Αγαπώ τον έρωτα.
Χαίρομαι να βλέπω ζευγάρια με αμοιβαία, ακραία συναισθήματα που τους οδηγούν μέχρι και στο παράλογο.
Θαυμάζω όμως ακόμη περισσότερο τους ανθρώπους, που δε χάνουν την ισορροπία με τον εαυτό τους, ακόμα και όταν φτάνουν στο σημείο να χάσουν τον εαυτό τους, από έρωτα.
Είμαι φανατικός οπαδός της θεωρίας ότι για να ευοδώσει μια σχέση, πρέπει αρχικά να τα έχεις βρει με τον εαυτό σου.
Να ορίζεις τις προτεραιότητες σου, τα θέλω σου, τους στόχους σου και να παλεύειες γι’αυτά.
Η ολοκλήρωση πηγάζει από μέσα μας.
Ένας άνθρωπος που δε κάνει τίποτα για τον εαυτό του,που τον παραμελεί και αδιαφορεί για τις δικές του επιθυμίες τι πιθανότητες έχει να δημιουργήσει μια υγιή σχέση;
Κατ’εμέ απειροελάχιστες έως και μηδαμινές. Απλά θα καλύπτει τις ανασφάλειες του και το φόβο του για μοναξιά μέσα από μια σχέση.
Έχω συναναστραφεί με ανθρώπους που απαρνήθηκαν φίλους και γνωστούς στο βωμό του έρωτα. Εγκατέλειψαν επαγγελματικούς στόχους γιατί απλά εκείνος δεν τους άφηνε χώρο και χρόνο.
Μπούρδες.
Απλά αγκιστρώθηκαν πάνω σε έναν άνθρωπο και δεν έχουν διάθεση να ασχοληθούν με τίποτα άλλο, εκτός από αυτό.
Επενδύουν όλη τους την ανασφάλεια σε μια σχέση, που μπορεί και να μην τους καλύπτει, απλά και μόνο για να μην δηλώνουν single.
Δεν είμαι κατά των ζευγαριών που είναι σαν αυτοκόλλητοι, αρκεί αυτή η προσκόλληση να πηγάζει από την ένταση του πάθους και του συναισθήματος. Να είναι η συνέπεια της επιθυμίας, να μη χάσεις στιγμή από τον άλλον, μόνο γιατί είσαι ερωτευμένος με κάθε του κίνηση.
Αντίθετα μου προκαλούν ζαλάδα τα τυπικά τηλεφωνήματα τύπου «πάω στο σουπερ μάρκετ δε θα αργήσω» και είκοσι λεπτά μετά, έρχεται η κλήση ανάκριση «καλά δεν είπες ότι δε θα αργήσεις; μα πού είσαι επιτέλους;»
Δεν έχουν χρόνο για έναν καφέ με τους φίλους τους, γιατί τώρα έχουν σχέση.
Μα πώς είναι δυνατόν να μην έχουν ανάγκη τους φίλους τους;;
Κι όταν τύχει μια στο τόσο να συναντηθούν, για καμία ώρα το πολύ, πάντα κάτι επείγον έχουν να κάνουν μετά με το ταίρι τους και παρατάνε τον καφέ στη μέση.
Δεν έχουν απλά σχέση. Ζουν τα πάντα σε ζεύγος. Ξυπνάνε μαζί, τρώνε μαζί, πίνουν μαζί, κάνουν σεξ μαζί και ξανακοιμούνται μαζί.
Ακόμα και η δουλειά έχει πει στο ρελαντί. «Όλα καλά μωρέ, όπως τα ξέρεις», θα σου πουν.
Και όμως αυτοί οι ίδιοι άνθρωποι, κάποτε υπήρξαν δραστήριοι, φιλόδοξοι, η ψυχή της παρέας.
Αλλά τώρα όλα αυτά, ανήκουν στο μακρινό παρελθόν. Τα σκότωσε η εξάρτηση.
Γιατί εξάρτηση είναι αυτή η παράνοια, δεν είναι έρωτας.
Δε μπορεί να μην αισθάνονται την ανάγκη ν’αφιερώσουν δυο ώρες για εκείνους. Δυο ώρες με τους κολλητούς, χωρίς να επέμβει το έτερον ήμισυ.
Δε μπορεί να έχουν ξεχάσει εντελώς τα όνειρα που είχαν πριν και που αποτελούσαν στόχους ζωής.
Δε μπορεί να μην τους λείπει ο εαυτός τους.
Κάποια στιγμή θα τελματώσουν, όχι μόνο οι ίδιοι, αλλά και η σχέση που τόσο χρόνο αφιέρωσαν για να οχυρωθούν μέσα σ’αυτή.
Θα νιώσουν κενοί και ξαφνικά αυτό που τους κάλυπτε και τους ολοκλήρωνε, θα μεταμορφωθεί σε θηλιά στο λαιμό.
Και τότε θα τρέξουν να κλαφτούν σε φίλους που μέχρι πριν λίγο καιρό, ήταν περιττοί στην ευτυχία που ζούσαν.
Θα αρχίσουν ξανά να μοχθούν για την προαγωγή στη δουλειά.
Και θα ξαναθυμηθούν το κυνήγι της προσωπικής τους ευτυχίας.
Οι φίλοι όμως άραγε, θα έχουν ακόμη χρόνο για εκείνους;
Θα είναι εκεί να περιμένουν;
Η θέση του διευθυντή, θα παραμένει κενή;
Και τότε ίσως βρεθούν εκείνοι με ένα κενό θρονιασμένο στο σαλόνι και τη ζωή τους.
Γιατί η σχέση με τον εαυτό μας, είναι πιο η πολύτιμη και η μόνη που μένει στα σίγουρα πιστή ως το τέλος.