Λένε, πως λαός που δεν ξέρει την ιστορία του είναι καταδικασμένος να την ξαναζήσει. Και σε προσωπικό επίπεδο, ίσως αν δε γνωρίζεις την ιστορία του τόπου σου, να ζεις χωρίς ένα τεράστιο κομμάτι του εαυτού σου. Δεν είναι ψέμα, επίσης, πως η ιστορία διδάσκει, πολλές φορές με άσχημο τρόπο, αλλά πάντα κάτι σε διδάσκει, μέσα από την πραγματικότητα που καταγράφεται σε βιβλία, που μένει από ιστορίες, σώζεται από μαρτυρίες κα με εκφραστικά μέσα κάθε είδους, που μπορούν να βοηθήσουν στην καλύτερη κατανόησή της, φτάνει στο κοινό. Κάπως έτσι κι η τέχνη.

Πόσους πίνακες, άραγε, έχουμε θαυμάσει και συγχρόνως αναρωτηθεί ποια είναι η ιστορία πίσω από τη δημιουργία τους; Με αυτή τη λογική, πόσες φορές, πέρα από επιστήμη, έχει υπάρξει και μορφή τέχνης η ιστορία η ίδια; Από μία έκθεση, ένα τραγούδι, ή τη δημιουργία μιας ταινίας βασισμένης σε ιστορικά γεγονότα,  η τέχνη στέκεται αρωγός της ιστορίας και πολλές φορές μας βοηθάει στην καλύτερη κατανόησή της και τη διατήρησή της στη μνήμη μας. Αμέτρητες οι περιπτώσεις όπου η ιστορία αποτυπώθηκε καλύτερα μέσα από αυτή. Ας πάρουμε για παράδειγμα ακόμη και τα σχολικά εγχειρίδια, που μαζί με το ιστορικό θέμα που αναλύουν κάθε φορά, παραθέτουν και κάποιο πίνακα σε μικρογραφία για το θέμα αυτό. Γιατί; Ώστε οι μαθητές με τη βοήθεια του καθηγητή κι όσων έχουν διδαχτεί, να μπορέσουν να δουν το θέμα που αναλύουν κι υπό το πρίσμα της τέχνης.

Αυτή τη φορά, ο συνδυασμός της μάς πάει στην περίοδο της Κατοχής, που αποτελεί αναμφισβήτητα μια σκοτεινή στιγμή στην ιστορία της Ελλάδας αλλά και όλων των χωρών που βρέθηκαν υπό ιταλικό ή και γερμανικό ζυγό. Γι’ αυτή την περίοδο έχουν δημιουργηθεί μυθιστορήματα, ποίηση, ταινίες, πίνακες ακόμη και τραγούδια που συμβάλλουν στο να μάθουν οι νεότεροι τι συνέβη και πόσοι μα πόσοι άνθρωποι πληγώθηκαν και στοιχειώθηκαν από τα τέρατα των Ναζιστών. Ακριβώς γι’ αυτή την περίοδο, λοιπόν, έμαθα μόλις πριν λίγες μέρες κάτι που αγνοούσα στην πόλη μου.

 

 

Αφορμή στάθηκε μια έκθεση μεταπτυχιακών φοιτητών του τμήματος Καλών Τεχνών του Πανεπιστημίου Ιωαννίνων. Μια έκθεση που αποφασίστηκε να στηθεί σε ένα υπόγειο. Το υπόγειο της Ζωσιμαίας Σχολής. Ένα κτίριο που λειτουργεί σαν σχολείο από την ίδρυσή του το 1828. Γιατί λοιπόν η έκθεση να μη στηθεί μέσα στο κυρίως κτίριο; Η απάντηση φυσικά βρίσκεται στο ότι, το συγκεκριμένο υπόγειο, χρησιμοποιήθηκε ως τόπος κράτησης και φυλάκισης Εβραίων, ανθρώπων που κατηγορήθηκαν ως αντάρτες ή κομμουνιστές και φυλακίστηκαν για την ιδιότητά τους ή για την υποψία αυτής. Κι ενώ δεν αγνοούσα τι γινόταν εκείνη την περίοδο, κι εγώ, όπως και οι περισσότεροι Γιαννιώτες, δεν ξέραμε αυτόν τον τόπο φυλάκισης.

 

 

Φυσικά, τα έργα της έκθεσης είναι ανάλογα με το θέμα της. Πίνακες που εκφράζουν απόγνωση, φόβο, πολλές φορές τρόμο, εκθέματα που σου δείχνουν την ψυχική αλλά και σωματική κατάρρευση των κρατουμένων. Εντύπωση προκαλεί ένα έργο με αποτυπωμένες όλες τις σκέψεις ενός κρατουμένου πάνω του. Πρόκειται για ένα μαξιλάρι, που πάνω έχουν γραφτεί όλες του οι λέξεις που είχε μέσα του για τη γυναίκα του, την οικογένειά του ή το τι περιμένει τον ίδιο. Πιο πέρα, κλέβει το βλέμμα ένας πίνακας που αναπαριστά έναν μαθητή σε έναν χώρο που θυμίζει φυλακή και καταδεικνύει το φαινόμενο της σύλληψης, ακόμη και μικρών παιδιών, τη φριχτή περίοδο αυτή.

 

 

Από την έκθεση δε λείπει και το ιστορικό υπόβαθρο. Υπάρχουν αφίσες που αναφέρουν γεγονότα επίταξης σπιτιών, με το έτσι θέλω και χωρίς να δίνεται χρόνος στους ενοίκους να δουν τι θα κάνουν. Μαρτυρίες που ακούγονται από ανθρώπους που φυλακίστηκαν αλλά κατάφεραν να γλιτώσουν, είτε από αυτόν τον χώρο κράτησης, είτε από τα στρατόπεδα συγκέντρωσης στα οποία στάλθηκαν. Και φυσικά, αναφορά και στον διευθυντή της Ζωσιμαίας Σχολής εκείνη την περίοδο, Χρήστο Σούλη, ο οποίος φυλακίστηκε δύο φορές κατά τη διάρκεια της Κατοχής στο υπόγειο της σχολής που διηύθυνε.

 

 

Κι επειδή η τέχνη σε πάει όπου εκείνη θέλει, όπως άκουγα τη μαρτυρία ενός Εβραίου για τα τρένα που τους μετέφεραν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, σκέφτηκα την σκηνή από το «Bent» που κυκλοφόρησε το 1997. Περιττό να πω πως μέχρι να δω την ταινία αγνοούσα πως όταν οι κρατούμενοι έφταναν στα στρατόπεδα συγκέντρωσης, τους ξεχώριζαν βάσει καταγωγής, σ3ξουαλικότητας, πολιτικών και θρησκευτικών πιστεύω. Κίτρινο αστέρι για τους Εβραίους, ροζ για τους ομοφυλόφιλους, πράσινο οι Ρομά, μωβ οι μάρτυρες του Ιεχωβά και κόκκινο οι κομμουνιστές. Στην ταινία λοιπόν, ο πρωταγωνιστής, κλικάροντας στο κουτάκι «ομοφυλόφιλος», δηλώνει πως είναι Εβραίος, πιστεύοντας πως με αυτόν τον τρόπο θα επιβιώσει πιο εύκολα. Η ταινία μας δίνει μια γεύση από τον τρόπο μεταφοράς των κρατουμένων, τον τόπο μεταφοράς τους και τα βασανιστήρια (σωματικά και ψυχολογικά) που υφίσταντο. Βασανιστήρια που τους έφταναν στο χείλος της τρέλας. Κι έτσι, εντελώς συνειρμικά, σκέφτηκα πώς ένιωθαν κι εκείνοι οι άνθρωποι, στοιβαγμένοι στο υγρό αυτό υπόγειο στα Γιάννενα.

Η ιστορία λοιπόν μας διδάσκει, τις περισσότερες φορές με δυσάρεστο τρόπο. Όμως, το να την παρακολουθήσεις και το να την κατανοήσεις, δε συνεπάγεται μόνο το να διαβάσεις γι’ αυτή, αλλά και το να τη ζήσεις, κατά κάποιον τρόπο. Να τη δεις να ζωντανεύει, να αναπνέει, να ορθώνεται. Την ιστορία χρειάζεται και να τη δεις στις πραγματικές της διαστάσεις και σε αυτό συμβάλλει η τέχνη, σε όποια μορφή της μπορεί να μετουσιώσει τα ιστορικά γεγονότα. Με έναν όρο: πάντα, σε όποια μορφή και να βρίσκεται, να μπορεί να σεβαστεί την ιστορική αλήθεια.

 



 

Συντάκτης: Ελευθερία Ιωάννογλου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου