Η παιδική μας ηλικία μας αφήνει ανεξίτηλα στίγματα. Ένα κακό αστείο απ’ τον οικογενειακό μας κύκλο, που μας έκανε να νιώσουμε ανεπαρκείς. Ένας φίλος στο δημοτικό, που μας άφησε για μια πιο δημοφιλή παρέα. Ένας προσβλητικός σχολιασμός, από έναν καθηγητή που ίσως ποτέ να μην εκτίμησε τις δυνατότητες των παιδιών και να μην έπρεπε να ακολουθήσει αυτόν τον κλάδο. Η ανεξέλικτη σύγκρισή σου με οτιδήποτε “καλύτερο” απ’ τους γονείς σου. «Κοίτα πόσο καθαρό έχει το δωμάτιό της η αδερφή σου.» «Να δες, η Βαγγελίτσα κατάφερε να πάρει δέκα στη γλώσσα». Εκείνο το παιδί που σε έβαζε στο περιθώριο. Το παιχνίδι που ήθελες, και δεν είχες την άνεση να ‘χεις. Η πρώτη σου ερωτική απόρριψη, που ήρθε άκομψα, με γέλια κι υποτιμήσεις.
Και σίγουρα είπα λίγα. Και για τον καθένα είναι διαφορετικά, αλλά η αλήθεια είναι μία, όσο κι αν προσπαθούμε να την πνίξουμε. Έχεις σκεφτεί ποτέ πόσο, αληθινά, σε πλήγωσαν οι παραπάνω πράξεις; Πόσο βαθιές χαρακιές άφησαν στην ψυχή σου; Έχεις κοιτάξει ποτέ πίσω, στο παρελθόν; Όχι στον τελευταίο σου χωρισμό ή σε κάποιον χαζό καβγά. Έχεις κοιτάξει ποτέ σου πολύ πιο πίσω; Στην έναρξη όλων αυτών; Στο σημείο εκκίνησης; Στο σημείο που σε οδήγησε να πράξεις λάθος, να γεμίσεις ανασφάλειες, να κρύψεις φόβους.
Κάποτε ο πατέρας μου μού είπε «Είμαστε ένα κομμάτι χαρτί που όσο μεγαλώνουμε, γεμίζουμε. Το μουτζουρώνουμε με ανασφάλειες και κόμπλεξ, που κάποιος πότισε τους καρπούς για να ανθίσουν μέσα μας. Κι ύστερα, με τη σειρά μας, τους φυτεύουμε σ’ άλλους». Κι η αλήθεια είναι πως δεν είχε κι άδικο. Μεγαλώνουμε πάνω σε ανασφάλειες. Που με το πέρασμα του χρόνου, ίσως εξασθενούν, αλλά δεν παύουν να υπάρχουν. Ανασφάλειες που αν δεν προσπαθήσουμε να καταπολεμήσουμε, σαν οικογενειακό κειμήλιο τις προσφέρουμε απλόχερα στους επόμενους.
Και κάπως έτσι γινόμαστε ξύλινες μικρές μαριονέτες. Και τα κόμπλεξ μας, κι οι φόβοι μας, γελάνε καθώς κινούν τα νήματα της ζωής μας. Ο φόβος της μοναξιάς ίσως μας κάνει να ξεκινάμε άσκοπες σχέσεις. Ο φόβος μη δεν προλάβουμε να δοθούμε μας κινεί στο να γεμίζουμε επιφανειακούς δεσμούς. Ο φόβος του να κάνουμε λάθος ίσως μας οδηγεί στο να μην κάνουμε τίποτα.
Ας είμαστε ειλικρινείς με τον εαυτό μας. Δεν υπάρχει αυτό που δήθεν ονομάζουμε πράξη της στιγμής. Κάθε σπιθαμή του χαρακτήρα μας, κάθε κίνησή μας, είναι απόρροια χρόνιων φοβιών μας. Κι η μόνη λύση είναι να κοιτάξουμε στο βάθος αυτών. Επειδή προσπαθούμε να τρέξουμε μπροστά και να βαφτίσουμε ένοχους κι επετείους άλλους παράγοντες και στην προσπάθειά μας να προχωρήσουμε, κάνουμε πως ξεχνάμε.
Αλλά η λύση δεν είναι αυτή. Κι η εξίσωσή μας γράφει «άτοπο». Αυτό που πρέπει να κάνουμε, είναι να βρούμε την αρχική παράμετρο. Αυτή που μας έκανε να φοβηθούμε να πούμε αυτό το «σ’ αγαπώ». Αυτή που μας έκανε να μπλέξουμε τη γλώσσα μας, να καταπιούμε τις λέξεις μας, και να τρέξουμε μακριά, ενώ θέλαμε απλά να μείνουμε. Αυτή που μας έκανε να κοιτάξουμε παράξενα αυτόν τον ξένο, που μας εξυπηρέτησε σε κάποια υψηλόβαθμη θέση, ενώ τάχα «εμείς δεν είμαστε ρατσιστές». Κι αν την ψάξουμε, ναι, θα πονέσουμε. Και, όχι, δε θα μπορούμε να διορθώσουμε όλα ή και κανένα απ’ τα λάθη που κάναμε. Αλλά τουλάχιστον αποδεχτήκαμε λίγο παραπάνω τον εαυτό μας.
Και σίγουρα τον εμποδίζουμε απ’ το να κάνει άλλα τέτοια λάθη μελλοντικά. Και, τελικά, η λύση ακούγεται ως κάτι τόσο απλό. Όλοι έχουμε πει κάποτε στη ζωή μας πως πρέπει να αγαπάς τον εαυτό σου, περισσότερο απ’ τον καθένα, πάνω από το καθετί», αλλά πόσοι το κάναμε; Όταν έρθει, λοιπόν, η ημέρα που θα τα καταφέρουμε, ίσως φτάσουμε στην αληθινή ευτυχία.
Και, όχι, δεν είναι εύκολο. Να κοιτάξεις στην άβυσσο της ψυχής σου και να ‘ρθεις αντιμέτωπος με κάθε φόβο σου. Να ‘ρθεις αντιμέτωπος με τους δράκους σου και να πρέπει να τους δαμάσεις. Να τους σκοτώσεις. Ολομόναχος. Αλλά, μην ξεχνάς, είναι δράκοι σου. Και μπορεί να συνέλαβαν κι άλλοι στη δημιουργία τους, αλλά πλέον είναι μόνο δικοί σου. Και τώρα που άνοιξες τα μάτια και τους είδες, τώρα που παραδέχτηκες την ύπαρξή τους, θα τους διώξεις μακριά.
Χαμόγελα περήφανα, μόλις βρήκες το σπάσιμο ενός αέναου φαύλου κύκλου που σε έπνιγε!
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη