Ήταν ανέκαθεν ένα όνειρο τρελό, όνειρο απατηλό, όπως λέει και το άσμα. Ο όμορφος πρίγκιπας πάνω στο λευκό, καλπάζον άλογο. Κοινότυπο; Ίσως. Ειλικρινές; Σίγουρα. Ήταν τα πρότυπα του τότε και η μαγεία της στιγμής. Αυτής της ανεξίτηλα γλυκιάς σκέψης που έκανες απο τα εφτά σου, πως κάποτε θα έρθει να σε πάρει και θα φύγετε μακριά, σε άλλους κόσμους, διαστάσεις, γαλαξίες. Θα σε κρατάει τρυφερά απο το χέρι και θα σε κάνει να νιώθεις η «Μία», θα σου χαϊδεύει τα μαλλιά και θα σε κοιτάει βαθιά μέσα στα μάτια, χωρίς απαραίτητα να μιλήσει, ενώ ταυτόχρονα όλο του το «είναι» θα φωνάζει «έρωτας».
Τον είχες πλάσει για τα καλά στη φαντασία σου.
Είχες φτιάξει με το μυαλό σου το «τέλειο», το «αξεπέραστο», το «ιδανικό».
Επιθετικοί προσδιορισμοί αναγκαίοι για την περιγραφή της μεγαλειότητάς του και η ανάγκη η δική σου μεγαλύτερη να το βρεις. Τον ΄Ενα. Ο χρόνος και το πέρασμά του αναπόφευκτο και το συναισθηματικό σου κενό μεγαλύτερο.
Δεν μπόρεσες ποτέ έως τώρα να συμβιβαστείς με τίποτα κατώτερό του, αντιθέτως αγρίευες. Ξεσπούσες. Αντιδρούσες. «Όλοι είναι ίδιοι», «Έχω το μαλακομαγνήτη, δεν εξηγείται αλλιώς!», «Μήπως να το γυρίσω; Μα που χάθηκαν όλοι οι άντρες;!». Φράσεις που έγιναν μοτο σου, γιατί απλά ποτέ δεν κατάφερες να βγεις απο το κουτί σου, να ανοίξεις τα μάτια και κυρίως την καρδιά σου, να δεις με αυτή λίγο παραπέρα και σαφώς πιο καθαρά.
Ποτέ δε δέχτηκες να βγεις απο τη φούσκα σου και να παραδεχτείς την αλήθεια μέσα σου. Ωστόσο κάπου στο βάθος, την ξέρεις καλά, το πιστεύω. Είμαι μια άγνωστη σε σένα, όμως πιστεύω σε σένα. Το συναισθηματικό σου κενό διογκώνεται.
Η φούσκα είναι έτοιμη να σκάσει. Θες να δεθείς, να δοθείς, να νιώσεις. Γιατί δε σου το επιτρέπεις και βάζεις τοίχους; Κοίταξε λίγο μέσα σου. Βασανίζεσαι καρδιά μου. Τα περιθώρια στενεύουν και δεν έχεις ζήσει καν τα βασικά. Γιατί τα «πρότυπα» του τότε, κατσικώθηκαν στο τώρα σου και δε σε αφήνουν να αναπνεύσεις. Έχεις ανάγκη για λίγο αέρα.
Τόσα χρόνια δημιουργούσες τη δική σου φούσκα περί έρωτος και παραμυθιού. Στέκεσαι όμως μόνο εκεί. Πέφτεις στη λούμπα και στις παγίδες εξιδανίκευσης.
«Το θέλω ψηλό, μεγαλύτερο σαφώς, πετυχημένο στον τομέα του, με χιούμορ και τζιπ και να έχει σπίτι δικό του φυσικά. Ζητάω πολλά;». Πολλά όχι, ανούσια ναι.
Ο πρίγκιπας του τότε, μετατράπηκε στον «Κεν» του τώρα, μιας σύγχρονης αφρόκρεμας νοτίων και βορείων προαστίων αγκαζέ. Τα σκέφτεσαι όλα αυτά. Οι σκέψεις, τα σχέδια και τα πλάνα σου βουλιάζουν. Βουλιάζεις κι εσύ. Μέρα με τη μέρα, ώρα με την ώρα, στιγμή με τη στιγμή.
Ολοένα και περισσότερο πέφτεις σε παγίδες και κλείνεσαι σε σένα όλο και πιο πολύ.
Αναρωτιέσαι τι αξίζεις τελικά και αν αξίζεις τον «Κεν», μιας και ποτέ δε βρέθηκε στο δρόμο σου, την ίδια στιγμή που έχουμε μπουχτίσει απο δαύτους. Οι δείκτες της αυτοεκτίμησής σου πέφτουν και μαζί με αυτούς σωριάζεσαι στο πάτωμα. Μια φωνή μέσα απο τα σπλάχνα σου κραυγάζει «Θέλω έναν άνθρωπο, έχω ανάγκη έναν άνθρωπο!». Πόσο ισχύει!
Ένας άνθρωπος ήταν και είναι το ουσιαστικό σου «θέλω», ενώ εσύ τόσα χρόνια στεκόσουν στο ανούσιο «φαίνεσθαι».
Ήθελες να παραμυθιαστείς! Μα δεν είναι καλύτερα να δημιουργείς εσύ ο ίδιος το παραμύθι σου με έναν άνθρωπο αληθινό με πάθη, ανασφάλειες, θλίψη, πόνο, τρέλα;
Στην τελική σε ποιόν δεν αξίζει το παραμύθι, η καύλα της στιγμής, οι πεταλούδες στο στομάχι και το πιο γλυκό μεθύσι του έρωτα; Μη χάνεις λεπτό, μη χάνεις στιγμές. Όλα αυτά σου αξίζουν.
Είναι φτιαγμένα για σένα σα θεωρίες προς υλοποίηση απο εσένα. Ο καιρός περνάει.
Άρπαξε τη ζωή απο τα μαλλιά και ζήσε το. Ξέχνα τα πρότυπα του τότε. Κλείσε τα στο συρτάρι με τις παιδικές σου αναμνήσεις. Πάντα θα είναι εκεί. Όμως ως αναμνήσεις. Γιατί αυτές, ήταν το χτες, η ζωή όμως είναι έδω κι ο έρωτας σε περιμένει στη γωνία.
Έχε τα μάτια σου ανοιχτά.