Είναι γνωστό και καλά θα κάνουμε να το παραδεχτούμε ότι ο έρωτας είναι ένα συναίσθημα αναζωογονητικό. Ακόμη κι αν δεν πρόκειται για αμοιβαία καψούρα, μας κρατά σε εγρήγορση και δίνει νόημα στην κάθε μας μέρα. Γεμίζουν οι ώρες μας και γινόμαστε αρκετά εφευρετικοί στο ν’ ανακαλύπτουμε νέους τρόπους για να πλησιάσουμε το άτομο που μας έχει κλέψει έστω κι άθελά του τον ύπνο μας.
Το πρόσωπο μπορεί να συχνάζει, εκτός από τα όνειρά μας, στο χώρο εργασίας μας, στη σχολή μας, σε κοινές παρέες, στο γυμναστήριο ή οπουδήποτε αλλού. Κάπου βρεθήκαμε και το ερωτευτήκαμε. Μπορεί να συστηθήκαμε και να μιλήσαμε για λίγη ή περισσότερη ώρα, αλλά μπορεί και να μη γνωριστήκαμε ποτέ. Απλώς είδαμε κάτι στον άλλο και κολλήσαμε.
Το να πάθει κανείς ντουβρουτζά με κάποιον που δε γνωρίζει, εξάλλου, είναι συχνό φαινόμενο. Όμορφο ή όχι και τόσο πρόσωπο, πρώτο μπόι ή και σε μίνι έκδοση, δεν έχει σημασία. Κάτι πάνω του μας ελκύει. Είναι η εμφάνιση ή ο αέρας που αποπνέει; Ποτέ δεν μπόρεσα να καταλήξω σε κάποιο συμπέρασμα, διότι ουκ ολίγες φορές όταν έφτανε η στιγμή της γνωριμίας η απογοήτευση ήταν τεράστια. Αυτό που βλέπουμε και μας τραβάει σε συνδυασμό με αυτό που έχουμε πλάσει με τη φαντασία μας, δυστυχώς δεν ανταποκρίνονται πάντα στην πραγματικότητα. Ίσως μόλις ανοίξει το στόμα του πεταχτούν περίεργα δοντάκια που δεν είχαμε ποτέ παρατηρήσει από απόσταση, ίσως η φωνή δεν ταιριάζει με αυτήν που ακούγαμε στους φανταστικούς μας διαλόγους ή απλά δεν εκπέμπουμε στο ίδιος μήκος κύματος. Όπως και να ‘χει, είναι αρκετά πιθανό να πάψουμε να ενδιαφερόμαστε.
Για φανταστείτε τώρα, να μην έχετε καν αντικρίσει το εν λόγω πρόσωπο. Να μην έχετε ιδέα ούτε για το πως μοιάζει. Όσο κι αν ακούγεται παράξενο, συμβαίνει κι αυτό. Για φέρτε στο μυαλό σας τους ραδιοφωνικούς παραγωγούς που ακούτε τα βράδια. Βαθιά, ζεστή φωνή, αργόσυρτη και πολλά υποσχόμενη. Πώς να μην αρχίσει ο άλλος ασυναίσθητα να φτιάχνει εικόνα για να την ταιριάξει με αυτό που ακούει; Κάπως έτσι καψουρευόμαστε μια φωνή. Περιμένουμε με λαχτάρα την επόμενη εκπομπή κι η καρδιά μας παθαίνει μικρά ηλεκτροσόκ με την κάθε λέξη που προφέρει.
Είναι κι εκείνο το τυφλό ραντεβού που έχουν βαλθεί οι φίλοι να μας στήσουν, σίγουροι πως το προξενιό θα πετύχει, αφού πρόκειται για κελεπούρι, για το δέκα το καλό, μέσα-έξω. Και εμφάνιση και πλούσιος ψυχικός κόσμος σε συνδυασμό. Μας ζαλίζουν τ’ αυτιά, μας αργοψήνουν σε χαμηλή θερμοκρασία κι όλο και κοντεύουν να μας πείσουν να το βγούμε το ραντεβού, να το συναντήσουμε τέτοιο τεφαρίκι, μην μας το αρπάξει κανένας επιτήδειος. Οπότε πιάνουμε τον εαυτό μας και πάλι να έχει ολοκληρωμένη φανταστική εικόνα για το αντικείμενο του προξενιού.
Κάτι ανάλογο συμβαίνει και μ’ εκείνο το φιλικό πρόσωπο φιλικού προσώπου που βρήκε το τηλέφωνό μας, γιατί όποιος ενδιαφέρεται ψάχνει και βρίσκει και μας έχει τρελάνει εδώ κι ένα μήνα στο μπίρι-μπίρι. Λέγε-λέγε μας έχει ιντριγκάρει και θέλουμε να γνωριστούμε, γιατί δεν περνάει ώρα που να μη σκεφτούμε τις συνομιλίες μας και γουστάρουμε που μας έψαξε και πονάει κι ο δικός μας προγόμφιος όσο περνάν οι μέρες.
Την ίδια περίοδο μιλάμε και με κάποιον σε chat κι έχουμε βγάλει τα εσώψυχά μας με αναλύσεις επί αναλύσεων για ποικίλα θέματα, έχοντας την αίσθηση πως ταιριάζουμε. Ερωτευόμαστε με αργά αλλά σταθερά βήματα, ακόμη έναν άγνωστο. Εδώ θα βρούμε τη δικαιολογία πως μπορεί να μην ξέρουμε πως είναι εξωτερικά, αλλά τουλάχιστον τον έχουμε γνωρίσει ως χαρακτήρα μέσα από τις πολύωρες συζητήσεις μας. Καμία εντύπωση δε μας κάνει που δεν έχει αναρτήσει φωτογραφία;
Κι ερωτώ: είναι δυνατόν, καλοί μου άνθρωποι, να ερωτευθείτε κάποιον που δεν έχετε δει ποτέ; Ναι, είναι πεζό κι επιφανειακό να ερωτεύεσαι μόνο την εμφάνιση, αλλά σας φαίνεται πως στέκει να ερωτεύεσαι μόνο τον εσωτερικό κόσμο του άλλου; Όπως και να το δεις είναι μονόπλευρο. Για να δέσει το γλυκό χρειάζεται να ερωτευτείς τον άλλο στο σύνολό του. Αν δε γνωρίσεις τον άλλον άνθρωπο, αν δεν υπάρξει φυσική επαφή που να αναστατώνει το μέσα σας και δε μιλήσετε για ν’ αγγιχτούν «τυχαία» τα σώματά σας, πώς θα καταλάβετε αν υπάρχει χημεία, αν ταιριάζουν τα χνώτα σας ώστε να σμίξετε;
Ίσως έχουμε απογοητευτεί από πολλούς έρωτες και φοβόμαστε μην την ξαναπατήσουμε. Με το να ερωτευθούμε κάποιο εντελώς άγνωστο άτομο, μπορούμε να του προσδώσουμε ό,τι ιδιότητες και χαρακτηριστικά θέλουμε και να το φτιάξουμε όπως μας βολεύει. Αλλά τι θα γίνει με την πραγματικότητα; Είναι σαν τους φανταστικούς φίλους που έχουν τα παιδιά. Όμως σαν να έχουμε μεγαλώσει κομματάκι. Είναι ασφαλές να ερωτευόμαστε μόνο από μακριά, αλλά ποιο το νόημα του έρωτα αν δεν μπορείς να το ζήσεις, να το γευτείς;
Καλές οι φαντασιώσεις. Σε φτιάχνουν και είναι κι αναίμακτες. Όμως είναι καλύτερα να ερωτευόμαστε ανθρώπους με σάρκα και οστά. Βγείτε εκεί έξω και τολμήστε. Γιατί ο έρωτας θέλει ρίσκο και βουτιές στα βαθιά. Χωρίς απώλειες και πληγές, κανείς δεν έφτασε πουθενά αξιόλογα. Θα πέσουμε, θα πληγωθούμε, αλλά θα γιάνει και θα μας μάθει τι ν’ αποφεύγουμε. Αν μας γυαλίσει το άγνωστο, λοιπόν, καλά θα κάνουμε να το γνωρίσουμε πριν έρθουμε τετ-α-τετ με τη λαμαρίνα για μια χίμαιρα.
Επιμέλεια κειμένου Μαρίας Βαή: Ελευθερία Παπασάββα