Κάποιοι, εμείς οι ονειροπόλοι και ρομαντικοί –όσο κι αν δεν το δείχνουμε–, τείνουμε να προσκολλιόμαστε εύκολα σε άτομα που φαντάζουν ιδανικά στα μάτια μας. Υποσυνείδητα ή συνειδητά, ψάχνουμε διαρκώς ένα άτομο στα μέτρα μας. Κόψε, ράψε, ψάξε, άφησε και δύο αιώνες αργότερα το βρίσκεις και το έχεις ήδη παντρευτεί, ο κόσμος να χαλάσει.
Τι όμορφα κι ιδεατά που έχουμε στρώσει τα πράγματα στο μυαλό μας. Αλλά τι γίνεται όταν καταλαβαίνουμε ότι δεν είναι στραβός ο γιαλός, απλά στραβά αρμενίζουμε; Πιθανό σενάριο, λοιπόν, ο πρίγκιπας κι η πριγκίπισσα του παραμυθιού να είναι ήδη δεσμευμένοι, στον κόσμο τους ή απλά να μην ενδιαφέρονται να βρουν την ωραία κοιμωμένη και το άτυχο βατράχι. Κι όμως, εσύ εκεί βράχος, δεν αποθαρρύνεσαι, μέχρι να εξουθενωθείς απ’ τον κάματο της προσπάθειας. Αλλά αλήθεια, αναρωτήθηκες καθόλου, πόσο αξίζει πραγματικά να προσεγγίσεις ένα τελείως απρόσιτο άτομο;
Το να επιδιώξεις κάτι τέτοιο θα έπρεπε να είναι ευρέως γνωστό ότι επιφέρει δυσμενείς συνέπειες. Κι η τελική απάντηση στο παραπάνω ερώτημα, που σε καμία περίπτωση δεν ήταν ρητορικό, είναι πως δεν αξίζει. Ούτε μία στάλα ιδρώτα ούτε μία βαθιά ανάσα. Όσο κι αν πιστεύεις πως το άτομο αυτό φτιάχτηκε για εσένα και πως η συνάντησή σας αυτή αποκλείεται να ήταν τυχαία.
Η αλήθεια είναι ότι το άτομο που πραγματικά ψάχνεις στο πρόσωπο της ιδεατής αυτής ψευδαίσθησης, κάποια μέρα θα εισέλθει ασυνείδητα στη ζωή σου για να την γεμίσει με έναν τρόπο απρόσιτο στον ανθρώπινο νου, να την ολοκληρώσει κι όντως, τελικά, να μείνει. Αυτό θα είναι το άτομο που δε θα χρειαστεί να κυνηγήσεις. Το άτομο που θα τα κάνει όλα λίγο πιο εύκολα και θα σε φέρει στη δύσκολη θέση της αυτοκριτικής, καθώς θα αναλογιστείς πόσο μυαλό είχες όντως στο κεφάλι και τόσο καιρό έτρεχες απελπισμένα πίσω από ανθρώπους που δεν είχαν καμία πρόθεση να παραμείνουν ουσιαστικά στη ζωή σου, που ήταν απλώς περαστικοί με δώρα καλωσορίσματος την απόρριψη και την αμφισβήτηση.
Έτσι, στη συνέχεια της ιστορίας και μετά από άπειρες αποτυχημένες προσπάθειες να προσεγγίσεις το πολυπόθητο αυτό άτομο, οφείλεις να παραδώσεις τα όπλα. Τίποτα προσωπικό απέναντι στην αναμονή και την προσπάθεια, απλά σιγά-σιγά ίσως αρχίσεις να ερωτεύεσαι την ιδέα της τελειότητας κάποιου, που υπαίτιος δημιουργίας της είσαι αποκλειστικά και μόνο εσύ, καταλήγοντας έτσι να αποφεύγεις φανατικά να αντικρίσεις οποιοδήποτε ελάττωμά του. Ο νόθος προβληματισμός, βλέπεις, δημιουργεί και νόθα προβλήματα.
Και καταλήγεις, τελικά, μετά απ’ τις αμέτρητες προειδοποιήσεις του φιλικού σου περιβάλλοντος, να πρέπει να ξεπεράσεις κάποιον με τον οποίο δεν είχες ποτέ ιστορία. Να υποχρεώνεις τον εαυτό σου να βιώσει το δυσάρεστο αίσθημα της απόρριψης, εκεί που ουσιαστικά δεν πυροδοτήθηκε ποτέ, καθώς γνώριζες απ’ την αρχή ότι ο πομπός του συναισθήματος αυτού ήταν κατειλημμένος. Άδικο προς τα εσένα, δε νομίζεις;
Δεν είναι κακό να περιμένεις. Συχνά η μοναξιά ταυτίζεται ή τουλάχιστον συνδέεται άρρητα με την αγωνία του κενού, την έλλειψη εσωτερικής πνοής, την ατονία. Δεν περνάς αυτή τη φάση τώρα. Εσύ απλά προσμένεις τον έρωτα, να σε πλησιάσει με τον μαγικό αυτό τρόπο που πλησιάζει τους ανθρώπους αιώνες τώρα. Σιωπηλά, αδόνητα, αβρά. Αήττητα. Κι αν κρίνουμε απ’ τις αμέτρητες, καταγεγραμμένες ή μη, ιστορίες αγάπης, δε θα αργήσει να ‘ρθει.
Άλλωστε, ακολουθώντας τη γνωστή σε όλους μας ελληνική μυθολογία, ο θεός Έρως έχοντας τόσο μεγάλη επαφή με τους ανθρώπους συχνά βίωνε από κοντά τα ανθρώπινα σφάλματα. Έτσι, πιστεύεται ότι η συμπεριφορά του κι η βούλησή του ήταν εξίσου ανθρώπινες.
Κι ως γνωστόν, οι άνθρωποι πάντα βρίσκουν το δρόμο τους.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη