Είναι κάτι στιγμές που μου ανεβαίνει το αίμα στο κεφάλι. Όλοι έχουμε τέτοιες στιγμές. Πράγματα που μας τσαντίζουν, που μας σπάνε τα νεύρα. Ε, κι εγώ όταν βλέπω γύρω μου ορισμένα πράγματα και ορισμένες συμπεριφορές, βγαίνω από τα ρούχα μου, πώς το λένε; Να, με δυο-τρία πραγματάκια μη φανταστείς.
Τα άτομα, για παράδειγμα, που δεν αναγνωρίζουν το καλό που μπορεί να τους έχεις κάνει, που δεν ξέρουν να λένε «ευχαριστώ», δεν ξέρουν να λένε «συγγνώμη» όταν χρειάζεται κι ούτε ξέρουν να το δείχνουν. Τα αχάριστα άτομα. Πολύ μου τη σπάνε. Όπως και τα μίζερα, αυτά τα άτομα που βλέπουν συνεχώς την αρνητική πλευρά ενός θέματος και φορτίζουν με γκρίνια και κακή ενέργεια τους γύρω τους.
Κι όταν ακούω ειρωνείες και προσβολές, κάτι παθαίνω. Δεν τα πάω καλά μαζί τους. Και ποιος τα πάει καλά άλλωστε; Ευγένεια φίλοι μου, ευγένεια και τρόποι. Σπανίζουν τη σήμερον ημέρα, αλλά όταν υπάρχουν εκτιμούνται. Δε σου λέω να μιλάς με το «σεις» και με το «σας» απαραίτητα, αλλά λίγη ευγένεια δε βλάπτει. Βοηθάει στην συνύπαρξη, βρε αδερφέ. Αν έχεις εσύ τα νεύρα σου γιατί το μαλλί δε σου έστρωσε ή γιατί δεν κοιμήθηκες καλά, δεν είναι ανάγκη να το πληρώσει ο καημένος ο σερβιτόρος που προσπαθεί να σε εξυπηρετήσει, ούτε η γιαγιούλα που περπατάει μπροστά σου βραδυκίνητα και σου κόβει, άθελά της, τον όλο βιασύνη δρόμο σου. Γι’ αυτό πάρε ανασούλες και διατήρησε τους τρόπους σου.
Είμαι στη στάση και περιμένω το λεωφορείο. Φτάνει επιτέλους μετά από τόση ώρα στο κρύο και έχω σταθεί ακριβώς δίπλα σε μια από τις πόρτες του, προκειμένου να βγουν οι επιβάτες και να αδειάσει ο χώρος ώστε να μπούμε εμείς. Ανοίγει η πόρτα και πριν προλάβει να βγει κανένας, έχουν πεταχτεί μπροστά μου δυο-τρεις έξυπνοι, με προσπερνάνε και μπαίνοντας στο λεωφορείο πέφτουν πάνω σε αυτούς που πάνε εκείνη την ώρα να κατεβαίνουν. Χαλαρώστε παιδιά, όλοι θα πάρετε. Καθίστε να βγουν και θα μπούμε και εμείς. Απλά είναι τα πράγματα.
Η ουρά της τράπεζας είναι μια άλλη πονεμένη ιστορία. Εκεί που στέκομαι λοιπόν χαλαρά στην ουρά και ακουμπάω στον τοίχο προς τα αριστερά, παρεκκλίνοντας λίγο από την ευθεία της, περνάει μια κυρία μπροστά σαν να μη με είδε ποτέ. Επειδή κυρία μου, δε στέκομαι τσολιάς στην απόλυτη ευθεία μήπως και πεταχτεί απροσδόκητα εχθρός που πάει να πληρώσει το ενοίκιο στο ταμείο, πρέπει να με προσπερνάς σαν να μην υπάρχω; Νομίζεις ότι επειδή χαζεύω το κινητό μου δε σε βλέπω ή εσύ δεν έχεις χρόνο για χάσιμο, ενώ εγώ έχω άπλετο;
Ύστερα είναι και αυτοί οι ταξιτζήδες που χάνουν δήθεν κατά λάθος το δρόμο και κάνουν κύκλους μέχρι να σε αφήσουν στον προορισμό σου, ώστε να γράψει το ταξίμετρο κάτι παραπάνω. Προβλέψιμοι πια. Την ιστορία της ζωής τους που είμαι υποχρεωμένη να ακούσω στο μεταξύ, δε θα τη σχολιάσω γιατί έχει και την πλάκα του ώρες και φορές. Αφού αν μπω καμιά φορά σε ταξί και δε μου πιάσουν την συζήτηση αναρωτιέμαι τι δεν πάει καλά.
Δυο-τρία πραγματάκια είπα, λίγα παραπάνω βγήκαν, αλλά τι να κάνουμε που η ανθρώπινη βλακεία δεν έχει όρια;
Επιμέλεια Κειμένου Σταυρούλας Βιτετζάκη: Σοφία Καλπαζίδου