Είσαι σε μια απ’ αυτές τις κοινωνικές εκδηλώσεις, όπου κανείς δε θέλει να πάει, αλλά όλοι πηγαίνουν, γιατί είναι υποχρεωμένοι να παραβρεθούν. Οπότε, όπως είναι λογικό, δε βλέπεις την ώρα να φύγεις και να γυρίσεις σπίτι, που σέρνεσαι βραδιάτικα σε βαρετές μαζώξεις. Μετά από τόση βαρεμάρα έχεις ανάγκη να πας και να νιώσεις λίγη θαλπωρή στην αγκαλιά της αγάπης σου.
Κι ενώ ετοιμάζεσαι να την κάνεις, σε πλησιάζει κουνιστή και λυγιστή μια γνωστή, που είχες γνωρίσει κάποια στιγμή παλιότερα και μέσα από κοινές παρέες έχετε βρεθεί δυο-τρεις φορές. Ξεκινάτε τις τυπικές χαιρετούρες και ρωτάει αν πήγες στην εκδήλωση με παρέα, οπότε απαντάς πως δε σε συνοδεύει κανείς. Φυσικά δεν μπαίνεις στη διαδικασία να της δώσεις λεπτομερή αναφορά για τ’ ότι το έτερόν σου ήμισυ έμεινε σπίτι, γιατί είχε μια πολύ κουραστική μέρα και πρωινό ξύπνημα την επομένη.
Συνεχίζει την κουβέντα και θέλεις από παρανόηση, θέλεις από κουτσομπολίστικη διάθεση, σου πετάει ένα «Καλύτερα, δεν έκανε για σένα, το έβλεπα πως ήταν αλλού». Μένεις ν’ αναρωτιέσαι τι εννοεί, σε ποιον απευθύνεται και σε ποιον αναφέρεται. Σε κάποιο σημείο πρέπει να ‘χασες τη σύνδεση. Ώσπου συνεχίζει το ντελίριο. Πως τυχαία τους είδε από μακριά τις προάλλες με το καινούριο αίσθημα, αλλά δε λέει και πολλά. Πάντως φαινόταν να περνάνε καλά, αλλά θα ξαναφτιάξεις κι εσύ τη ζωή σου.
Κάπως έτσι η βραδιά αποκτά ενδιαφέρον, καθώς αρχίζεις να μπαίνεις στο νόημα. Η ταραχή σου έχει χτυπήσει κόκκινο. Δε θέλεις να το πιστέψεις, αλλά απ’ την άλλη δε γίνεται και να μην ασχοληθείς. Μπορεί να ‘κανε λάθος, να μπερδεύτηκε ή να ‘ταν απλώς κάποιο φιλικό πρόσωπο και να ‘γινε παρεξήγηση. Δε θέλει και πολύ ο κόσμος για ν’ αρχίσει την καταστροφολογία. Το πιθανότερο είναι να θέλει απλώς να ρίξει το φαρμάκι της η σμέρνα και να σπείρει τη διχόνοια, επειδή ζηλεύει που είστε τόσο αγαπημένο ζευγάρι.
Φυσικά δε θέλεις να καρφωθείς. Μπορεί μέσα σου να ταρακουνιούνται τα πάντα, αλλά προσπαθείς να καλυφθείς όσο το δυνατόν περισσότερο. Ζητάς ήρεμα να σου πει κι άλλα και μαθαίνεις πιο γαργαλιστικές λεπτομέρειες. Πως περπατούσαν αγκαλιασμένοι, πως μπήκαν μέσα στ’ αυτοκίνητο, όπου άρχισαν τις περιπτύξεις και βέβαια έφυγαν μαζί.
Το τρέμουλο έχει αρχίσει πλέον να γίνεται εμφανές, οπότε κρατάς τα χέρια σου κοντά στο σώμα σου, για να μη σε πάρει χαμπάρι και διατηρώντας όσο μπορείς την ψυχραιμία σου ρωτάς πότε τους είδε. Δεν έχει μια εβδομάδα, σου απαντάει. Τρίτη βράδυ πρέπει να ήταν, ναι, σίγουρα Τρίτη, γιατί θυμάται ότι είχε αγώνα και γινόταν χαμός στα καφέ που είχαν βάλει τηλεοράσεις να μεταδίδουν live.
Μετά απ’ αυτό, γκρεμίστηκαν τα πάντα. Δεν ήσασταν μαζί εκείνο το βράδυ. Η συνάντηση που είχε κανονίσει αποδείχτηκε πως δεν ήταν και τόσο φιλική. Σου είπε ψέματα. Σε κορόιδεψε. Σ’ απάτησε. Επανειλημμένως και κατ’ εξακολούθηση, κατά πάσα πιθανότητα.
Χιλιάδες σκέψεις κι ερωτήματα κατακλύζουν το μυαλό σου. Νιώθεις πως το κεφάλι σου θα εκραγεί. Πότε ξεκίνησε όλο αυτό; Έχει καιρό; Ξάπλωνε δίπλα σου ενώ πριν είχε ξαπλώσει σ’ άλλα κρεβάτια; Ή κι αυτοκίνητα ή και στα όρθια, σε καμιά σκοτεινή γωνιά για σασπένς. Σιχαίνεσαι τον εαυτό σου που σε φιλούσε και μετά πήγαινε σε άλλο στόμα και μετά ερχόταν πάλι σ’ εσένα. Πόσες στοματοπλύσεις θα χρειαστείς για να ξεπλύνεις την αηδία; Και σ’ αναγουλιάζει και το στοματικό διάλυμα.
Ύστερα έρχεται εκείνο το τεράστιο γιατί. Τι πήγε στραβά, πού έκανες λάθος; Δεν γκρίνιαζες, δεν πίεζες και στο κρεβάτι δεν υπήρξαν ποτέ προβλήματα. Τόσο αχόρταγο ήταν πια το μωράκι σου; Πόσα ενεργειακά αποθέματα μπορεί να ‘χει;
Μα καλά κι εσύ το χαϊβάνι να μην έχεις καταλάβει τίποτα; Τυφλώθηκες, σ’ έφαγε η σιγουριά και δεν έβλεπες τα σημάδια. Πώς πήγες κι εμπιστεύτηκες τέτοιο καθίκι; Έτσι είναι, η κατραπακιά σου ‘ρχεται από εκεί που δεν την περιμένεις και διαλύει τα πάντα. Λες να το ξέρουν κι άλλοι; Πόσοι είναι πιθανό να γνωρίζουν καιρό και να σχολιάζουν μόλις γυρίζεις την πλάτη σου; Σ’ έκανε ρεζίλι σ’ όλους τους γνωστούς σας κι έχει το θράσος να ‘ρχεται σπίτι το βράδυ.
Αλλά δε θα τ’ αφήσεις έτσι. Όχι, δε σε ξέρει καλά εσένα. Αν σου γυρίσει το μάτι, κάνεις πανικό. Σε πρόδωσε ο άνθρωπός σου; Θα καταστρώσεις σχέδιο εκδίκησης για να επιτύχεις την πλήρη καταστροφή του. Ή καλύτερα να δράσεις άμεσα και να σπάσεις το λατρεμένο κεφαλάκι της πρώην αγαπούλας. Θα ‘χεις κι ελαφρυντικά. Εν βρασμώ ψυχής δε θεωρείται; Δεν ήξερες τι έκανες, δε σκεφτόσουν. Ή μήπως να κάψεις το αυτοκίνητο των οργίων, να μη μείνει λαμαρίνα; Μέχρι να γυρίσεις σπίτι θα ‘χεις πάρει μια απόφαση. Το πιθανότερο είναι πως θα συγκρατηθείς, θα διαολοστείλεις την αγαπούλα και θα καταριέσαι την ώρα και τη στιγμή που γνωριστήκατε μέχρι να ξεθυμάνεις, αγκαλιά με το betadine.
Επιμέλεια Κειμένου Μαρίας Βαή: Ιωάννα Κακούρη