Ο έρωτας σε βρίσκει πάντα όταν δεν είσαι έτοιμος. Είτε είσαι άντρας είτε γυναίκα, έρχεται ένας άνθρωπος στη ζωή σου -σχεδόν αποκλειστικά- όταν δεν τον περιμένεις. Στην αρχή, όπως είναι λογικό, υπάρχει ο ενθουσιασμός· η γοητεία από την ομορφιά, η πρώτη σπίθα, χωρίς ακόμη να έχει ξεκινήσει η ουσιαστική συζήτηση.

Αρχίζεις, όμως, σιγά-σιγά να βρίσκεις μια κάποια σύνδεση. Κάτι κάνει click. Κι έπειτα, βλέπεις έναν σωρό με ξύλα, λουσμένα με βενζίνη. Τι κάνεις; Μα φυσικά πετάς πάνω τους ένα σπίρτο. Ή ένα τσιγάρο. Η φωτιά που δημιουργείται, είναι η προσωποποίηση του ανεξέλεγκτου έρωτα. Όλα μοιάζουν ωραία κι εσύ μένεις να θαυμάζεις το θέαμα. Αλλά, αν σταθείς στο λάθος σημείο, μόνο να καείς μπορείς. Έπειτα, δεν μπορείς να ζεστάνεις το φαγητό σου –που είναι η αγάπη– με μια φωτιά που καίει ανεξέλεγκτα. Όταν η φωτιά αυτή ηρεμήσει, τότε ξεκινάει η μαγεία. Νιώθεις ζεστασιά. Βρίσκεις σύνδεση. Βρίσκεις νόημα, σαν μια δροσερή βουτιά σε καθαρά νερά.

Πριν αγαπήσεις, όμως, είναι σημαντικό να μάθεις κι αν μπορείς να αντέξεις το βάθος τους. Δεν είναι όλοι για επιφάνειες, ούτε όλοι για βυθούς. Ξέρεις πού κολυμπάς; Σε περίπτωση που σου φαίνεται χαοτικό το ερώτημα ή δε σου βγάζει σύνδεση, δώσε μου λίγο χρόνο να σου δείξω τι εννοώ.

Όπως λέει και η Πρωτοψάλτη στο τραγούδι «Νικητές Χαμένοι», είναι φορές που η αγάπη βουτάει στα βαθιά. Για την ακρίβεια, είναι μακροβούτι με μια ανάσα. Και σημασία δεν έχει τι έχεις να δεις εκεί κάτω, αλλά το αν μπορείς –με ό,τι δεις– να μην τρομάξεις. Να μη φύγεις. Το ερώτημα «επιλέγεις να δεις τον βυθό;» μοιάζει παράδοξο μα είναι εν τέλει αυτό στο οποίο καλείσαι να δώσεις μια σαφή απάντηση. Αν επιλέξεις να τον εξερευνήσεις, δεν μπορείς να έχεις σαν αιτιολογία την απλή απάντηση «μου αρέσει η θάλασσα». Γιατί οι βυθοί –ειδικά εκεί όπου δε φτάνει το φως– κρύβουν χαμένα όνειρα, στερήσεις, άγχη, ανασφάλειες, φόβους· δικαιολογημένους ή όχι.

Ουσιαστικά καλείσαι να απαντήσεις στο αν αντέχεις να μπεις στην ουσία, ή αν η ιδιοσυγκρασία σου σε καλεί να μείνεις στο επιφανειακό. Γιατί με ό,τι αντικρίσεις εκεί κάτω, δεν έρχεσαι αντιμέτωπος μόνο με το τι κουβαλάει ένας άνθρωπος στην ψυχή του. Έρχεσαι και με τη δική σου αλήθεια. Με το δικό σου δίλημμα: «μένω ή φεύγω;»

Η επιλογή είναι δική σου. Αντέχεις; Θέλεις να μείνεις στο επιφανειακό, ή να φτάσεις στην ουσία του πράγματος;

Συντάκτης: Μάριος Πίκουλας