«Στρατιωτικός», απαντάς στην ερώτηση περί επαγγέλματος του μπαμπά ή της μαμάς σου. Με μια συγκρατημένη αλλά υπαρκτή περηφάνια, μ’ ένα κρυφό παράπονο και μια μικρή δόση ανασφάλειας στα μάτια. Γιατί ξέρεις, γνωρίζεις πολύ καλά πως πρόκειται για ένα επάγγελμα που δεν ταιριάζει σ’ όλους, το ‘χεις διαπιστώσει από πρώτο χέρι, το ‘χεις επιβεβαιώσει αμέτρητες φορές. Αρβύλες, υπηρεσίες, μεταθέσεις είναι για σένα λέξεις κλειδιά, αποτελούν μέρος της ζωής του γονέα που εργάζεται πάνω σ’ αυτό αλλά και του παιδιού ή των παιδιών που μεγαλώνουν πλάι του. Όχι εύκολη υπόθεση. Όσοι ξέρουμε, στο υπογράφουμε.
Δεν είναι λίγες οι φορές που έχουμε ρωτήσει πού είναι η μαμά ή ο μπαμπάς -αναλόγως τι συμβαίνει στον καθένα- κι έχουμε πάρει ως απάντηση «Έχει υπηρεσία, παιδί μου!». Αλλαγή σχεδίων, αλλαγή διάθεσης, αλλαγή ψυχολογίας γενικότερα. Η μόνη επιλογή, να περιμένεις το επόμενο πρωί.
Τουλάχιστον στις περισσότερες οικογένειες το «εμείς» είναι πάνω απ’ το «εγώ» -ή μάλλον έτσι θα ‘πρεπε να γίνεται πάντα- πόσο μάλλον όταν είσαι παιδί. Και πιο συγκεκριμένα όταν είσαι παιδί στρατιωτικού οφείλεις αυτό το «μαζί» να το εφαρμόσεις και στην πράξη. Μετάθεση. Έστω και μία φορά, όσο κι αν το αρνείσαι -δυστυχώς ή ευτυχώς- θα έρθει. Δεν μπορείς να κάνεις διαφορετικά. Ακολουθείς. Γιατί αυτή είναι η φύση του επαγγέλματος, αυτή είναι η νοοτροπία ενός στρατιωτικού κι άλλων, όμως, επαγγελμάτων. Να σε βγάζουν απ’ το πρόγραμμά σου, να σε ξαφνιάζουν και -μερικές φορές- να σε δυσκολεύουν.
Και ξαφνικά βρίσκεσαι αντιμέτωπος με μια νέα πραγματικότητα, με καινούριες συνθήκες, άλλη καθημερινότητα κι όλα αυτά μέσα σε αρκετά σύντομο χρονικό διάστημα. Πόσα αφήνεις πίσω, ε; Οι κολλητοί σου απ’ το σχολείο μετατρέπονται σε παλιοί συμμαθητές με τους οποίους πασχίζεις να κρατήσεις επαφή, μα δεν είναι πάντοτε εφικτό κάτι τέτοιο. Συγγενείς που από φυσικές παρουσίες και καθημερινές συναντήσεις γίνονται φωνές στο τηλέφωνο ή εικόνες στα σόσιαλ με μοναδικό σημείο επαφής τις γιορτές, τις αργίες ή τις σημαντικές μέρες. Δεν έχεις επιλογή. Ακολουθείς και πειθαρχείς με τη σειρά σου κι εσύ.
Ας πατήσουμε fast forward. Ενηλικίωση. Ναι, η στιγμή που είσαι σε θέση να πεις «όχι», που κατά κάποιον τρόπο αποδεσμεύεσαι απ’ τον οικογενειακό κλοιό, αλλά όχι απ’ το «εμείς» που αιώνια χαρακτηρίζει μια δεμένη οικογένεια. Είναι η ώρα που καταστρώνεις τη δική σου μετάθεση, τα δικά σου όνειρα, τους δικούς σου στόχους. Το «πρέπει» μεταμορφώνεται σε «θέλω» και παύει να ισχύει το αναγκαστικό, το φρόνιμο κι ελεγχόμενο πλαίσιο που τόσα χρόνια τηρούσες. Κανένας δεν είναι υποχρεωμένος να σε ακολουθήσει, κάνεις εσύ την επιλογή, εκούσια, να αφήσεις πράγματα κι ανθρώπους πίσω σου και χαίρεσαι μ’ αυτό. Δεν ανυπομονείς να επιστρέψεις, μα να κάνεις πρώτα όλα όσα θες. Μεγάλη στιγμή.
Όμως, όπου κι αν επιλέξεις να πας, όποια κι αν είναι η επιλογή σου και η μελλοντική σου ζωή πάντοτε θα σκέφτεσαι, θα μιλάς και θα φέρεσαι σαν το παιδί ενός στρατιωτικού -τιμή σου και καμάρι σου. Με την ίδια περηφάνια στο βλέμμα, το ίδιο παράπονο και μεγαλώνοντας με μία έκδηλη συγκίνηση για όσα θα σου έρχονται απρόσμενα στο μυαλό.
Υ.Γ. Μπαμπά, βαράω προσοχή και σ’ αγαπώ από μακριά!
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου