Είναι μερικοί άνθρωποι που έχουν τάσεις φυγής. Που μπαίνουν από μόνοι τους στη ζωή σου, κι ενώ θα έκανες τα πάντα για να μείνουν, δεν το διαπραγματεύονται καν. Στην προκείμενη, ίσως να φταίω κι εγώ. Σίγουρα φταίω εγώ! Πώς πίστεψα πως κάτι τόσο σαρκικό, θα σου άφηνε κάποιο αποτύπωμα για να μείνεις; Γιατί έτσι ξεκινήσαμε. Και μάλλον πρέπει να παραδεχτώ στον εαυτό μου πως κι αυτό υπήρξαμε. Τίποτα παραπάνω από σεξ.
Και δεν το λέω εγώ, το λένε οι ίδιες οι πράξεις. Σωστά; Συμμερίζομαι μέρος της ευθύνης. Έφταιγα εξίσου. Ξέρω, σε πλήγωσα. Ξέρω, αυτό που έκανα ήταν προδοσία. Ξέρω, πως η ιδέα άλλων ξένων χεριών να με αγγίζουν σε βασανίζει. Ξέρω, σε τρελαίνει. Ξέρω, θα ήθελες να ‘μαι μόνο δίκη σου. Άλλα πότε το θυμήθηκες; Επειδή αυτή είναι η κύρια διαφορά μας.
Εγώ, βλέπεις, σε πόνεσα επειδή δεν μπορούσα άλλο. Επειδή το σώμα μου πλέον πόναγε απ’ τις πληγές που είχες ανοίξει. Επειδή ήμουν στα όρια της τρέλας. Να νιώθω ότι με θέλεις και να μην κάνεις τίποτα. Να με λες στα μούτρα μου λίγη. «Δεν είσαι τίποτα για έμενα» έλεγες. Δεν ήμουν, βλέπεις, τίποτα για εσένα.
Κι ήρθε η ώρα που σαν παιδί πήρα την εκδίκησή μου. Φρόντισα να το μάθεις. Ακόμα κι έτσι πίστεψα πως θα αντιδράσεις. Να σου πω ένα μυστικό; Ευχήθηκα να αντιδράσεις. Ακόμα κι έτσι, ευχήθηκα μια φορά να μου δείξεις πώς νιώθεις. Πάλι δεν το έκανες. Και πάλι κέρδισες. Πούλησα τον εαυτό μου για εσένα. Κι εσύ δεν ήρθες. Πάλι.
Και γιατί να περιμένω να ‘ρθεις; Είχες έρθεις ποτέ; Πόσο χαζή ήμουν; Δεν ήσουν εδώ τις ώρες που φώναζα το όνομά σου. Κι αν ερχόσουν, έπαιρνες ό,τι ήθελες κι έφευγες. Ποτέ δεν το παραδέχτηκα, άλλα ίσως να μην ένιωσες τίποτα. Και μια μέρα όλα άλλαξαν. Μια μέρα ήρθες χωρίς να στο ζητήσω. Χωρίς να σου εγγυηθώ αυτό το κάτι που θα ήθελες.
Είδα το όνομά σου στο κινητό μου, κι η καρδιά μου ξεκίνησε αυτομάτως να χτυπάει πιο γρήγορα. Κι ήσουν κάπου διπλά μου. Κάπου έξω απ’ το μαγαζί που δουλεύω. Και με κοίταζες. Και με περίμενες. Με περίμενες για να περάσουμε ένα βράδυ μαζί. Και τα παράτησα όλα.
Τα άφησα όλα. Κάθε υποχρέωση που είχα. Κάθε συμβουλή που μου είχαν δώσει. Κάθε «κάτι» που μου έλεγε «μην πας». Άκουσα μόνο ό,τι μου φώναζε «φύγε». Και μπήκα στο αμάξι σου. Και το χαμόγελό μου ασυνείδητα ήταν τόσο αληθινό. Και το χαμόγελό μου ασυνείδητα μετά από καιρό εμφανίστηκε. Και μόνο που σε μύριζα ένιωθα και πάλι ευτυχισμένη. Και για λίγο πίστεψα πως θα το ζήσουμε. Πως θα παρατήσουμε τα πάντα και θα το ζήσουμε. Κι ήμουν πράγματι έτοιμη γι’ αυτό.
Άλλα ως συνήθως έκανα λάθος. Τα παράτησα όλα, άλλη μια φορά, για ένα βράδυ μαζί σου. Τις υποσχέσεις που έδωσα στον εαυτό μου, όταν μου έλεγα πως θα σε αφήσω πίσω κι ότι θα προχωρήσω. Ότι θα σε διαγράψω. Ότι θα πω πως δεν υπήρξες ποτέ. Τα διέγραψα όλα στο άκουσμα του ονόματός σου. Στην ιδέα του «εμείς».
Γιατί, βλέπεις, μωρό μου, αυτή είναι η διαφορά μας. Όσο κι αν πληγώθηκα απ’ την κατάσταση μας, όσο κι αν έκλαψα, όσο κι αν καταστράφηκα, κάθε φόρα παράταγα τα πάντα στην ιδέα μας μαζί. Κι εσύ, απ’ την άλλη, δεν μπορούσες καν να την φανταστείς. Για εσένα το «τίποτα» ήταν κι είναι λύση. Και κάπως έτσι φτάνω στο απολύτως λογικό συμπέρασμα: Δεν ένιωσες.
Και δε σε κατηγορώ. Δε με ένιωσες που σου φώναζα. Που σου χαμογελούσα. Που σε ήθελα εκεί δίπλα μου. Που σε αναζητούσα. Που παράταγα τα πάντα κάθε φορά, για λίγο από εσένα. Κι αυτό ήταν το λάθος μου. Αν δε σου είχα δοθεί έτσι, απλόχερα κι αληθινά, αν σου είχα δώσει μισά πράγματα, ίσως είχες μπει στη διαδικασία να με κυνηγήσεις κι εμένα λίγο. Αλλά όταν έχουμε κάτι το βαριόμαστε, σωστά;
Οπότε δεν έχω να πω πολλά. Υποσχέθηκα στον εαυτό μου να μη σε ξαναδεχτώ. Να σε αγνοήσω. Να πω πως δεν υπήρξες. Κι ας ξέρω πως δε θα τα καταφέρω. Κι ας ξέρω πως κάθε φόρα θα παρατάω τα πάντα για λίγο «εσύ». Όχι, δε μου αρέσει το λίγο. Άλλα δε νομίζω να σκέφτηκες ποτέ να μου δώσεις τα πάντα.
Εύχομαι μια μέρα να το κάνεις, έως τότε θα ζω με μικρές δόσεις «εσύ», επειδή το «τίποτα», μωρό μου, με τρελαίνει.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη