Πριν γίνεις οτιδήποτε σε αυτόν τον κόσμο, οφείλεις να γίνεις μια ολοκληρωμένη προσωπικότητα. Ναι, είναι υποχρέωση απέναντι στον εαυτό, στον σύντροφο, στο παιδί, σε ό,τι κι αν επιλέξεις ύστερα να αποκαλέσεις «εμείς» το να έχεις πρώτα κατανοήσει το «εγώ». Πρέπει να σε φροντίσεις, γιατί μόνο έτσι θα είσαι ικανός να φροντίσεις ό,τι αγαπήσεις.
Όλα έχουν μία αφετηρία. Ακόμα κι οι πιο περίπλοκες ιστορίες που μοιάζουν γεμάτες μυστήριο και σαν να είναι βγαλμένες από σενάριο υπερπροσπάθειας και πηγαίου ταλέντου, έχουν αρχή. Κι αυτή η αρχή είμαστε εμείς. Τα παιδικά μας χρόνια, οι μνήμες και οι προσπάθειες που κάναμε για να μας βρούμε. Για να βρούμε ποιοι πραγματικά είμαστε και προς τα πού θέλουμε ειλικρινά να κατευθυνθούμε.
Δεν είναι τόσο αυτονόητο όσο φαίνεται. Κάπου στη διαδρομή, μας ξεχνάμε. Ξεχνάμε πως αν δε μας κοιτάξουμε, δε θα βρεθεί κανείς να το κάνει. Ξεχνάμε πως κανένας άνθρωπος δεν είναι -κι ούτε θα είναι- υποχρεωμένος να μας αποσυνθέσει και να μας φτιάξει ιδανικά λες και είμαστε παζλ με κομμάτια σε λάθος θέσεις, ούτε να φιλήσει τα μελανά σημεία μας και να τα κάνει να περάσουν μπαίνοντας σε διάθεση στοργικού γονέα. Δε θα φύγουν άλλωστε τα σημάδια, εκεί θα είναι. Κι όσο περισσότερο θα τα αγνοούμε, τόσο θα δυναμώνουν. Ρεαλισμός λέγεται, δε μ’ αρέσει, αλλά έχει τη βάση του και τους υποστηρικτές του για κάποιο λόγο.
Η συνειδητοποίηση είναι τεράστιο κατόρθωμα, γι’ αυτό ανήκει σε λίγους. Αν δεν κοιτάξεις μέσα σου, δεν μπορείς να εντοπίσεις τίποτα τριγύρω σου. Σαν ένα μεγάλο αλλά σκοτεινό δωμάτιο, στο οποίο αν δεν ανάψουμε τους διακόπτες θα καταλήξουμε να προχωράμε με τα χέρια τεντωμένα χτυπώντας από τοίχο σε τοίχο. Κι ο διακόπτης στην προκειμένη περίπτωση βρίσκεται πάνω μας. Eίναι πολλά αυτά που νοσούν δίπλα μας. Δεν τα βλέπουμε μέσα στη βιασύνη, μέσα στις χιλιάδες φιλοδοξίες που κρύβουμε πίσω από τα κατεβασμένα ρολά. Τα αγνοούμε, ενώ βρίσκονται μία πόρτα δίπλα μας, αυτήν την πόρτα που κλείνουμε και κλειδώνουμε καθημερινά.
Φωνάζουμε για να αλλάξει ο κόσμος. Κάνουμε διαδηλώσεις και φασαρία, ποστάρουμε τη γνώμη μας και σπρώχνουμε τα πάντα προς την αλλαγή που λαχταρούμε. Ξεχνάμε, όμως, από πού ξεκινούν όλα τα προβλήματα κι επιχειρούμε το ακατόρθωτο. Γιατί, φοβόμαστε να παραδεχτούμε πως το πρόβλημα είναι ατομικό.
Δεν είναι φυσιολογική η αδιαφορία. Δεν είναι φυσιολογική η σιωπή απέναντι στο καλό του άλλου ανθρώπου, γνωστού ή ξένου. Μυρίζει εγωισμό και ακαλλιέργητη νοοτροπία, που έγινε συμφέρον και μετέπειτα συνενοχή, αφού όλα είναι μία αλυσίδα που καταλήγει να μας πνίγει. Ο αγώνας απέναντι στο άδικο για να έχει αποτέλεσμα, πρέπει να προέρχεται από ανθρώπους που έχουν φροντίσει πρώτα όσα είναι, για να μπορούν να λένε ό,τι είναι. Δεν είναι επίδειξη καλού χαρακτήρα ή κοινωνικής μόρφωσης, είναι απλά «έχω δουλέψει με τον εαυτό μου και μπορώ να σου κάνω καλό».
Διαφορετικά, σε ρημάζω. Βγάζω τα κόμπλεξ, τις παραξενιές και τις ελλείψεις μου πάνω σου. Γιατί, δεν αισθάνομαι αρκετός κι αυτό από μόνο του είναι αρκετό. Γιατί, άφησα τις κακές εμπειρίες μου να αφομοιωθούν λανθασμένα μέσα. Γιατί, δε με νοιάστηκα. Άρα, δε θα νοιαστώ ούτε εσένα.
Κι όσο τρελό κι αν φαντάζει, άλλο τόσο αληθινό είναι. Είναι απόλυτα λογική κάθε σχέση τέτοιου τύπου, κάθε αδιαφορία προς το συνάνθρωπο, κάθε σιωπή απέναντι στο σημαντικό. Είναι λογικό, γιατί εξηγείται. Έχει αρχή, μία αρχή που μπάζει και που δε θα σε αφήσει να μεγαλώσεις και να γίνεις η καλύτερη εκδοχή του εαυτού σου. Το καλό είναι ότι υπάρχει τρόπος και το κακό ότι είναι δύσκολος. Όποιος σου είπε πως η αλλαγή έρχεται εύκολα, ήταν ψεύτης.
Επιμέλεια κειμένου: Μαρία Ρουσσάκη