Μία από τις κύριες και σημαντικότερες παρατηρήσεις στον τομέα της ψυχολογίας μέσα στον εικοστό αιώνα, είναι πως οι ψυχολογικές έρευνες και οι επαγγελματίες του κλάδου, έτειναν να επικεντρώνονται παραπάνω στον «αρνητικό πόλο». Όταν λέμε αρνητικό πόλο, εννοούμε πως κάθε προσπάθεια έρευνας και θεραπείας φαινόταν να επικεντρώνεται στην αναζήτηση του «τι πάει λάθος» και «πώς μπορεί να διορθωθεί», παρά σε όλα όσα μπορεί να πήγαιναν καλά με ένα άτομο, το «θετικό πόλο» δηλαδή της κατάστασης και των συμπεριφορών. Σε μια επιστήμη τόσο σημαντική για το σύγχρονο άνθρωπο, όπως η ψυχολογία, η μονόπλευρη αυτή στάση μπορεί να θεωρηθεί δίχως αμφιβολία προβληματική. Έτσι λοιπόν, κατέληξε να αποκαλυφθεί και η ανάγκη ύπαρξης μιας πιο «θετικής» ψυχολογίας, που να επικεντρώνεται περισσότερο στην ευδαιμονία του ανθρώπου και τη διατήρησή της, παρά στη δυστυχία του και τη διόρθωσή της. Κάπως έτσι, προέκυψε και η γέννηση της Θετικής Ψυχολογίας.
Η Θετική Ψυχολογία, η οποία άργησε να έρθει στο προσκήνιο και εισήχθη από τον Martin Seligman μόλις το 1998, εμπνεύστηκε από την Ανθρωπιστική Ψυχολογία, που υποστηρίχθηκε από τους πρωτοπόρους Abraham Maslow, Carl Rogers και άλλους (μια πιο προσωποκεντρική προσέγγιση στην ψυχολογία και τη θεραπεία, που επικεντρώνεται στον κάθε άνθρωπο και ξεχωριστά, δίνοντας βάση στην ιδιαιτερότητα και μοναδικότητά του). Στηρίζεται καθαρά στην υποστήριξη των χαρακτηριστικών που οδηγούν έναν άνθρωπο στην καλύτερη δυνατή ψυχολογική και σωματική κατάσταση, εντός ενός προσωποποιημένου πλαισίου, που ταιριάζει στο κάθε άτομο ξεχωριστά. Υπήρχαν φυσικά σημαντικά πρόσωπα τα οποία προηγήθηκαν της ανακάλυψης της Θετικής Ψυχολογίας, συγκλίνοντας όμως στις απόψεις και στις προσεγγίσεις τους με τους βασικούς πυλώνες της. Ένας από αυτούς ήταν και Franz Alexander, ο οποίος αν και εκπαιδεύτηκε σύμφωνα με τις κλασικές ψυχαναλυτικές μεθόδους του Sigmund Freud, αποστάτησε από την παραδοσιακή δομή της ψυχανάλυσης, παρατηρώντας πως μια πιο προσωπική αντιμετώπιση του κάθε ατόμου εντός του πλαισίου της θεραπείας του, μπορούσε να βοηθήσει, ανά περιπτώσεις, πολύ παραπάνω. Μέσω των δικών του παρατηρήσεων και τοποθετήσεων, έφτασε ο κλάδος της ψυχολογίας, μέσα στα επόμενα χρόνια, να αγκαλιάσει την Υποστηρικτική Ψυχοθεραπεία, σε μια περίοδο της ιστορίας που ο ψυχολόγος και ο ψυχίατρος είχε το ρόλο του καθαρά ουδέτερου διαμεσολαβητή, μεταξύ του ατόμου και του οποιουδήποτε προβλήματος αντιμετώπιζε και η έννοια της Θετικής Ψυχολογίας δεν ήταν παρά ένα μακρινό όνειρο.
Η Υποστηρικτική Ψυχολογία συνδυάζει στοιχεία της Θετικής Ψυχολογίας με την παραδοσιακή ψυχαναλυτική μέθοδο, δίνοντας στον εκάστοτε θεραπευτή το ρόλο του υποστηρικτή του ατόμου, ο οποίος οφείλει να επαινεί, να συμβουλεύει, να καθοδηγεί και να ενθαρρύνει το θεραπευόμενο άτομο, αντιμετωπίζοντάς τον ως μια μοναδική περίπτωση, ως έναν άνθρωπο, παρά ως έναν ακόμη πελάτη στον οποίο δίνεται ένα συγκεκριμένο «προϊόν». Δημιουργώντας μια σχέση τέτοιας φύσεως, ο ψυχολόγος αποκτά τη δυνατότητα να επικεντρωθεί στην αντιμετώπιση των συμπτωμάτων του ατόμου και των προβλημάτων και δυσκολιών που δημιουργούν αυτά στη ζωή του. Η Υποστηρικτική Ψυχολογία πλησιάζει, λοιπόν, νοερά τη συμπτωματική θεραπεία, μια μέθοδο που ακολουθείται συχνά στην παθολογική ιατρική. Σκοπός είναι να ανακουφιστούν τα συμπτώματα, δίχως να αντιμετωπιστεί μετωπιαία η ίδια η ασθένεια όπως, παραδείγματος χάριν, γίνεται με την κοινή γρίπη.
Στο πλαίσιο της ψυχιατρικής, η ανακούφιση των συμπτωμάτων του θεραπευόμενου μπορεί πράγματι να προσφέρει πολλά. Εισερχόμενοι στον κόσμο μιας από τις πιο επικρατείς ψυχικές διαταραχές, που κατέχει τη δεύτερη θέση μετά τις διαταραχές που σχετίζονται με το άγχος, η κατάθλιψη και τα άτομα που πάσχουν από αυτήν, ανήκουν στις ομάδες που μπορούν να επωφεληθούν περισσότερο από μια τέτοιας φύσεως θεραπεία. Αξίζει αρχικά να σημειώσουμε πως από το 2009 μέχρι το 2014 υπήρξε άνοδος σε πάσχοντες από κατάθλιψη, της τάξεως του ογδόντα τοις εκατό, εντός της Ελλάδας και μόνο. Επιπρόσθετα, είχε αναφερθεί πως μέχρι το 2020, με τα ποσοστά και δεδομένα που ήταν διαθέσιμα εκείνη την περίοδο (αναφερόμαστε σε άρθρα και έρευνες των ετών 2017 και 2018), η κατάθλιψη θα είναι σε σειρά το δεύτερο αίτιο λειτουργικής ανικανότητας σε παγκόσμια κλίμακα. Όλα αυτά, δίχως να έχουν ληφθεί υπόψιν τα δεδομένα που υφίστανται πράγματι εντός του 2020 και 2021. Ο καθένας μας μπορεί να καταλάβει πως οι προβλέψεις ίσως και να μην ήταν τελικά ακριβείς και τα σημερινά ποσοστά να ανήκουν σε άλλες τάξεις, αφού δεν ήταν δυνατόν φυσικά να προβλεφθεί η σημερινή παγκόσμια κατάσταση.
Έχοντας συλλάβει πλέον μια γενική ιδέα, σχετικά με τη σημασία και τον τρόπο λειτουργίας της Υποστηρικτικής Ψυχολογίας και συλλέγοντας τις ανάλογες πληροφορίες που αφορούν μία από τις μάστιγες της σύγχρονης κοινωνίας, η οποία ακούει στο όνομα κατάθλιψη, ήρθε η ώρα να ενώσουμε τα δύο αυτά σημεία. Η υποστηρικτική θεραπεία, προσφέρει αυτό ακριβώς που υπόσχεται: υποστήριξη. Ένα από τα πιο βασικά και απαραίτητα στοιχεία στη θεραπεία της κατάθλιψης είναι ακριβώς αυτό: η υποστήριξη. Όλα τα προαναφερόμενα, όπως η ενθάρρυνση, οι συμβουλές και η προτροπή, τα οποία υπάρχουν εντός της υποστηρικτικής θεραπείας μπορούν να βοηθήσουν σε μεγάλο βαθμό στην ανακούφιση των συμπτωμάτων ενός ατόμου που πάσχει από κατάθλιψη, οδηγώντας σε καλύτερη ψυχολογική κατάσταση, η οποία μπορεί, σε συνδυασμό με άλλου είδους προσωποποιημένες θεραπευτικές παρεμβάσεις, να επιφέρει και τη ριζική αλλαγή.
Η απασχόληση με το «θετικό πόλο» είναι, δυστυχώς, μια συνήθεια η οποία κάθε άλλο παρά συνηθισμένη είναι εντός της δυτικής κοινωνίας. Η επικέντρωση στον «αρνητικό πόλο» μπορεί να βρεθεί σε κάθε γωνία και σε κάθε σοκάκι του δυτικού κόσμου. Ένας από τους απλούστερους τρόπους να το παρατηρήσουμε αυτό είναι και η popular culture. Τραγωδία, ίντριγκα, προβλήματα και θλίψη, είναι συχνά τα επίκεντρα των περισσότερων ταινιών, τραγουδιών και άλλων δημοφιλών μέσων μετάδοσης πληροφορίας και τέχνης των δυτικών. Φυσικά και εφόσον αυτές είναι μερικές από τις πιο συχνές θεματικές που αναλύουμε είτε σε προσωπικό επίπεδο, αντιμέτωποι με τους εαυτούς μας, είτε σε κοινωνικό, εντός συζητήσεων με γνωστούς, φίλους και οικογένεια, αυτό εξωτερικεύεται και μέσω των τρόπων έκφρασής μας και των απασχολιών μας. Δεν είναι και αυτός άραγε ένας από τους βασικούς λόγους που η κατάθλιψη μας πλησιάζει όλους μας πυκνά συχνά, αγκαλιάζοντας πολλούς από εμάς για μεγάλες χρονικές περιόδους; Και δεν είναι άραγε η υποστήριξη και η προσφορά μιας θετικής σκέψης και ενός θετικού συναισθήματος ένα αντίδοτο σε όλο αυτό τον πόνο;
Ανάλογες θεραπείες, όπως αυτή στην οποία έχουμε επικεντρωθεί σε αυτό το άρθρο, προσφέρουν ακριβώς αυτό. Η προσφορά αυτή ανακουφίζει και βοηθάει τους πάσχοντες και μπορεί να γίνει από επαγγελματίες με εκπληκτικά ευμενή αποτελέσματα. Είμαστε όμως όλοι μας υπεύθυνοι κατά κάποιον τρόπο. Σίγουρα δεν είμαστε επαγγελματίες, ούτε έχουμε όλοι κάποιο πιστοποιητικό ή πτυχίο, αλλά όλοι μας εντρυφούμε σε καθημερινή βάση στην ψυχοσύνθεση του εαυτού μας και όλων όσων μας περιβάλλουν, ο καθένας με το δικό του τρόπο και τη δική του αντίληψη. Είναι συνεπώς τόσο δύσκολο να προσφέρουμε κι εμείς με τη σειρά μας ο ένας στον άλλον στήριξη; Φυσικά, δεν είναι δυνατόν να γίνει με τον ίδιο τρόπο και την ίδια αποτελεσματικότητα που θα το κάνει ένας ειδικός και δίχως αμφιβολία ο κάθε άνθρωπος που πάσχει από κατάθλιψη το οφείλει στον ίδιο του τον εαυτό να αναζητήσει έναν επαγγελματία, ο οποίος γνωρίζει μέσω έρευνας και εμπειρίας πώς να τον καθοδηγήσει πίσω στη «φωτεινή πλευρά» της ζωής. Όσο περνάει όμως από το χέρι μας, δεν οφείλουμε και όλοι εμείς, οι συμπολίτες των ανθρώπων που πάσχουν, να τους δωρίσουμε έστω κι μία αχτίδα φωτός με μία μας πράξη, με ένα μας συναίσθημα; Δεν το χρωστάμε κι εμείς, κατά κάποιον τρόπο, στους ίδιους μας τους εαυτούς, τους οποίους θέλουμε να θεωρούμε ανθρώπους πάνω και πρώτα από όλα;
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη