Ο άνθρωπος, αναμφισβήτητα, είναι «ζώο κοινωνικό». Γεννιέται σε ομάδες, αναπτύσσεται σ’ αυτές, αποκτά συνείδηση του κόσμου που τον περιβάλλει και συνυπάρχει μέσα σε σύνολα άλλων ανθρώπων. Είμαστε το πρώτο ή το τελευταίο παιδί μιας οικογένειας, τα χαϊδεμένα της μαμάς, οι φρόνιμοι ή οι άτακτοι της τάξης, οι έξυπνοι ή οι βλάκες της παρέας κλπ. Αργότερα, θα γίνουμε οι πετυχημένοι ή οι αποτυχημένοι, οι εραστές ή τα μπακούρια και πάει λέγοντας. Μια ζωή τρέχουμε πίσω απ’ τους άλλους και, συνειδητά ή ασυνείδητα, επιζητούμε την επιβράβευση και την αποδοχή τους -ή διαλυόμαστε απ’ την απόρριψη και τον αποκλεισμό.
«Αν δε μαζέψεις τα παιχνίδια σου, δε θα πας βόλτα», «Αν δε συγυρίσεις το δωμάτιό σου, δε θα δεις τηλεόραση», «Αν δε διαβάσεις, δε θα βγεις έξω!». Η απειλή της στέρησης αυτού που μας δίνει χαρά οδηγεί στη συμμόρφωση και στην επιθυμητή συμπεριφορά. Όλη η σχολή των μπιχεβιοριστών στηρίζεται στην κλασική εξαρτημένη μάθηση, μέσα απ’ την αμοιβή και την τιμωρία. Κατά συνέπεια, ο άνθρωπος φοβούμενος την τιμωρία, ακολουθεί τη συμπεριφορά που του επιτρέπει να ‘ναι συμβατός με τους γύρω του και να απολαμβάνει τις μικρές δόσεις χαράς που του παρέχονται ως επιβράβευση.
Φανταστείτε, λοιπόν, μέσα σ’ αυτές τις αυστηρές δομές της ομάδας, να έρχεται η στιγμή όπου οι άλλοι ή ο ηγέτης συνήθως των άλλων, μας κουνά απειλητικά το δάχτυλο και μας απειλεί με αποκλεισμό. «Δε σε παίζω ή δε σε παίζουμε» κι εμείς μετέωροι. Έξω απ’ τον κύκλο, να στροβιλιζόμαστε στο χάος του εξοστρακισμού. Αποβλημένοι απ’ το σύνολο, με μια διατάραξη της νόρμας, μένουμε σε μια γωνιά και καταπίνουμε οριακά το λυγμό που νιώθουμε να ξεπηδά από όλη μας την ύπαρξη. Κι αυτός, που μας έχει αποβάλει, ατάραχος κι αμετανόητος με τη δύναμη που αντλεί απ’ την ομάδα. Μπορεί να ‘ναι ο νταής της παρέας ή απλά ο μεγάλος μας αδελφός, που δε χώνεψε ποτέ το γεγονός ότι μπήκαμε απρόσκλητοι μια μέρα και τον εκτοπίσαμε απ’ την πρωτοκαθεδρία, κοιτώντας μας ψυχρά χωρίς ίχνος επιείκειας.
Αυτή τη στιγμή θα τη θυμόμαστε πάντα. Ακόμα κι αν, μεγαλώνοντας, το συγκεκριμένο περιστατικό ξεχαστεί, η ανάμνηση του φόβου της αποβολής, της εγκατάλειψης απ’ τον άλλο ή τους όποιους άλλους, θα ζει βαθιά μέσα μας και θα ρυθμίζει ασυνείδητα τις επιλογές μας. Θα ανεχόμαστε παραξενιές κι ιδιοτροπίες, στην καλύτερη περίπτωση, ή, στη χειρότερη, προσβολές και χειριστικές συμπεριφορές, για να μη χρειαστεί να ξαναβρεθούμε σε εκείνη τη χαοτική στιγμή της αποπομπής απ’ τον κύκλο που μας περιβάλλει. Η εγκατάλειψη, το ξερίζωμα από ό,τι μας είναι οικείο, θα λειτουργεί ως τροχοπέδη στην αξιοπρέπεια και στις βαθύτερες ανάγκες μας.
«Δε σε παίζω», «δε σε θέλω πια», «δε σε αγαπώ», «αν δεν αλλάξεις, θα φύγω» κι άλλα τόσα που μας λέει ο νταής, που εμείς πια με τους φόβους μας τον έχουμε αναγορεύσει σε ρυθμιστή της ύπαρξής μας.
Η αιτία της συμμόρφωσής μας στις επιθυμίες των άλλων θα ‘ναι αυτή ακριβώς η πρώιμη αποδόμηση της ύπαρξής μας. Αυτός ο παιδικός «ευνουχισμός» που μας έβγαλε έξω απ’ τον κύκλο της ασφάλειας και μας πέταξε μακριά απ’ την περίμετρο της ομάδας. Πολλές φορές έτυχε είτε στο χώρο της δουλειάς μας είτε στον ευρύτερο κοινωνικό περίγυρο να συναντήσουμε ανθρώπους υπάκουους, βολικούς, με ένα βλέμμα συγκατάβασης κι απέραντης υπομονής, να κακοποιούνται απ’ την ίδια τους την οικογένεια, τους φίλους ή τους συντρόφους τους, ασύστολα, επί καθημερινής βάσης –κάποιες φορές μόνο συναισθηματικά, άλλες συναισθηματικά και ψυχολογικά, πνευματικά και σωματικά– και να αναρωτιόμαστε πώς το ανέχονται, γιατί δεν αντιδρούν και τι τους εμποδίζει να τους στείλουν στον αγύριστο.
Προφανώς αυτό που τους εμποδίζει, αυτό που μας εμποδίζει, είναι ο φόβος της τιμωρίας μέσα απ’ την απόρριψη. Ο φόβος όλων μας να βρεθούμε ξαφνικά έξω από αυτό που θεωρούμε οικείο, ο τρόμος μη μας αποβάλει το περιβάλλον που θεωρούμε γνώριμο, η δική μας ομάδα, ο δικός μας φαύλος κύκλος της αμοιβής και της τιμωρίας.
«Δε σε παίζουμε κι είσαι μόνος, ένας εσύ κι εμείς πολλοί».
Μην το πούμε ποτέ σε κανένα, μην κουνήσουμε ποτέ απειλητικά το δάχτυλο σε κανένα μικρό ή μεγάλο, όσο σπουδαίοι και σημαντικοί κι αν αισθανόμαστε, είτε εκ φύσεως είτε εκ θέσεως, γιατί απλά έχει ο καιρός γυρίσματα κι οι αποδιοπομπαίοι τράγοι γίνονται κάποια στιγμή κριάρια και θα μας ανταποδώσουν με την ίδια ορμή, αν όχι μεγαλύτερη, τα χτυπήματα που δέχτηκαν σε ανύποπτο χρόνο.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη