Δύσκολα συναντάς ανθρώπους που μιλούν για θέματα που καίνε και πονάνε παράλληλα, αφού οι περισσότεροι δε θα σου μιλήσουν ειλικρινά ή θα αποφύγουν να σου απαντήσουν ευθέως. Η ψυχοθεραπεύτρια Έστερ Περέλ υποστηρίζει σε ομιλία της πως δεν υπάρχει μία συγκεκριμένη θέση, υπέρ ή κατά δηλαδή, όσον αφορά στην απιστία, στις προεκτάσεις, τους λόγους και τις συνέπειές της. Ένα νόμισμα έχει πάντοτε δύο όψεις -μου έλεγε ένας καθηγητής μου όταν επέμενα σε μια άποψη λέγοντας «γιατί, έτσι». Στην περίπτωση της απιστίας, ωστόσο, υπάρχουν παραπάνω από δύο πλευρές, αμέτρητες θα έλεγε κανείς.
Η μοιχεία, εμφανίστηκε ταυτόχρονα με το θεσμό του γάμου -όπως ήταν φυσιολογικό- και από τότε άρχισε ν’ αντιλαμβάνεται απ’ τους πάντες στερεοτυπικά. Η σημασία της μονογαμίας και του ανθρώπου που την επιλέγει ή όχι, άλλαξε πολλές σημασίες ανά τα χρόνια και σταμάτησε να σημαίνει το ένα και μοναδικό πρόσωπο στη ζωή μας, με τη σημερινή σημασία να αναφέρεται στην εκάστοτε σχέση -δεν πηγαίνουμε με άλλους όσο είμαστε μαζί, δηλαδή.
Η ψυχοθεραπεύτρια αναφέρει πως δεν υπάρχει ένας καθολικά αποδεκτός ορισμός για τη σημασία της απιστίας ούτε κάποιο ποσοστό που να διευκρινίζει ποιος απατά, ποιος το δέχεται και ποιος χωρίζει εξαιτίας αυτού. Το ζήτημα είναι πολύπλοκο, τα ζευγάρια εκατομμύρια και τα συναισθήματα σε κάθε περίπτωση εντελώς διαφορετικά.
Στη σύγχρονη πραγματικότητα θέλουμε και ονειρευόμαστε να είμαστε ευτυχισμένοι. Τυφλωνόμαστε από την επιθυμία μας αυτή τόσο πολύ που παίρνουμε διαζύγιο, χωρίζουμε, αλλάζουμε χώρα και σπίτι προκειμένου να είμαστε ακόμη πιο ευτυχισμένοι. Έχουμε θέσει τόσο ψηλά τον πήχη που μια ενδεχόμενη απιστία σημαίνει κρίση εμπιστοσύνης όχι μόνο προς το συγκεκριμένο πρόσωπο, αλλά γενικότερα. Κρίση ταυτότητας, πιο σωστά.
«Είναι ντροπή, σήμερα, να μένεις ενώ μπορείς να φύγεις». Πόσο μεγάλη αλήθεια; Το πρώτο πράγμα που θα πεις ή θα σου πουν όταν ακούσουν για απιστία είναι «φύγε, δεν το αξίζεις!». Θα σε κατηγορήσουν πως δε βλέπεις μπροστά σου, πως σε έχει τυφλώσει και χαζέψει ο έρωτας, ενώ εσύ δε θα μπορείς να τους εξηγήσεις ότι απλώς αγαπάς τον άνθρωπο που, ναι, σε πλήγωσε αλλά δε σταμάτησε να είναι ο ίδιος.
Έρευνες έχουν αποδείξει πως οι λόγοι για τους οποίους ένας άνθρωπος απατά μπορεί να σχετίζεται με κρυφούς του πόθους, με πράγματα που δεν έζησε ποτέ και κυρίως με τον εαυτό του παρά με τον άνθρωπο που επέλεξε για σύντροφο. Πολλές φορές η πράξη μοιχείας συνδέεται με σημαντικές απώλειες, προβλήματα υγείας που είναι δύσκολο να διαχειριστούν ή με φάσεις τέλματος στη σχέση. Κι αυτός που απιστεί τυφλώνεται όσο παράξενο κι αν φαντάζει, αφού δε θέλει τίποτα περισσότερο απ’ το να νιώσει ξεχωριστός ή να κυνηγήσει το απαγορευμένο που ανέκαθεν γοήτευε.
Ποτέ δεν μπόρεσα να καταλάβω γιατί οι περισσότεροι άνθρωποι που είναι απατημένοι συνεχίζουν να μένουν στην εν λόγω σχέση και να δίνουν ευκαιρίες. Δε νομίζω προσωπικά πως τίθεται θέμα ανάρρωσης, δεν ξέρω αν αυτό το πράγμα περνά, δεν πιστεύω ότι φεύγει από το μυαλό χωρίς να το στοιχειώνει ολημερίς ή απ’ το μέσα του καθενός χωρίς πρώτα να τον ρημάξει. Ό,τι κι αν λέγεται ή γράφεται πρόκειται για μια επιλογή, η οποία πληγώνει και προδίδει όσο καμία άλλη.
Η ειδικός κάνει λόγο για επαναπροσδιορισμό. Αναφέρει πως ύστερα από μία ιστορία απιστίας τα περισσότερα ζευγάρια μιλούν πιο καθαρά από ποτέ, λένε μεγάλες αλήθειες προκειμένου να βρουν τι έφταιξε και ίσως, να συζητούν μεταξύ τους για πρώτη φορά ουσιαστικά. Είναι πολύτιμο βήμα ο άνθρωπος που απάτησε να αναγνωρίσει το μέγεθος της τύφλωσής του και να διαπιστώσει το λάθος του απέναντι στον άνθρωπο που διάλεξε να έχει δίπλα του. Απ’ τη μεριά του αυτός που απατήθηκε οφείλει να βρει τη χαμένη του αυτοπεποίθηση, να δώσει βάση σ’ αυτά που αγαπά να κάνει προκειμένου να θεραπευτεί.
Δεν υπάρχει μία μονοδιάστατη φόρμα του θύτη και του θύματος σε μία τέτοια κατάσταση, αλλά και γενικότερα στη ζωή. Ούτε ο τρόπος προδοσίας είναι ένας ούτε οι άνθρωποι ίδιοι ούτε οι λόγοι συγκεκριμένοι -ειδικά σήμερα που οι άνθρωποι έχουν την επιθυμία να είναι ερωτευμένοι με τον σύντροφό τους για να παντρευτούν και να κάνουν οικογένεια.
Το -υποτίθεται- σύγχρονο μυαλό μας εξακολουθεί να μη συζητά τέτοια θέματα, τα οποία είναι ταμπού παρ’ όλο που συμβαίνουν. Και συμβαίνουν παντού, συνέχεια, στον καθένα. Αν λοιπόν κάποια στιγμή στη ζωή μας τυφλωθούμε τόσο ώστε να πράξουμε ενάντια στα πιστεύω και στην κοσμοθεωρία μας να έχουμε στο νου μας πως το «εγώ, ποτέ» και το «εγώ, πάντα» είναι φράσεις που αναιρούνται από μόνες τους μόλις ειπωθούν. Γιατί, όταν αγαπάς τυφλώνεσαι. Το θέμα είναι τι θα κάνεις όταν επιτέλους δεις καθαρά. Αν δεις.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου