Είναι δικό σου. Στο έχουν μάθει, στο έχουν πει οι γονείς σου πολλές φορές με αυστηρό ύφος. Ξεχνούν να σου πουν, ακριβώς, τι εννοούν. Ξεχνούν να σου πουν τρόπους για να προστατεύσεις αυτό που είναι δικό σου. Και ξαφνικά, δεν είναι πια. Στο παίρνουν. Στο κλέβουν. Ξεπερνούν τα όρια. Δε σε ρωτούν. Εσύ τους αφήνεις, γιατί δεν ξέρεις τον τρόπο. Δε γνωρίζεις πώς να αρνηθείς, μέχρι ποιο σημείο να φτάσεις και πόσο πρέπει να φωνάξεις.
Είναι φρέσκο, αμήχανο, μπερδεμένο, δεν είσαι ακόμα σε θέση να το κατανοήσεις. Είσαι παιδί. Ούτε ο γιος που πρέπει όλοι να διαπαιδαγωγούν ούτε η κόρη που είναι αναγκασμένοι όλοι να προστατεύουν. Είσαι μικρό παιδί. Το ένα από τα πέντε παιδιά που πέφτει θύμα παρενόχλησης, που φτάνει ακόμα και σε κακοποίηση. Το ένα από τα τρία κορίτσια και το ένα από τα πέντε αγόρια που θα παρενοχληθούν πριν ακόμη προλάβουν να ενηλικιωθούν.
Μετατρέπεται με τον καιρό σε θολές κι ανεξήγητες αναμνήσεις, που πονάνε. Το σώμα δεν ξεχνά. Εκείνο το τράβηγμα, εκείνο το άγγιγμα, εκείνη η μέρα. Φτάνει η στιγμή που νιώθεις ασφάλεια κι αποφασίζεις να το εξηγήσεις, που δακρύζουν τα μάτια σου καθώς το μοιράζεσαι. Κι η πιο ειλικρινής απάντηση στο «γιατί τώρα;» είναι το «ήμουν παιδί». Το άγγιγμα ήταν στα μάτια σου αγαθό και η αγκαλιά συνέβη από αγάπη. Άλλωστε, τα πάντα έγιναν με τρόπο ώστε η σιωπή σου να είναι δεδομένη. Φεύγει το μεγαλύτερο βάρος της ζωής σου από μέσα σου, έστω κι έτσι.
Θυμάμαι τη μαμά μου να προσπαθεί να με κάνει να σκέφτομαι πίσω από τα λόγια και τις πράξεις των ανθρώπων, διπλά και τριπλά, ξανά και ξανά. Γιατί, σίγουρα δε γεννιέσαι μπορώντας να ξεχωρίσεις το είδος του αγγίγματος, του κομπλιμέντου ή της αγκαλιάς. Το μαθαίνεις. Στο μαθαίνουν. Η θεωρία του εσωρούχου λέει πως κανένας δεν μπορεί να προχωρήσει πέρα από το εσώρουχό σου, δηλαδή κανείς δεν μπορεί να σε αγγίξει σε σημεία του σώματός σου που καλύπτονται από το εσώρουχο. Αυτό θα μπορούσε να αποτελεί ένα ισχυρό όπλο, μα δεν είναι αρκετό από μόνο του. Δεν είναι αυτονόητο πως όλοι είμαστε σε θέση να προστατεύουμε το σώμα μας, την απόλυτη ιδιοκτησία μας. Όσο μιλούν οι αριθμοί και τα ποσοστά, δεν μπορούμε ν’ αμφιβάλλουμε γι’ αυτό.
Πρέπει να καλλιεργήσουμε στα παιδιά μας την εσωτερική φωνή, το συναίσθημα που βρίσκεται μέσα τους. Πρέπει να τα παροτρύνουμε να «ακούν» αυτά που αισθάνονται και να τα επιλέγουν. Να έχουμε πάντα δύο μάτια και δύο αφτιά ανοιχτά για ‘κείνα. Να δίνουμε βάση στα λόγια τους, να μην τα προσπερνάμε. Να τα εμπιστευόμαστε τυφλά κι απόλυτα. Είναι τόσο σπουδαία η δουλειά του γονέα, που μερικές φορές τρομάζει.
Κι έτσι, να είναι το σώμα των παιδιών μας δικό τους, να ξέρουν πώς να το διαφυλάξουν, να φροντίσουμε εμείς γι’ αυτό. Να το εξηγήσουμε, να το επαναλάβουμε, να δείξουμε, να λύσουμε κάθε απορία. Ποιο άγγιγμα είναι από αγάπη, ποιο όχι. Και γιατί. Να μιλήσουμε ανοιχτά, να συμβουλευτούμε κάποιον, να είμαστε κοντά και πιο κοντά και λίγο ακόμη, για να μην υπάρχει η παραμικρή αμφιβολία του τι είναι αποδεκτό και τι όχι. Είναι τόσο σπουδαία η ευθύνη που έχει ο γονέας απέναντι στο παιδί του, που μερικές φορές τρομάζει, μα όσο κι αν τρομάζει, δεν υπάρχει άλλη επιλογή από την ανάληψη. Γιατί, αν χαθεί η ελπίδα από τα μάτια των παιδιών, τότε ο κόσμος δεν μπορεί να αλλάξει με κανέναν τρόπο.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου