Όχι, δεν είναι όλοι οι άνθρωποι ίδιοι στη σύγχρονη πραγματικότητα. Δεν είναι όλοι οι νέοι παραβατικοί, δεν είναι όλοι οι παντρεμένοι άνθρωποι άπιστοι ούτε όλοι οι ηλικιωμένοι αγενείς. Δεν υπάρχει κανόνας, εμείς τον δημιουργούμε. Δεν υπάρχουν εξαιρέσεις, γιατί κι αυτές εμείς τις φτιάχνουμε. Είμαστε πολύ καλοί στα τεχνάσματα, στο μυστήριο και στην ίντριγκα. Ξέρεις, όμως, πού υστερούμε; Στο αυτονόητο.
Το τσουβάλιασμα δεν είναι σημείο των καιρών, υπήρχε ανέκαθεν αλλά δεν του δίναμε σημασία, δε μας συνέφερε, ταρακουνούσε τα θεμέλια που έγιναν σιγά -σιγά κληρονομιά. Το μόνο που χρειάζεσαι ώστε να βάλεις τα πάντα σ’ ένα τσουβάλι είναι μία καλή αφορμή κι ένα δυνατό άλλοθι, ώστε να μην εκτεθείς. Και μετά ξεκινά το ποιηματάκι «όλοι έτσι είναι, δυστυχώς», μα ευτυχώς δεν είναι όλοι έτσι.
Ευτυχώς υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που θα σε διακόψουν και θα προσπαθήσουν με επιχειρήματα να σε κάνουν να καταλάβεις πως αν η ζωή ήταν ή άσπρο ή μαύρο, τότε οι μισοί που πατάμε επάνω σ’ αυτή τη γη δε θα είχαμε λόγο ύπαρξης, θα χαλούσαμε την ομοιομορφία των υποτιθέμενων άκρων. Ευτυχώς υπάρχουν νέοι που δε σου κάνουν τη χάρη και δεν είναι παλιόπαιδα, όπως επιμένεις να τους χαρακτηρίζεις, ερωτευμένοι τύποι που ξέρουν να λύνουν προβλήματα και να θυμούνται γιατί διάλεξαν τον άνθρωπό τους. Ευτυχώς, δηλαδή, που υπάρχουν ακόμα σοφοί ηλικιωμένοι που χαίρεσαι να συναντάς στη ζωή σου και να ακούς με τις ώρες να σου μιλούν για θησαυρούς που δεν πρόκειται να βρεις αλλού.
Κι όταν εσύ λες «όλοι ίδιοι είναι» αναιρείς κάθε προσπάθεια για ένα βήμα παρακάτω, ενδεχομένως και κάποια προσπάθεια δική σου. Ένα βήμα πιο μπροστά μακριά από τις υποκλίσεις σε μία δήθεν ευτυχία που πια είναι ντεμοντέ, πέρα από προσποιητές συγγενικές φιλοφρονήσεις, πέρα από δασκαλεμένες σωστές συμπεριφορές. Κι εκεί που προσπαθούμε να αντιστρέψουμε τους ρόλους για να εφαρμόζουν καλύτερα σ’ όλους κι όχι μόνο στους μισούς, εσύ επαναλαμβάνεις το ποιηματάκι που σε αφορά περισσότερο απ’ όσο πιστεύεις. Όχι μόνο εσύ. Κι εγώ. Κι όλοι.
Αυτό ήταν πάντα το πρόβλημα, ότι φοβόμασταν κι εξακολουθούμε να τρέμουμε να πούμε κάτι διαφορετικό απ’ το χιλιοειπωμένο, γιατί τα βλέμματα είναι περισσότερο υποκριτικά απ’ όσο αντέχει η καρδούλα μας, γιατί το κόσκινο της γιαγιάς δε χωράει πάνω από πέντε ελαττώματα κι η προσωπική αλλαγή είναι πιο δύσκολη από την απέναντι.
Και κάπου μέσα σ’ αυτή την ομοιομορφία ξεχάσαμε να βάλουμε τον εαυτό μας, ξεχάσαμε να μας κρίνουμε, αφήσαμε το πιο σημαντικό στην άκρη. Η αλήθεια είναι πως το «αν οι άνθρωποι ήταν ίδιοι, ο κόσμος θα ήταν βαρετός» δε θα έπρεπε να είναι υπόθεση, αλλά κατάφαση. Γιατί, οι άνθρωποι δε διαφέρουν πολύ μεταξύ τους κι αυτό ακριβώς είναι το κορυφαίο τσουβάλιασμα, το γεγονός πως μοιάζουμε καταπληκτικά όλοι μας, αλλά για τους λάθος λόγους.
Για τους ίδιους λόγους δειλιάζουμε, για τους ίδιους λόγους τα παρατάμε και το βάζουμε στα πόδια. Με το ίδιο κίνητρο συνεχίζουμε, διεκδικούμε και επιτυγχάνουμε. Για τους ίδιους κι απαράλλαχτους ιδανικούς κόσμους πολεμάμε, όλοι και χωρίς καμία απολύτως εξαίρεση στον κανόνα. Βλέπεις πόσο σπαστικό είναι να γενικεύουν και να σε βάζουν μέσα χωρίς τη συγκατάθεσή σου; Να επιλέγουν το τσουβάλι σου και να μη σε ρωτούν να διαλέξεις έστω το χρώμα του;
Για κάθε μικρό παιδί, λοιπόν, που δεν ξέρει να ζει ενώ «εμείς μικρά παίζαμε στις αλάνες», για κάθε νέο άνθρωπο που «αυτά τους μαθαίνουν στο σπίτι τους;», για κάθε «όλοι ίδιοι είναι, τι περιμένεις;». Για όλα αυτά που έπρεπε να λαμβάνουμε ως δεδομένα και να συνεχίζουμε με γνώμονα τα ίδια, για κάθε δεύτερη σκέψη που κάναμε επειδή φοβηθήκαμε το τσουβάλιασμα εκείνων που μας δίδασκαν τάχα μου από αγάπη.
Η αλλαγή προϋποθέτει μετάνοια. Το να ζητάς συγνώμη και το επόμενο λεπτό να επαναλαμβάνεις το ίδιο λάθος εκτός από βλακεία είναι και κοροϊδία. Κι αν υπάρχει, τελικά, κάποιος σκληρός κριτής εκεί έξω αυτός δεν είναι ο υπόλοιπος κόσμος, αλλά ο ίδιος μας ο εαυτός. Εξάλλου, το δάχτυλο που τώρα δείχνει απέναντι, αύριο θα γυρίσει απ’ την άλλη μεριά.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου