Ήγγικεν η ώρα. Τα ρούχα τακτοποιημένα στις βαλίτσες, στοιβαγμένα ανάμεσα σε όνειρα κι ελπίδες για ένα λαμπρότερο μέλλον. Μερικά ενθύμια ξεπροβάλλουν πού και πού κάτω από ζευγάρια παπουτσιών. Καθημερινά αντικείμενα μικρής αξίας μα τεράστιας προσωπικής σημασίας. Ναι, όλα πριν φύγεις έγιναν σημαντικά. Ακόμη κι εκείνη η απαίσια φωτογραφία με την παραμορφωμένη εκδοχή του εαυτού σου τυλίχτηκε με προσοχή που αρμόζει σε οικογενειακό κειμήλιο. Όλα εν δυνάμει αναμνήσεις για εκείνες τις ώρες που η μοναξιά θα σε ωθεί σε αδιέξοδα και μερικά άψυχα αντικείμενα θα παίρνουν σάρκα κι οστά για να ζωντανεύουν στιγμές.
Θα σου λείψει αυτός ο ήλιος, το ξέρεις πριν καν ακόμη τον αποχαιρετίσεις. Παίρνεις μερικές τζούρες απ’ τη ζεστασιά του, αναλογιζόμενος τις φορές που ξεπόρτισες αγνοώντας τις ηλιαχτίδες. Παράξενη η φύση των ανθρώπων∙ εκτιμούν κάτι μόνο όταν πρόκειται να το χάσουν. Τα δεδομένα γίνονται γι’ αυτούς τετριμμένη καθημερινότητα, αδιάφορες παράμετροι σε ανούσιες παρτίδες σκακιού.
Μια τελευταία ματιά στο σπίτι κι είσαι έτοιμος να φύγεις. Προσπαθείς να αφομοιώσεις και την παραμικρή λεπτομέρεια των δωματίων, να αποτυπώσεις τα πάντα στο μυαλό σου. Το ξεθωριασμένο χρώμα στους τοίχους, τον ήχο που παράγουν οι σκουριασμένοι μεντεσέδες στην πόρτα του δωματίου σου, την ντουλάπα που μυρίζει ναφθαλίνη. Έγιναν όλα ένα συνονθύλευμα εικόνων, ήχων, μυρωδιών… Είναι η ώρα να φύγεις. Κλείνεις την πόρτα.
Η διαδρομή μέχρι το αεροδρόμιο είναι σιωπηλή, η ατμόσφαιρα ηλεκτρισμένη. Ο καθένας χαμένος στις σκέψεις του. Για μια στιγμή δειλιάζεις. Βλέπεις τον εαυτό σου να μένει πίσω, πίσω στη χώρα που μεγάλωσε, πίσω στη χώρα που αγάπησε. Μονόπλευρη αγάπη, όμως. Εκείνη σε ανάγκασε να φύγεις. Εκείνη έβαλε φρένα στα όνειρά σου, εκείνη σε προσγείωσε σε μια σκληρή αρένα μάχης. Άνιση μάχη. Οι κανόνες προδιαγεγραμμένοι. Όσο λιγότερο ικανός, τόσο καλύτερα. Όσο περισσότερες γνωριμίες, τόσο καλύτερα. Όσο περισσότερη διαφθορά, τόσο καλύτερα. Δε δέχτηκες να παίξεις με αυτούς τους κανόνες. Και τώρα πρέπει να πληρώσεις το τίμημα.
Το όχημα σταματάει απότομα. Η εκφόρτωση των αποσκευών γίνεται όσο το δυνατόν πιο αργά. Λες κι αν ξεκλέψετε δυο επιπλέον λεπτά, τα πάντα θ’ αλλάξουν. Κι η στιγμή έφτασε. Η ώρα του πιο δύσκολου αποχωρισμού. Βλέπεις δυο φιγούρες χαμένες. Αυτό είναι που στενεύει τον κόμπο στο λαιμό σου. Εσύ είχες μάθει από μικρός πως οι γονείς σου είναι εκείνοι που στέκουν δυνατοί και σίγουροι απέναντι σε κάθε εμπόδιο. Είχες μάθει πως πάντα θα σε προστάτευαν, πολλές φορές κρύβοντας τα συναισθήματά τους και δημιουργώντας εκείνη την αίσθηση ουτοπίας. Ξεχνάς, όμως. Ξεχνάς ότι δεν είσαι πια παιδί. Για μια φορά η ευθύνη πέφτει ολοκληρωτικά πάνω σου.
Χαμογελάς σφιγμένα, όσο σκόρπια παρηγορητικά λόγια ξεφεύγουν απ’ τα χείλη σου. Προσπαθείς να τους καθησυχάσεις. Κι ας ξέρεις πως τίποτα απ’ όσα λες δεν είναι σίγουρο. Μόνο εκείνοι έχουν σημασία τώρα κι αποστολή σου αυτή τη στιγμή είναι να τους ηρεμήσεις. «Θα βλεπόμαστε συχνά. Θα έρχομαι στην Ελλάδα να σας βλέπω. Είναι προσωρινό. Μην κλαις, μάνα, δε φεύγω μόνιμα. Θα επιστρέψω πριν καν το καταλάβεις».
Κούφια λόγια, κάλπικες λέξεις. Το ξέρετε κι οι τρεις σας, ωστόσο είναι το μόνο πράγμα απ’ το οποίο μπορείτε να πιαστείτε τη δεδομένη στιγμή. Τώρα που η πτήση σου φεύγει σε λιγότερο από δύο ώρες, όλα ξαφνικά έγιναν πιο αληθινά. Τις προηγούμενες μέρες είχες να τακτοποιήσεις τόσες εκκρεμότητες που το μυαλό σου ήταν μονίμως απασχολημένο. Τώρα, μπροστά στα δυο ζευγάρια μάτια που παλεύουν να συγκρατήσουν τα δάκρυά τους, γίνεσαι ξανά παιδί, δεν αντέχεις και σπας. Τους αγκαλιάζεις σφιχτά κι εκείνοι ανταποδίδουν ακόμη πιο εγκάρδια. Αγκαλιάζεστε σαν να εξαρτάται η ζωή σας από αυτό.
Έχετε πάψει να μιλάτε. Το κλίμα αμηχανίας έδωσε τη θέση του στη θλίψη. Κανένας δεν κρύβεται πια. Δεν είναι εδώ αγώνας καμουφλάζ. Τα συναισθήματα έγιναν απτά, αποκαλύφθηκαν σαν τα τραπουλόχαρτα στο τέλος μιας παρτίδας πόκερ. Κανείς πια δεν μπορεί να χρυσώσει το χάπι. Ούτε η μάνα σου να ανακοινώνει χαμογελαστή στη γειτόνισσα την είδηση «της απογείωσης της καριέρας σου στο εξωτερικό» ούτε ο πατέρας σου να καμαρώνει στους φίλους του για το παιδί του.
Η ανακοίνωση απ’ τα μεγάφωνο σας κάνει να ξεκολλήσετε. Βιαστικά φιλιά και μερικές τελευταίες συμβουλές. Διατάζεις τον εαυτό σου να χαμογελάσει. Ας μείνουν με αυτή την εικόνα πίσω τους. Τα καταφέρνεις, παρόλο που ο κόμπος στο λαιμό σου σφίγγει όλο και περισσότερο. Σου γνέφουν κι ανταποδίδεις.
Ύστερα στρίβεις στην κατεύθυνση της πύλης και γυρίζεις την πλάτη σου. Στους γονείς σου. Σε όλους τους ανθρώπους που έμαθες να αγαπάς εδώ. Στη χώρα σου. Αναστενάζεις κι έπειτα σφίγγεις το σαγόνι σου αποφασιστικά. Σε μια νέα αρχή. Καλό ταξίδι, εαυτέ.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη