Πολλοί έχουν υπάρξει εκείνοι που κατέφυγαν στη συγγραφή ώστε να εκφράσουν κρυφά πάθη, απόψεις και να προωθήσουν πιστεύω σε μία κοινωνία τόσο στενόμυαλη που τους έπνιγε κυριολεκτικά και μεταφορικά ώστε να μη μιλήσουν γι’ αυτό που πραγματικά πρέσβευαν. Υπήρξε λοιπόν η γραφή η φωνή τους. Άλλοι στοχεύουν στο να βγάλουν τον πόνο που τους στιγμάτισε μέσα από ιστορίες πλασμένες από πραγματικά γεγονότα που τους σημάδεψαν. Κάποιοι άλλοι κοιτάζουν να ομολογήσουν κρυφά και απαγορευμένα πάθη που τους έφτασαν σε σημείο να αποφεύγουν κι αυτοί οι ίδιοι τη σκιά τους γιατί το «κατηγορώ» της τότε κοινωνίας τους ανάγκασε.
Οι μεγάλοι συγγραφείς, οι περισσότεροι τουλάχιστον από αυτούς, έκρυβαν ένα ένοχο μυστικό, άλλοι μεγάλο κι άλλοι μικρό που το έφεραν βαρέως όλα τα χρόνια. Υπήρξαν προσπάθειες να συνυπάρξουν με αυτό αλλά μερικοί το προσπαθούσαν μάταια. Ωστόσο ορισμένοι δήλωναν αμετανόητοι ως προς τις ιδεολογίες τους χωρίς να θέλουν να αλλάξουν στο ελάχιστο τον τρόπο σκέψης τους. Το σίγουρο είναι ότι κάτι τους βασάνιζε και μάλιστα σε εξαντλητικό βαθμό, ώστε να μην μπορούν να γαληνεύσουν.
Μία έντονη προσωπικότητα υπήρξε ο Μαρκήσιος Ντε Σαντ όπου αποτέλεσε εμπνευστής του όρου του σαδισμού, της ηδονής δηλαδή κάποιου να προκαλεί πόνο ψυχικό ή σωματικό σε κάποιον άλλο. Υπάρχουν δύο απόψεις για τη συγκεκριμένη προσωπικότητα· είτε ότι έχουμε να κάνουμε με μια διεστραμμένη φύση, είτε με κάποιον μάρτυρα που θυσίασε την ελευθερία του ώστε να πάει κόντρα στην τότε αριστοκρατική τάξη, καθώς όλα ήταν δήθεν χωρίς καμία ηθική. Αυτό δηλαδή που έκανε χωρίς ηθικούς φραγμούς ο Μαρκήσιος απροκάλυπτα το έκαναν όλοι οι άλλοι κρυφά, άρα καθιστούσε την πράξη τους χίλιες φορές πιο ανήθικη απ’ ό,τι εκείνου. Οι αναλύσεις του ίσως να έφερναν σε αμήχανη θέση τον αναγνώστη αλλά τα βέλη του τα έριχνε μόνο και καθολικά στους αριστοκράτες της εποχής του.
Πιο συνεσταλμένη φυσιογνωμία αλλά αδιαμφισβήτητο ταλέντο υπήρξε ο Όσκαρ Ουάιλντ, του οποίου η επιρροή συνεχίζεται ακόμη και σήμερα. Το μέλλον του είχε σημειωθεί λαμπρό μέχρι που ερωτεύτηκε και προδόθηκε από τον ίδιο του τον έρωτα. Το τραγικό της υπόθεσης είναι ότι ενώ ο ίδιος στα πρώτα επαγγελματικά του βήματα φαινόταν να έχει αυτό που λέμε το κοκαλάκι της νυχτερίδας και υπήρχε η αποδοχή του από όλους τους κοινωνικούς κύκλους της εποχής του ,όλα τινάχτηκαν στον αέρα ύστερα από την αποκάλυψή του όσον αφορά τις σεξουαλικές του προτιμήσεις. Φαίνεται πως ο ίδιος, αν και το πολέμησε μέχρι τέλους, αποτέλεσε τελικά τον μεγάλο χαμένο.
Μπορεί λοιπόν για τους δύο παραπάνω ο έρωτας να είχε διαφορετικά και πολλά πρόσωπα καθώς και φύλα, για τον δημοσιογράφο και συγγραφέα, όμως, Έρνεστ Χέμινγουεϊ ο έρωτας έφτασε στην αυτοχειρία. Ο λόγος είναι η ταυτόχρονη έλξη για δύο γυναίκες. Κι όμως συμβαίνει και στις καλύτερες οικογένειες. Ο ίδιος φάνηκε ανήμπορος να επιλέξει ανάμεσα στην αγνή αγάπη και στο αρρωστημένο πάθος, μέχρι που έχασε πέρα από τη γυναίκα της ζωής του τα λογικά του, φτάνοντας να βάλει ο ίδιος τέλος στη ζωή του. Έκανε αυτό που ήθελε, απήλαυσε τη σαρκική ηδονή αλλά συνειδητοποίησε αργά ότι δεν ήταν αυτό που πραγματικά επιθυμούσε, λέγοντας πως η πρώτη του γυναίκα ήταν εκείνη που τον στιγμάτισε μιας και στο μυαλό του έμοιαζε το ιδανικό.
Δεν είναι οι μόνοι που υπέκυψαν σε κάποιο πάθος ή απόλαυση ή στήριξαν σθεναρά μια άποψη. Είναι μερικοί από τους πολλούς και μπορούμε να διακρίνουμε με ευκολία τα κοινά τους σημεία. Αναζητούσαν το απόλυτο και το ιδανικό αλλά δεν έβλεπαν τα αιχμηρά σημεία στις ιστορίες τους ώστε να τα αποφύγουν, ίσως γιατί το πάθος -και δεν το εννοούμε καθαρά σαρκικά- ήταν εκείνο που τους τύφλωνε σε σημείο να βάζουν μόνοι τους τη θηλιά στο λαιμό τους. Συνειδητοποιούμε ότι οι πραγματικά ταλαντούχοι άνθρωποι σε οποιοδήποτε κλάδο βρίσκονται να βασανίζονται από την ανάγκη τους να ξεπεράσουν κάθε όριο που τους έχει επιβληθεί. Αυτή η ανάγκη είναι που τους ταλανίζει και θρέφει συναισθήματα που πρέπει με κάποιο τρόπο να τα εξωτερικεύσουν.
Η συγγραφή είναι για εκείνους η λύτρωση που τους επιτρέπει έστω και περιστασιακά να μεταφέρονται σε κάποιο άλλο κόσμο φτιαγμένο ιδανικά για εκείνους, ενώ είναι ο μοναδικός τρόπος να περιγράψουν αυτό που θέλουν χωρίς να τους τεθούν όρια. Μπορεί στην εποχή που έζησαν οι συγκεκριμένοι η ελευθερία λόγου να ήταν κολλημένη στα γρανάζια του φαίνεσθαι, ήταν όμως από τους ήρωες που κατάφεραν να εκφράσουν αυτό που νιώθουν ακόμα και με τίμημα τη ζωή τους. Το ευχάριστο είναι ότι αποφθέγματά τους αναφέρονται μέχρι και σήμερα, γεγονός που τους καθιστά διαχρονικούς.
«Αρκεί ένα λεπτό να ερωτευτείς, μία ώρα να συμπαθήσεις και μία μέρα να αγαπηθείς. Όμως μία ολόκληρη ζωή δεν αρκεί για να ξεχάσεις», είχε πει ο Όσκαρ Ουάιλντ κι από ό,τι φαίνεται δεν είχε άδικο.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου