Έλεγες στους φίλους πως δε θες να ξαναδείς μπροστά σου αυτόν τον άνθρωπο, ούτε καν τυχαία. Αυτόν που μέχρι χτες τον αποκαλούσες άνθρωπό σου. Δε σήκωνες κουβέντα. Άλλαξες στέκια, συνήθειες, παρέες, απλά και μόνο για να κόψεις κάθε επαφή. Νόμιζες πως με αυτό τον τρόπο θα σε γλύτωνες από μια δύσκολη κατάσταση, μα στην ουσία δεν έκανες τίποτα άλλο απ’ το να κοροϊδεύεις τον εαυτό σου. Μέσα σου έβραζες.
Δεν ήθελες να σε φέρεις σε αμήχανη θέση, αυτό υποστήριζες. Άλλωστε, δεν υπήρχε λόγος να συναντηθείτε ξανά. Ό,τι ανήκει στο παρελθόν, δεν έχει χώρο στο παρόν, ούτε συμφωνούσες ποτέ με αυτούς που κρατούσαν φιλικές σχέσεις μετά το χωρισμό.
Όσο το αποφεύγεις όμως, αφήνεις τον εαυτό σου με ερωτηματικά. Ακόμα κι αν εσύ πήρες την απόφαση να χωρίσετε, ακόμα κι αν προχώρησες στη ζωή σου, δεν έχει σημασία πώς και γιατί τέλειωσε, τώρα δε θες να έρθεις αντιμέτωπος με το παρελθόν σου. Διερωτήθηκες γιατί; Σε φοβάσαι μήπως; Μήπως φοβάσαι πως θα καταρρεύσουν όλα αυτά που νόμιζες ότι έχτιζες πάνω σε γερά θεμέλια;
Πολλές φορές προσπαθούμε να αποφύγουμε καταστάσεις όχι για να μη φέρουμε τον εαυτό μας σε άβολη θέση, αλλά γιατί κατά βάθος φοβόμαστε πως ακόμα υπάρχει μια φλόγα που σιγοκαίει κι όλα αυτά που υποστηρίζαμε με πάθος ήταν απλά μια ασπίδα για να προστατεύσουμε την αξιοπρέπειά μας. Έτσι, το αποφεύγουμε για όσο μπορούμε, παρατείνοντας την αποκάλυψη της αλήθειας.
Μια τυχαία συνάντηση με κάποιον που βιώσαμε τόσα δυνατά συναισθήματα και μοιραστήκαμε στιγμές είναι λογικό να μας αναστατώσει, γιατί ενδέχεται να ξυπνήσει συναισθήματα που νομίζαμε πως είχαμε παγώσει. Ένα ρίσκο είναι αλλά και μια ευκαιρία να τσεκάρεις τι νιώθεις και να επιβεβαιώσεις ότι όντως αυτό που είχατε ολοκληρώθηκε και δε νιώθεις τίποτε πέρα από ένα κενό. Ή πάλι να αντιληφθείς αυτό που δεν ήθελες να παραδεχτείς ούτε στον ίδιο σου τον εαυτό σου αλλά ούτε στους γύρω σου. Ότι ακόμα νοιάζεσαι γι’ αυτόν τον άνθρωπο και πως τίποτα δεν τέλειωσε μέσα σου, όσο κι αν πάλευες να το πνίξεις.
Μια άβυσσος, τελικά, η σκέψη ενός πληγωμένου ανθρώπου. Το ακούς να το λένε, μα δεν ξέρεις τι ακριβώς εννοούν μέχρι να σου τύχει. Να σου τύχει, δηλαδή, να φοβάσαι τον ίδιο σου τον εαυτό, πώς θα αντιδράσει και να ανησυχείς για το τι θα νιώσει. Γιατί τις αντιδράσεις τις καλουπώνεις, τα συναισθήματα όμως όχι.
Πόσο δύσκολο είναι να ελέγξεις τα συναισθήματά σου, όταν έρχεσαι πρόσωπο με πρόσωπο και πρέπει να τα αντιμετωπίσεις. Συναισθήματα που πνίγεις και δε θες να παραδεχτείς κι άλλα που αγνοείς την ύπαρξή τους. Αυτά είναι και τα πιο επικίνδυνα, γιατί δεν έχεις ιδέα πώς θα εκφραστούν προς τα έξω και τι αντίκτυπο θα έχουν.
Χίλιες φορές καλύτερα να αντιμετωπίζεις τους φόβους σου, παρά να ζεις σ’ έναν δικό σου (βολικό μα ψεύτικο) κόσμο, αρνούμενος να δεις κατάματα πώς έχουν τα πράγματα, αφαιρώντας αυτομάτως το δικαίωμα στον εαυτό σου να κάνει αυτό που πραγματικά νιώθει, είτε γιατί ανησυχείς μην μπλέξεις πάλι είτε γιατί ο εγωισμός σου δε σε αφήνει να δεις καθαρά.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη