Ξέρεις κάτι; Θυμώνω μαζί σου! Απογοητεύομαι πολλές φορές, δε στο κρύβω. Είμαι στην καλύτερη ηλικία μου, σ’ αυτή που πρέπει να ονειρεύομαι το μέλλον ασταμάτητα και να κάνω ό,τι μπορώ για να κάνω τα όνειρά μου πραγματικότητα. Και η αλήθεια είναι ότι δεν το κάνω όσο κάποτε, έχω πάψει να ονειρεύομαι το ίδιο ασύστολα, το ίδιο έντονα. Τα φτερά μου έχουν πληγές κι έτσι δε μου επιτρέπουν να πετάω πολύ ψηλά. Πληγές από τις πολιτικές και τον ευνουχισμό που έχεις υποστεί.
Γιατί μαζί με τον ευνουχισμό σου Ελλάδα, ευνουχίστηκαν και τα όνειρα των νέων. Η αυτοπεποίθηση, η αισιοδοξία και οι στόχοι που μοιάζουν ανεπίτευκτοι. Και σε αυτό το σημείο έρχομαι πολλές φορές όταν τα σκέφτομαι όλα αυτά. Γιατί κάθομαι εδώ; Και γιατί πρέπει δηλαδή να το κάνω; Τι κίνητρα έχω και τι κέρδος; Γιατί δε φεύγω για να ψάξω την τύχη μου αλλού και να προσπαθήσω να πραγματοποιήσω τα όνειρά μου;
Από την άλλη, αν φύγουμε όλοι ποιος θα μείνει εδώ; Αν δε στηρίξουμε εμείς την χώρα μας τότε ποιος ; Εμείς είμαστε το μέλλον του τόπου, οι νέοι, αν φύγουμε όλοι τότε τι μέλλον θα υπάρξει;
Αυτή είναι η πάλη που διαδραματίζεται μέσα μου συχνά. Μα η ελπίδα και η αισιοδοξία μου δεν κάνουν τόσο εύκολα πίσω. Κι όταν έχεις τόσα όνειρα στο κεφάλι σου δεν εξανεμίζονται απλά, ίσως παραγκωνίζονται και κρύβονται κάποιες στιγμές πίσω από τους φόβους σου.
Επιστρέφουν όμως όταν σκέφτομαι τον ήλιο και τη θάλασσά μας. Αλήθεια τ΄ αγαπώ.
Να πίνω τον φραπέ μου Νοέμβρη μήνα με κοντομάνικο και να ατενίζω το μπλε, ενώ αλλού φοράνε τρία στρώματα ρούχα για να προστατευθούν από το κρύο.
Να ακούω σπίτι μου ξενόφερτα και ποιοτικά και να καταλήγω να χορεύω έξω σκυλιά και ελληνικά σαν να μην υπάρχει αύριο. Στα μαγαζιά που ακόμη κι αν υποστηρίζεις ότι δεν πας, αν είσαι στο εξωτερικό θα τα αποζητάς. Μη σου πω θα βάζεις να τ’ ακούς και μόνος στο σπίτι σου. Κι ας μην το έκανες ποτέ.
Να περπατάω στην καρδιά της Ελλάδας και να χώνομαι στα στενά της Πλάκας, καταλήγοντας να θαυμάζω την Ακρόπολη και να βγάζω φωτογραφίες σαν να είμαι τουρίστας κάθε φορά.
Ύστερα να ξαποσταίνω σ΄ ένα από αυτά τα μικρά ζεστά μαγαζάκια στο κέντρο που σου προσφέρουν παραδοσιακά μεζεδάκια με γεύση από Ελλάδα. Μουσακά, τζατζίκι, χωριάτικη σαλάτα και λίγο τσίπουρο ή ρακί για τη συνοδεία, αναλόγως τι προτιμάς. Έτσι για το σβήσιμο.
Τελικά να γυρίζω στη ζεστασιά του σπιτιού μου, στην οικογένεια. Γιατί αν δεν είναι ο βασικότερος λόγος που σε κρατά εδώ αυτός, τότε ποιος μπορεί να είναι; Να έχεις δίπλα σου τους ανθρώπους που αγαπάς πιο πολύ. Αυτούς και την άλλη σου οικογένεια. Αυτή που τη διάλεξες εσύ, τους φίλους σου.
Για όλα αυτά τα μικρά αλλά σημαντικά πράγματα δε μου είναι εύκολο να σ’ αφήσω, Ελλάδα. Γιατί σ’ αγαπώ.
Κι ένα πράγμα που ξέρω είναι ότι όταν αγαπάς κάποιον πρέπει να είσαι μαζί του στα όμορφα και τα άσχημα. Στα εύκολα, αλλά και στα δύσκολα. Και τώρα Ελλάδα είναι τα δικά σου δύσκολα, τα δικά σου άσχημα. Και νομίζω ότι πρέπει να είμαι εδώ για σένα. Διαλέγω λοιπόν, να μείνω εδώ.
Γιατί είναι η στιγμή που το χρειάζεσαι να σε στηρίξω όπως με στήριξες εσύ και με ανέθρεψες στην αγκαλιά σου. Έχουμε περάσει άλλωστε πολλά κι έχουμε επιβιώσει.
Σ’ έχουν καταπατήσει, σ’ έχουν χτυπήσει ασταμάτητα, σ΄ έχουν ψυχοπλακώσει και έχεις χάσει το χαμόγελό σου και τώρα πιο πολύ από ποτέ νιώθω την ανάγκη να σου πω πόσο σ’ αγαπώ και βαθιά σ’ ευχαριστώ.
«Αχ Ελλάδα σ’ αγαπώ
και βαθιά σ’ ευχαριστώ
γιατί μ’ έμαθες και ξέρω
ν’ ανασαίνω όπου βρεθώ
να πεθαίνω όπου πατώ
και να μη σε υποφέρω»
Επιμέλεια Κειμένου Σταυρούλας Βιτετζάκη: Σοφία Καλπαζίδου