Για πολλά χρόνια οι καντάδες ήταν ένας τρόπος έκφρασης του παράφορου έρωτα και ανεκπλήρωτης αγάπης των νέων. Πρωτοεμφανίστηκαν το 1863 ξεκινώντας από τα Επτάνησα όταν ενώθηκαν τελικά με την Ελλάδα. Είναι γνωστό άλλωστε το ταμπεραμέντο τoυς, πληθωρικοί και εγκάρδιοι, ό, τι πρέπει για να ξεκινήσουν τα ερωτικά άσματα που έκαναν νεαρές καρδιές να φτερουγίζουν και να ξενυχτάνε περιμένοντας το ταίρι τους να τους εκφράσει την αγάπη του. Οι καντάδες έγιναν γνωστές και στα στενά της Αθήνας, στη γραφική Πλάκα, στου Ψυρρή, όλο και κάποιον άκουγες να σιγοτραγουδάει κάποιο ερωτικό τραγούδι με μια απλή κιθάρα -ή αν ήταν λάτρης- μαντολίνο. Η καντάδα ήταν άρρηκτα συνδεδεμένη με λουλούδια, συναισθήματα, ρομαντισμό και ιδανικά απευθυνόταν σε νεαρές γυναίκες κάτω από έναν καθαρό ουρανό με γεμάτο αυγουστιάτικο φεγγάρι.
Όταν πρωτοεμφανίστηκαν ήταν κάτι πρωτόγνωρο μιας και εκείνη την εποχή δεν υπήρχαν ωδεία ή σύλλογοι. Ίσως γι’ αυτόν το λόγο στην αρχή να υπήρχε αυτή η έντονη καταδίωξη από τις αρχές. Όσοι έκαναν καντάδες θεωρούνταν ταραχοποιοί και υπονομευτές του ύπνου, αυτοί που τους κατηγορούσαν θα ήταν κι εκείνοι που δεν είχαν ερωτευτεί ποτέ ή δεν ήθελαν και να ερωτευτούν. Στο άκουσμα κιθάρας ή μαντολίνου έπιαναν τον ταραχοποιό και τον κούρευαν στο αστυνομικό τμήμα, το έγκλημα σε αυτήν την περίπτωση ήταν ο έρωτας, η πρόφαση ήταν η διατάραξη κοινής ησυχίας.
Φτάνοντας στο σήμερα δε βλέπουμε συχνά κανταδόρους έως και καθόλου, μπορεί να δεις κάποιον στα νησιά που πρωτοξεκίνησαν οι καντάδες αλλά και πάλι είναι ένα θέαμα πρωτότυπο κι αν το δεις αξίζει να κοντοσταθείς για να δεις και να αισθανθείς για λίγο το συναίσθημα που εκπέμπουν οι μελωδίες από τα ερωτικά τραγούδια. Ήταν όμως κι ένας πρωτότυπος τρόπος να φλερτάρεις και να διεκδικήσεις το άτομο που σου άρεσε, βέβαια έπεφτε το μπουγέλο βροχή σε αυτούς τους «τεντιμπόηδες» που το συνήθιζαν. Σήμερα κάτι τέτοιο είναι σπάνιο και η φαντασία είναι περιορισμένη για να φτάσει σε κάτι τόσο δημιουργικό.
Η τόσο έντονη εξωτερίκευση αγάπης υπάρχει σε μορφή reaction στη φωτογραφία που ανέβηκε στα social. Όταν ακούμε κάποιον να πηγαίνει από το σπίτι του ατόμου που υπάρχει το ενδιαφέρον μας προκαλεί έκπληξη ο ηρωισμός και το πόσο μπορεί να θέλει τον άλλον, τόσο σοκαριστικό είναι πια. Το φλερτ δε βρίσκεται πλέον στις ένδοξες εποχές του παρελθόντος, όλα περιορίζονται σε μια μικρή ίσως και πιο μεγάλη τετράγωνη οθόνη με καρδιές και Gif που επιτρέπουν στον αποδέκτη να το εκλάβει ως φλερτ. Ο φόβος της απόρριψης είναι μεγαλύτερος από τη λαχτάρα του έρωτα.
Κι αφού έχουμε ως δεδομένο ότι το φλερτ δεν υπάρχει παρά μόνο στα social φτάνουμε και στο άλλο συμπέρασμα. Πλέον οι επιλογές είναι τόσες που δεν έχουμε μάθει τι ψάχνουμε εν τέλει. Μπορεί να μιλάμε με πέντε διαφορετικά άτομα κι ακόμα να μην μπορούν να καλύψουν το συναισθηματικό κενό που έχουμε γιατί κανείς δεν έχει αυτό το κάτι. Πώς μπορείς λοιπόν να ερωτευτείς στις μέρες όταν οι επιλογές είναι τόσες, όταν οι ευκαιρίες για έρωτα και όχι μόνο είναι άλλες τόσες. Δεν επενδύουμε ουσιαστικά σε ένα άτομο ούτε δινόμαστε ολοκληρωτικά γιατί φοβόμαστε μήπως κάνουμε τη λάθος επιλογή. Φλερτάρουμε λοιπόν ασύστολα για να κερδίζουμε την επιβεβαίωση, βλέπουμε ότι έτσι ανεβαίνει η αυτοπεποίθηση και ως άλλοι νάρκισσοι το επιζητούμε ξανά και ξανά κι αυτή η ανάγκη γίνεται ακόμα μεγαλύτερη και εν τέλει ασταμάτητη μέχρι που φτάνουμε να έχουμε χάσει το νόημα του έρωτα και του φλερτ.
Κρυβόμαστε πίσω από χαρούμενες φωτογραφίες σε ένα ιδανικό περιβάλλον που έχουμε φτιάξει χωρίς να υπάρχει ίχνος μιζέριας ή κακομοιριάς. Το φλερτ ξεκινάει με ένα “friend request” ή “follow” και το πόσο πολύ θέλεις κάποιον καθορίζεται από το πόσους ακόλουθους έχει καθώς και likes. Αυτή είναι η σημερινή πραγματικότητα, ίσως βυθιζόμαστε σιγά σιγά σε μια λήθη και εκφράζουμε επιφανειακά συναισθήματα μόνο και μόνο για να φλερτάρουμε με το ιδανικό. Το φλερτ έχει αλλάξει, δε μιλάμε για τραγικές καταστάσεις πάντα υπάρχουν οι ρομαντικοί που μπορούν να καταρρίψουν ό, τι έχει ειπωθεί παραπάνω, σίγουρα όμως ο τρόπος προσέγγισης είναι διαφορετικός. Εδώ που τα λέμε όσο προχωράει η εποχή αλλάζουν και όλοι οι υπόλοιποι παράγοντες καθώς θα ήταν λάθος να παραμείνει στάσιμο το πώς προσεγγίζουμε τον έρωτά μας.
Το φλερτ είναι πλέον πιο περίπλοκο και ίσως πιο απαιτητικό, δε μιλάμε για πυροτεχνήματα ή καντάδες αλλά για κάτι το οποίο θέλει τόλμη και αποφασιστικότητα, αυτός είναι ο στόχος. Το να φλερτάρεις δε σημαίνει ότι γίνεσαι ξαφνικά ατρόμητος ή ακαταμάχητος, ίσα ίσα σου δημιουργεί μια έκρηξη αισθήσεων για να έχεις αυτό που θέλεις και μόνο όσοι το επιζητούν να το ζήσουν, το τολμούν κιόλας. Κι αν τύχει και καμιά καντάδα, γιατί όχι. Άλλωστε, τώρα δε χρειάζεται καν κιθάρα, μόνο ένα καλό και μεγάλο ηχείο και η τόλμη του ερωτευμένου.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου