Όλοι έχουμε κάποτε χάσει κάποιον απ’ την καθημερινότητά μας. Τα άτομα πάνε κι έρχονται! Άλλωστε, αυτός είναι ο κύκλος της ζωής -έτσι επιτυγχάνεται η ισορροπία. Εσύ, λοιπόν, που έφυγες μπορεί να ‘σουν μια ωραία σχέση, αυτός ο κολλητός αδερφός, ένας αστείος διπλανός απ’ τα σχολικά θρανία, απλά ένας φίλος που πίναμε μπίρες μαζί και τα λέγαμε όλα. Ήσουν ένα «κάτι» κι όλοι εσείς μεταξύ σας έχετε ένα κοινό: Ήσασταν -δεν είστε πια εδώ.
Ήσασταν κι αν είχα και πάλι τη δυνατότητα να σας επιλέξω και να ξανά ζήσω την ιστορία μας, θα το έκανα –ορίστε το κοινό σας– και δε θα με ενδιέφερε ούτε ο πόνος στο φινάλε, ούτε τα δάκρυα, ούτε οι δυο λέξεις παραπάνω που είπαμε (ή ακόμα εκείνες και δεν είπαμε) άλλα μόνο η ύπαρξη του τέλους -γιατί, ίσως, δεν ήθελα να τελειώσει. Κι αν ήσουν κι εσύ, λοιπόν, ένα «κάτι» για μένα, που θα ζούσα ξανά και ξανά, είσαι ένας σημαντικός «εσύ». Κι αυτό είναι ένα κείμενο για κάθε «εσύ» που πέρασε απ’ τη ζωή μου.
Ίσως να μην πρόλαβα να στο ψιθυρίσω, ίσως να μην το πίστευα τότε, ίσως να το έκανα και να μην πίστεψες ποτέ στη βαρύτητα των λέξεών μου, ίσως απλά να δείλιασα –κάνεις δεν είναι τέλειος– άλλα λείπεις. Είναι μια σκέψη που με βασανίζει –σχεδόν– κάθε βράδυ. Και το θέμα είναι πως δεν έχω καταλάβει, σίγουρα, τι συμβαίνει. Λείπεις εσύ ή αυτό το εγώ που ήμουν μαζί σου; Κι εδώ ένα άσχετο ερώτημα μου γεννιέται∙ εγώ, άραγε, λείπω;
Δεν ξέρω αν μου λείπει το γέλιο σου, η παρέα σου, τα αστεία σου, οι συμβουλές σου, τα λάθη σου. Ή μήπως το ότι σε έκανα να γελάς, η ελευθερία που μου έβγαζες, η οικειότητα που είχα μαζί σου, τα μυστικά που σου είπα, οι όχι πάντα τόσο καλές συμβουλές μου, η πτυχή του εαυτού μου που μόνο εσύ –αγαπητέ «εσύ»– μου έβγαζες.
Καθώς έφευγες, καθώς έκλεινες την πόρτα της ζωής μου –που εύχομαι, τουλάχιστον, να την έκλεισες καλά, γιατί σου είπα πως θα τα ξανά ζούσα όλα και δεν ξέρω αν θα το άντεχες– είμαι σίγουρη για το ότι πήρες ένα κομμάτι του εαυτού μου. Κάθε «εσύ» παίρνει το δικό του κομμάτι σου! Και μάλλον αυτό είναι που μας λείπει. Μάλλον αυτό ψάχνουμε. Θέλουμε να ‘μαστε αυτό που ήμασταν –μαζί τους – χωρίς αυτούς. Ναι, «εσύ», αυτό θέλω.
Αν το σκεφτείς από δεύτερη σκοπιά, λοιπόν, κάθε «εσύ» υπήρξε ένα φως στη ζωή σου. Σε φώτισε και σε βοήθησε να βρεις μια πλευρά του εαυτού σου -που ίσως μετά, εγωιστικά, την πήρε μαζί του. Η ζωή σου, όμως, νομίζω πως είναι ο εαυτός σου κι όχι κάθε «εσύ». Και τότε έρχεσαι να επιλέξεις∙ θέλεις να αφήσεις κάθε «εσύ» να πάρει αυτό το φως του εαυτού σου, τόσο δελεαστικό είναι το σκοτάδι; Ή θέλεις να γίνεις το πιο έντονο φως, εκμεταλλευόμενος την πλευρά του εαυτού σου που γνώρισες από αυτόν τον «εσύ»; Θέλεις να τον αφήσεις να ζει με αυτό που ήθελε από εσένα, χωρίς εσένα, ή θέλεις κάποτε να νοσταλγήσει αυτό το κάτι, όπως νοσταλγείς εσύ αυτήν την πλευρά του εαυτού σου τώρα;
Αγαπητέ «εσύ», λοιπόν. Σ’ ευχαριστώ πολύ που μπήκες στη ζωή μου. Μου έμαθες πολλά, γιατί μου έμαθες λίγο από έμενα. Αλλά, συγγνώμη, δε σε αφήνω να πάρεις αυτόν τον εαυτό μου μαζί σου. Στον πρόσφερα απλόχερα –ίσως παραπάνω από αυτό που έπρεπε– όταν ήσουν εδώ, τώρα όμως έφυγες. Δική σου επιλογή. Στην ιστορία μου εσύ είσαι ο «εσύ». Ίσως να ‘μαι κι εγώ ο «εσύ» κάποιου, άλλα τώρα μιλάμε για εσένα. Μαζί σου, λοιπόν, δε φεύγω και εγώ.
Θα σε κρατώ για πάντα, ναι, και δεν το λέω έτσι ρομαντικά κι αυθαίρετα. Απλά δε θα μπορούσα να κάνω αλλιώς∙ σου είπα, δημιούργησες μια πλευρά του εαυτού μου, άλλα θα κρατήσω το φως μου. Θα πω πως ήσουν σαν το χιόνι∙ ήρθες απρόσμενα, άλλαξες την πραγματικότητά μου μέσα σε ένα βράδυ, την γέμισες μαγικά με την ομορφιά σου, άλλα έλιωσες.
Να προσέχεις και σ’ ευχαριστώ που με έκανες λίγο παραπάνω «εγώ».
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη