Έχεις σκεφτεί ποτέ όταν μαλώνεις με τον σύντροφό σου ότι μπορεί να είναι και η τελευταία σας κουβέντα πριν τον χωρισμό; Αν σου έλεγε κάποιος ότι μετά από έναν μεγάλο τσακωμό δε θα ξαναμιλούσες με το πρόσωπο που αγαπάς, θα συνέχιζες να δοκιμάζεις -κι εσύ και το ταίρι σου- τα όρια της σχέσης σας, απλώς και μόνο επειδή είστε μαζί;
Είναι εκείνες οι σχέσεις που νιώθεις την ασφάλεια να μαλώσεις, γιατί ξέρεις ότι θα μείνει εκεί το ταίρι σου και μετά τον καβγά. Δεδομένες σχέσεις, με καθόλου διάθεση για ισότιμη αντιμετώπιση, με παθογένεια εντός τους αφού ο σεβασμός σφυρίζει κλέφτικα και φεύγει. Όσο σου αφήνει ο άλλος το περιθώριο, μπαίνεις σε μια διαδικασία να δοκιμάζεις συνέχεια τα όριά του κι αυτό δεν έχει να κάνει μόνο με τσακωμούς. Δεν είναι απόλυτο ότι πρέπει να μαλώσετε, μπορεί να περάσει το δικό σου και με πιο απλούς τρόπους, αρκεί να ξέρεις τα κουμπιά του συντρόφου σου κι έχοντας πάντα ως δεύτερη σκέψη ότι δεν μπορεί να σου κρατήσει κακία. Και ναι, αυτό είναι χειρισμός.
Ο εγωισμός είναι μεγαλύτερος από το συναίσθημα που υπάρχει για τον άλλον. Πολύ πιθανό να είναι ένας δυνατός συνδυασμός ανασφάλειας και ναρκισσισμού. Σαν πρώτη σκέψη δε φαίνεται πως χωράει βέβαια η ανασφάλεια σε αυτού τους είδους τη συμπεριφορά, όμως κρύβεται πίσω από πολλές συμπεριφορές που κατά καιρούς βαφτίζουμε ως ανάγκη για επιβεβαίωση κι απόδειξη αγάπης.
Κι έτσι, ακόμα κι αν ο σύντροφός μας ήθελε να κατεβάσει τον ουρανό με τ’ άστρα, μα δεν το κατάφερε, θα ήμασταν ο πρώτος άνθρωπος που θα τον κατηγορούσε. Έχοντας το ανικανοποίητο, μεταφέρουμε στη σχέση μας την αίσθηση πως πρέπει διαρκώς να προσπαθεί για να μας ευχαριστεί, δημιουργώντας ένα καθεστώς που δεν έχει μια σχέση ίσου προς ίσο. Κι όσο ο σύντροφός μας δεν τα καταφέρνει, τόσο περισσότερο υπό νιώθει, με τη δική μας συμβολή φυσικά. Σαφώς και πολλές φορές δεν υπάρχει η συνειδητότητα κι έτσι νιώθουμε και θύματα που το ταίρι μας δεν ικανοποιεί τις ανάγκες μας, ή δε μας φέρνει στο πιάτο ολόκληρο τον κόσμο (του). Κάθε προσπάθεια για προσωπικά όρια τη μεταφράζουμε ως απάθεια, κάθε δική του ανάγκη ως ανεξάρτητη από εμάς διαδικασία.
Δεν είναι δύσκολο να αντιληφθεί κάποιος το σκεπτικό πίσω από έναν άνθρωπο που θέλει να κάνει τα πάντα για να κάνει τον άλλο ευτυχισμένο. Και σαφώς κάτι τέτοιο δε γίνεται με ανιδιοτέλεια, γίνεται γιατί δίνοντας αγάπη, γεμίζουμε κι εμείς. Όμως, το να μην μπορείς να χαρείς στιγμή με ό,τι σου δίνεται γιατί σκέφτεσαι πάντα το επόμενο, κάνει τη σχέση ένα παιχνίδι αντοχών. Πόσο θα πιέσει ο ένας και πόσο θα υποχωρήσει ο άλλος. Πόσα θα δώσει ο ένας σχετικά με αυτά που ο άλλος θα ζητήσει. Πώς μπορείς να μιλάς και να φέρεσαι εν τέλει στον σύντροφό σου επειδή είναι ο σύντροφός σου και σ’ αγαπάει.
Μπορούν να κρατήσουν χρόνια αυτές οι σχέσεις, ή και μέρες, αναλόγως πόση αντοχή έχει ο άλλος, ή ακόμα καλύτερα, πόσο μπορεί να ρίξει τον εαυτό του για τον άλλον, γιατί έτσι νιώθει ότι τον κρατάει κοντά του. Κι ας θυσιάζει τελικά ένα προς ένα τα όριά του. Μα εν τέλει, ισχύει ότι όταν μιλάμε για έρωτα πρέπει να λείπουν τα όρια; Ότι όσο πιο δυνατός, τόσο πιο άναρχος; Ισχύει το ότι πίσω κάνει αυτός που νιώθει περισσότερα; Ή είναι κι αυτή άλλη μια λάθος μετάφραση των σχέσεων; Τελικά αγαπάμε και γι’ αυτό έχουμε αδυναμία, ή αδυναμία είναι το να αγαπάμε;
Ας γίνονται αμοιβαίες υποχωρήσεις στη σχέση μας, ναι, όχι σε σημείο όμως να χάνουμε τον εαυτό μας για να μη χάσουμε τον άλλον.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου