Το να μοιραζόμαστε το ίδιο δωμάτιο με κάποιο από τ’ αδέρφια μας είναι μια πρακτική πολύ κοινή στη δομή της ελληνικής οικογένειας, αφού πολύ συχνά δεν υπήρχε χώρος τ’ αδέρφια να έχουν το δικό τους δωμάτιο το καθένα, αλλά κι η έννοια της ιδιωτικότητας δεν είχε και τόσο μεγάλη αξία (καλώς ή κακώς). Μια συνήθεια που μπορεί κάποιες φορές να μας εκνεύριζε, ειδικά στις περιπτώσεις που θέλαμε να απομονωθούμε, αλλά που εν τέλει προσέφερε πολλά στις μεταξύ μας σχέσεις και στον τρόπο που μεγαλώσαμε κι αντιμετωπίζουμε, πια, τον κόσμο.
Ζώντας τόσο καιρό σε ένα δωμάτιο με συγκάτοικο, κατανοήσαμε πως η συνύπαρξη διαμορφώνει μια διαφορετική σχέση κι έναν ιδιαίτερο δεσμό με τον αδερφό ή την αδερφή που μας χώριζε ένα μόνο κρεβάτι. Πολλοί ειδικοί, μάλιστα, προσυπογράφουν πως το μοίρασμα του παιδικού δωματίου μπορεί να επιτρέψει μεγαλύτερη εγγύτητα μεταξύ των αδελφών αλλά κι ένα είδος συμμαχίας. Η σχέση που αναπτύσσεται μπορεί να είναι πολύ θετική, και χρήσιμη, σύμφωνα με την Dr. Tish Taylor, παιδοψυχολόγο και συγγραφέα του βιβλίου Fostering Connections: Building Social and Emotional Health in Children and Teens.
Καθώς μοιραζόμαστε ένα δωμάτιο δεν μπορεί να είναι όλα ρόδινα και λογικά θα υπάρξουν τσακωμοί και γκρίνια, κυρίως για την έλλειψη χώρου. Όμως, με τον τρόπο αυτό αναπτύσσονται οι επικοινωνιακές και διαπραγματευτικές ικανότητες του κάθε παιδιού. Μαθαίνουμε, δηλαδή, να εξηγούμε πιο σωστά τι θέλουμε, αλλά και τον τρόπο να κάνουμε πίσω. Ακόμα και μια συζήτηση για το πού θα μπουν τα πράγματα του ενός και του άλλου, για να μην υπάρχουν εντάσεις αργότερα, μπορεί να δημιουργήσει δεξιότητες μέσα μας σχετικά με τον συμβιβασμό ή τη διπλωματία, πράγμα που σίγουρα θα μας προκαλέσουν τα αδέρφια μας να εξασκήσουμε.
Έπειτα, μένοντας μαζί, αναγνωρίζουμε και νοιαζόμαστε ο ένας τις ανάγκες του άλλου. Δεν έχουμε όλοι κάθε ώρα τις ίδιες ανάγκες, ούτε την ίδια διάθεση. Κι αυτό είναι κάτι απόλυτα λογικό, όμως είναι κάτι που δεν μπορούν να κατανοήσουν όλοι. Τα αδέρφια, όμως, που μοιράζονται το ίδιο δωμάτιο, καταλαβαίνουν τι χρειαζόμαστε και πότε, όπως κι εμείς, αυτά. Αναπτύσσουμε ένα είδος εξωλεκτικής επικοινωνίας και βοηθάμε τα αδέρφια μας να αισθανθούν καλύτερα χωρίς τη συνδρομή των γονιών.
Εδώ που τα λέμε, συχνά αισθανόμαστε πιο ασφαλείς και κοιμόμαστε και καλύτερα. Ειδικά τα μικρότερα αδέρφια, έχουν την αίσθηση της ασφάλειας, όταν ξέρουν πως έχουν κάποιον στο ίδιο δωμάτιο, όταν κοιμούνται. Επιπρόσθετα μαθαίνουμε να κοιμόμαστε πιο εύκολα και πιο βαθιά, ακόμη κι αν κάποιος κάνει πιο ταραχώδη ύπνο, ροχαλίζει ή θέλει ένα φωτάκι ανοικτό, ενώ εμείς απόλυτο σκοτάδι.
Και ποιος θα αρνούνταν ότι αφού μοιράστηκε ένα τόσο δα δωματιάκι με τα αδέρφια του, πήρε μαθήματα συντροφικότητας κι αλληλοσεβασμού; Μεγαλώνουμε μαζί με κάποιον άλλο στο δωμάτιο, άλλωστε, σημαίνει να ξέρουμε πως έχουμε έναν άνθρωπο να μοιραστούμε τα ξενύχτια μας, το διάβασμά μας, την καλημέρα μας, το συμμάζεμά μας. Έχοντας συγκάτοικο στο παιδικό μας δωμάτιο, αποκτούμε έναν δια βίου σύντροφο, όση χιλιομετρική απόσταση και να δημιουργηθεί μεταξύ μας στο μέλλον. Κι αν κι οι αδερφικοί δεσμοί είναι γενικά ισχυροί κατά κοινή ομολογία, με όποιο από τα αδέρφια μας μοιραστούμε το ίδιο δωμάτιο, θα ενισχυθούν ακόμη περισσότερο. Γίνεται το άτομο στο οποίο θα τρέξουμε αν προκύψει κάτι κι αντίστοιχα αυτό, θα τρέξει σε εμάς. Το πρώτο άτομο στο οποίο θα πούμε όσα ευχάριστα ή δυσάρεστα μας συμβαίνουν, ακόμη κι όταν πάψουμε να είμαστε συγκάτοικοι.
Μοιραστήκαμε το δωμάτιό μας με τα αδέρφια μας κι αυτό, τελικά, σημαίνει τα πάντα. Μάθαμε να δίνουμε, να σεβόμαστε τον προσωπικό χώρο, να γινόμαστε πιο δεκτικοί, να κάνουμε και λίγο πέρα, να φροντίζουμε και να αφήνουμε να μας φροντίσουν. Καθόλου άσχημα δεν ήταν τελικά, ε;
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου