθεια βρίσκεται κάπου στη μέση, Καθόλου κατακριτέο δεν είναι, παραδείγματος χάριν, να αγαπάς μια διαφορετική ομάδα από εκείνη που υποστηρίζει όλη σου η οικογένεια αν πραγματικά σου αρέσει περισσότερο ή βρίσκεις κάτι πιο κοντά στα δικά σου γούστα ακόμη κι αν αυτά είναι απλώς οι χρωματικοί συνδυασμοί. Το ίδιο μη κατακριτέο είναι κι αν αποφασίσεις, τελικά, να συμμετάσχεις κι εσύ σε αυτή την οικογενειακή παράδοση, αν μπορεί κάποιος να το πει έτσι.
Στην αντίπερα όχθη είναι απολύτως κατακριτέο να θεωρείς ότι όλοι οι άντρες πρέπει να είναι σκληροί για να μην τους λένε φλώρους ή πως όλες οι γυναίκες οφείλουν να είναι πονηρές για να πετύχουν τους στόχους τους επειδή μπορεί, έτσι να σε γαλούχησαν από παιδί ή επειδή αυτό το μοτίβο, ίσως, να βοήθησε μερικούς να ξεχωρίσουν όχι, απαραίτητα, με θετικά σχόλια να τους ακολουθούν.
Αν βέβαια αποφασίσεις να γίνεις ένθερμος υποστηρικτής της αντίθετης ομάδας από αυτή που υποστηρίζει η οικογένειά σου απλά και μόνο για να τους μπεις στο μάτι ή περάσεις σε συμπεριφορές ακραίες σε όποιο φύλο ή και όχι ανήκεις μόνο για να σε προσέξουν δείχνει άνθρωπο που πηγαίνει με τη γροθιά στο μαχαίρι χωρίς να περνάει από κριτική διαδικασία σκέψεις και πράξεις του. Το κάνει απλά για να το κάνει.
Μπορεί τα παραδείγματα να είναι πολύ απλά ή πολύ ακραία αλλά αυτό που θέλει να τονίσει η συγγραφέας είναι ότι οι ενέργειές μας, οι σκέψεις μας και οι πράξεις μας θα πρέπει να έχουν γνώμονα, εκτός από το προσωπικό και το κοινό καλό, την αυθεντικότητά μας. Να είμαστε αυτό που είμαστε και να κάνουμε αυτό που θέλουμε να κάνουμε επειδή εμείς το γουστάρουμε και όχι επειδή θα μας πουν πρόβατα άσπρα ή μαύρα.
Αν αυτό ενοχλεί κάποιους, ενώ δεν τους βλάπτει, μάλλον θα πρέπει να ψάξουν να βρουν μέσα τους τις αιτίες. Σημασία έχει να σπας στερεότυπα για να βοηθήσεις εσένα να ξεφύγεις από φαύλους κύκλους αλλά και να υποστηρίξεις ανθρώπους που ενεργούν κατά βούληση επειδή κάνουν αυτό που αγαπούν. Το σωστό και το λάθος έχει τη δική του οπτική γωνία ανάλογα με το τι πιστεύει αυτός που το κοιτάει. Το αντικειμενικά ορθό, όμως, είναι να διαφέρεις αν δεν ενοχλείς κανέναν αφού αυτό κάνει εσένα ευτυχισμένο ακόμη και στιγμιαία.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου