Στα χρόνια της δημοκρατίας που εμείς δε γνωρίσαμε και πιο συγκεκριμένα στην αρχαία Αθήνα, η λέξη ευθύνη και η σημασία της αποτελούσαν ιδανικό που έλαμπε από μακριά. Δε συνδεόταν με τις προθέσεις, αλλά με τα πεπραγμένα.  Όποιος την απέφευγε, τιμωρούταν. Όποιος το έβλεπε, παραδειγματιζόταν. «Εὔθυνος», κάποτε, ονομαζόταν ο αρμόδιος άνθρωπος στο πρόσωπο του οποίου λογοδοτούσαν όσοι αποχωρούσαν από το δημόσιο βίο και είχαν ασκήσει προηγουμένως εξουσία ή διέθεταν κάποιο αξίωμα, μία ανώτατη θέση. Στόχος ήταν να διαπιστωθεί η υπευθυνότητα ή η ανευθυνότητα των ίδιων, υπήρχε δηλαδή τιμωρία που συνεπαγόταν παραδειγματισμό -το σημερινό «δες τι έπαθε εκείνος και μην τολμήσεις να κάνεις το ίδιο!».

«Η υποχρέωση κάποιου ν’ ανταποκριθεί σε ορισμένη εντολή ή υπόσχεση»· πώς, δηλαδή, να μη φοβίζει ένας τέτοιος ορισμός όταν εμπεριέχει την υποχρέωση και την υπόσχεση σε τόσο κοντινά όρια; Δηλώνει την υπαιτιότητα· ποιος θα βγει να παραδεχτεί εκεί έξω ότι φταίει, άραγε; Υπογραμμίζει την αρμοδιότητα και όλοι γνωρίζουμε πως η ίδια απαιτεί έλεγχο για ό,τι λες ή πράττεις. Είναι σκληρό να σε ελέγχουν, αλλά ακόμη πιο σκληρό είναι να έχεις το θράσος να ελέγχεις εσύ τον εαυτό σου.

Η ευθύνη, όσο ενέπνευσε ανά τους καιρούς άλλο τόσο χρησιμοποιήθηκε στο όνομα ενός δήθεν ηρωισμού. Όσες φορές έγινε ποίημα ή λογοτεχνικό βιβλίο, άλλες τόσες σχολιάστηκε άδοξα σε πάνελ εκπομπών ή σε ραδιοφωνικές σάτιρες. Την έπιασαν πολλοί και διάφοροι στο στόμα τους, λιγοστοί όμως τη σήκωσαν στους ώμους. Την απαρνήθηκαν και τη μεταβίβασαν αλλού, λες κι ήταν στρέμμα, οικόπεδο προς πώληση από εκείνα που στοιχίζουν μια περιουσία και δεν τα θέλει κανείς. Την έκαναν καραμέλα και νόμισαν πως την ανέλαβαν επάξια, ξέχασαν όμως ότι έπρεπε πρώτα να μπουν στη διαδικασία του να ξεβολευτούν, να αλλάξουν συνήθειες και νοοτροπίες χρόνων που ρίζωσαν στο πετσί τους απ’ το πιπίλισμα.

Όποιος αναλαμβάνει, εκτίθεται. Ίσως, ακριβώς αυτή η έκθεση να φοβίζει, τα τρίτα βλέμματα να αποθαρρύνουν, η κριτική να είναι ανυπόφορη. Ο άνθρωπος που αναλαμβάνει τις δικές του ευθύνες -ή και όχι- έχει στα μάτια του μια ειρωνεία που του έμαθε να επιβιώνει ενάντια σε κάθε σχόλιο, σε κάθε χαμόγελο που από πίσω του έκρυβε το «δεν πρόκειται να σου βγει σε καλό αυτό που πας να κάνεις».

Να μιλάς ευθέως, να είσαι ευθύς, να πηγαίνεις ευθεία. Όλα για κάποιο λόγο. Γιατί, ο υπεύθυνος άνθρωπος είναι αυτός που, ενδεχομένως, δε λοξοδρομεί. Που ακόμα κι αν δε γνωρίζει πού οδηγεί το μονοπάτι που ακολούθησε, το επέλεξε συνειδητά.

Όποιος ξέρει ν’ αναλαμβάνει, γνωρίζει και να χάνει. Είναι προσόν να ηττάσαι και να μη ρημάζεσαι, να μπορείς να δηλώνεις πως φταις αλλά να το γυρνάς όλο αυτό υπέρ μίας κατάστασης, υπέρ μίας ιστορίας ή μίας διαδικασίας. Είναι μεγάλο πράγμα να βαράει ο εγωισμός σου κόκκινο για να καταφέρεις να βγάλεις εις πέρας επάξια κάτι που εσύ ο ίδιος ανέλαβες, που είπες «θα το πάρω πάνω μου» και ειλικρινά δεν άφησες τίποτα γύρω – γύρω να περισσέψει.

Δεν έχει αλλάξει η έννοια της ευθύνης μέσα στα χρόνια, αλλά εμείς. Έχει διαφοροποιηθεί η αντίληψή μας, αποκλίνει η ανταπόκριση που διαθέτουμε, ζούμε στον ίδιο κόσμο αλλά ταυτόχρονα σε διαφορετικό. Αποφεύγουμε να δώσουμε έμφαση, γιατί αν ασχοληθούμε λίγο παραπάνω μπορεί να υπογράψουμε έναν φαύλο κύκλο και οι πολλές ευθύνες όταν δεν μπορείς να διαχειριστείς τη μία, είναι θάνατος.

Δεν έχει διαχρονική χροιά η ευθύνη και οι προεκτάσεις της. Δεν υφίσταται διαχρονικότητα όταν υπάρχει φθορά που συντρίβει την αξία, ανάλωση που επαναλαμβάνει λανθασμένα τη σημασία, υποτιθέμενη γενναιότητα που καταλήγει να σε εξοργίζει. Δεν μπορεί να είναι διαχρονική έννοια η ευθύνη κι αν επιμένουμε ακόμη να την εξυμνούμε ή να γράφουμε τιμητικές συγχορδίες για χάρη της, τότε είμαστε ψεύτες για χιλιοστή φορά.

«Ν’ αγαπάς την ευθύνη», έχει γράψει ο Νίκος Καζαντζάκης.  Παρ’ όλα αυτά δεν μπορείς να σώσεις μόνος σου τον κόσμο -άλλωστε, οι προσγειωμένες απόψεις θα είναι για πάντα οι αγαπημένες μου. Προσγειωμένα και συνειδητά, λοιπόν, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα το μοναδικό πράγμα που δεν έχει αλλάξει είναι η δυσκολία του να πει κανείς «εγώ φταίω». Όταν φτάσουμε στην εποχή που θα το λέμε και πραγματικά θα το εννοούμε, τότε θα μιλάμε για έναν κόσμο που εξαιτίας μας έγινε καλύτερος.

 

 

Συντάκτης: Γωγώ Κυριακίδου
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου