Βραδάκι μόνη στο σπίτι και το ρομαντικό φιλμ στη δορυφορική, από εκείνα που ο καλός μου απεχθάνεται μετά βδελυγμίας, ήταν η καλύτερή μου. Φευ, όμως! Το δάκρυ που ανέβηκε τη στιγμή που η πρωταγωνίστρια κατάλαβε πως ο αναρχοάπλυτος πρώην της, είχε να προσφέρει πολλά περισσότερα από τον κλαρινογαμπρό νυν της, δεν έμελλε ποτέ να κυλήσει.
Οι τσιρίδες της γειτόνισσας από το διπλανό μπαλκόνι με καλούσαν σα Σειρήνες. Ο χαζορομαντισμός έδωσε τη θέση του στη δίψα για μάθηση (έτσι θέλω να τη λέω την περιέργεια) και τα όσα ξεφώνιζε στο τηλέφωνο μιλώντας με τη μάνα της ένιωσα σα να τα έχω κάπου ξανακούσει.
«Ρε μαμά έλεος. Εγώ θα του πω ποια να πάρει; Μικρό παιδί είναι;».
«Ε δε φταις εσύ, φταίει αυτός ο χαϊβανος ο αδερφός μου που σ’ ανέχεται. Πριν ανοίξει τα μάτια του να δει τι είναι η άλλη, πρέπει πρώτα να κόψει το δικό σου τον αέρα ».
Δεν άργησα να καταλάβω ποιος ήταν ο καημός της μάνας. Βλέπετε, στα 34 πια, οι ιστορίες της «κακιασμένης» που πάει με το ζόρι να μπει στην οικογένεια και που «αυτός το χαϊβάνι δε βλέπει τι του γίνεται» και που «αν ήταν και καμιά ωραία, να έλεγα, αλλά αυτηνής, τι της βρήκε;». Ήταν συνηθισμένες. Άσε που είχα και προσωπική εμπειρία.
Γαμπροί, νύφες και συμπεθέρια έρχονται μια ωραία πρωία στη ζωή μας και κανείς δε μας έχει προετοιμάσει για τη νέα συμβίωση. Πόσο μάλλον όταν κάποιοι, δεν είναι τόσο τυχεροί ώστε να αποκτήσουν ξαφνικά μια καινούρια αδερφούλα ή έναν αδερφό, που πάντα τους έλειπε;
Εύκολες λύσεις και απόλυτες απαντήσεις δεν υπάρχουν, όμως η αντίδραση της συνομήλικης στο απέναντι μπαλκόνι με έβαλε σε σκέψεις. Άραγε τα είχε κάνει πλακάκια με την εκλεκτή του αδερφού της και πίκαρε τη φρικαρισμένη μάνα; Μήπως ακόμη κι αν και η δόλια η μάνα είχε δίκιο, δουλειά των πιο ψύχραιμων ήταν να γεφυρώσουν τα χάσματα;
Κακά τα ψέματα, ο νέος άνθρωπος στην οικογένεια είναι πάντοτε ένα στοίχημα.
Για τη φίλη μου την Ελένη, που μεγάλωσε έχοντας τον πρωτοξάδερφο τον Κωνσταντή σαν πραγματικό αδερφό, αυτό χάθηκε όταν εκείνος πήρε το καράβι από τη Χίο, ήρθε στην πόλη μας να την επισκεφτεί κι εκείνη του γνώρισε την Άννα. Ο έρωτάς τους κεραυνοβόλος, όμως η συνέχεια δυσάρεστη, τουλάχιστον για την Ελένη.
Πάλεψε πολύ, όμως έχασε για πάντα τον Κωνσταντή, που από πρωτοξάδερφος σαν αδερφός, κατέληξε ένας που ήξερε και αναγκαστικά συναντούσε Πάσχα και Χριστούγεννα. Βλέπετε, η Άννα ήταν από εκείνες τις γυναίκες που η επιβεβαίωση για τα αισθήματα αγάπης δεν περνούσε από το λιγωμένο βλέμμα του καλού της όταν την κοιτούσε, αλλά από την απάντηση «εσύ μωρό μου» στο εκβιαστικό δίλημμα «ή η οικογένειά σου ή εγώ».
Σάμπως, τα ίδια δεν έπαθε και η συνάδελφός μου η Μαρία που σήμερα, που τα γράφω, συμπληρώνονται πέντε χρόνια από την τελευταία φορά που είδε τον αδερφό της; μιας και αυτή η «κακιασμένη» η «κακάσχημη» τους χώρισε;
Όπου υπάρχει καπνός, υπάρχει και φωτιά και σίγουρα το λαχείο δε σου πέφτει κάθε μέρα, όπως έπεσε σε μένα. H Ιωάννα μου, όχι μόνο δε με χώρισε από τον αδερφό μου αλλά μας έκανε πιο αγαπημένους από ποτέ.
Είναι, όμως η σωστή στάση το «πόλεμος στον πόλεμο» (αν τελοσπάντων δεχτούμε πως η ‘ξένη’ τον κυρύσσει) ή καλύτερα να ακολουθήσουν όσοι η κλήρωση τους έδωσε τον τελευταίο αριθμό, τη στάση της γειτόνισσάς μου;
Οι νέοι άνθρωποι στην οικογένεια είναι σαν το θάνατο, άντε και τους φόρους. Κανείς δε γλιτώνει. Όμως, δουλειά των παλιών είναι πρώτα απ’ όλα να ανοίγουν το σπίτι και την αγκαλιά τους. Nα τους δείχνουν πως και από savoir vivre και παραδοσιακή φιλοξενία ξέρουν, αλλά και πως σέβονται τις επιλογές του ανθρώπου με τον οποίο μεγάλωσαν μαζί.
Άλλωστε και για τον νεοεισερχόμενο τίποτα δεν είναι εύκολο κι αν κάνουμε μια αναδρομή στην πρώτη μας μέρα στο καινούριο σχολείο ή στην πρώτη εβδομάδα στη δουλειά, ίσως μπούμε στη θέση του.
Αν πάλι η αλήθεια είναι πικρή και οι απόψεις της μάνας της διπλανής μου ανταποκρίνονται στην πραγματικότητα και δεν προέρχονται από την ασθένεια της κλασικής ελληνίδας μάνας «καμιά δεν είναι αρκετή για τον κανακάρη μου», τότε κουράγιο.
Και να μην ταιριάζετε, θα συμπεθεριάσετε και πάρτε το απόφαση.