«Τα λέμε!»
Έκφραση να σου τύχει. Ή μάλλον να μη σου τύχει. Καλύτερα να σου πουν «αντίο», αλλά δεν το τολμούν. Ή ακόμα καλύτερα, ας μην πουν τίποτα. Πιο αξιοπρεπές είναι. Τι κρύβεται πίσω από τις σχέσεις που καταλήγουν σ’ ένα «θα τα ξαναπούμε»;
Κάθε περίπτωση είναι διαφορετική. Πρώτα η περίπτωση των γνωστών και φίλων που συναντάς τυχαία στο δρόμο και σου λένε «Μωρέ χαθήκαμε, να πάμε για έναν καφέ να τα πούμε», αλλά δε βρίσκεστε ποτέ. Γιατί πρέπει να κλείνει η χαιρετούρα με αυτήν την υπόσχεση, αφού δε θα τα πείτε; Τι θέλουν να πετύχουν μ’ αυτό το φινάλε;
Να σου το πω ευθέως. Γραμμένο σε έχουν, αλλά τώρα που πέσανε πάνω σου κάτι έπρεπε να πουν. Θέλουν από τη μεριά τους να είναι καλυμμένοι ότι αυτοί το πρότειναν, κι από κει και πέρα ποτέ να μη βρεθείτε. Να νιώθουν από την πλευρά τους σωστοί και να μας περάσουν και σ’ εσένα το μήνυμα ότι είναι ακομπλεξάριστοι κι άνετοι.
Άλλο και τούτο πάλι! Τι μιλάς μωρέ αφού στην πραγματικότητα δε θες να ξαναβρεθείτε; Αφού δεν τον κάνεις κέφι, τι το ανοίγεις το ρημάδι; Ποιος σε υποχρεώνει να λες πράγματα που δεν τα εννοείς;
Το πρόβλημα δεν είναι που το κανονίζουμε στα λόγια, αλλά που δεν το κανονίζουμε ποτέ στην πράξη. Και το ξέρουμε από τη στιγμή που το ξεστομίζουμε.
Κρύβει μια μορφή υποκρισίας όλο αυτό. Διότι στην πράξη ξέρεις ότι δε θα σηκώσει ποτέ το τηλέφωνο για να σε πάρει να βγείτε. Και δε θα πάρει γιατί σε βαριέται αφόρητα, γιατί θα του φορτώσεις τις σκοτούρες σου, γιατί απλώς αδιαφορεί για σένα και τη ζωή σου και δεν έχει κανένα ενδιαφέρον να μάθει. Μη σε ξεγελάει η μάσκα της κοινωνικής καλοσύνης την οποία φοράει όταν σε συναντά. Ξέρεις μέσα σου πως αν όντως είχες μια θέση στη ζωή του, θα ήσουν ήδη εκεί.
Αυτό το «θα τα ξαναπούμε» πόσο ελπιδοφόρο κι ένθερμο ακούστηκε στ’ αυτιά σου από φίλες που φάγατε μαζί ψωμί κι αλάτι στο σχολείο. Ήταν οι φίλες που γεμάτες αγωνία μοιραστήκατε μυστικά, εμπειρίες, χαρές και λύπες.
Πέρασαν όμως, σε άλλη πόλη. Και δώσατε ένα σωρό υποσχέσεις ότι θα παραμείνετε φίλες έστω κι έτσι. Τα είχατε βάλει κάτω, είχατε βγάλει πρόγραμμα για το πότε και πού θα συναντιέστε. Κι ενώ στην αρχή η προσπάθεια να διατηρηθεί η σχέση ήταν αμοιβαία, με τον καιρό χαθήκατε.
Είναι αυτό το «μάτια που δε βλέπονται, γρήγορα λησμονούνται»; Είναι που άλλαξαν οι περιστάσεις σας και ο γενικότερος τρόπος ζωής σας; Ό,τι και να ‘ναι το σίγουρο είναι ένα. Δεν είχαν και δεν είχες την όρεξη να διατηρήσετε την άλλοτε υπέροχη σχέση που είχατε.
Πλέον τόσο εσύ, όσο κι εκείνες, αντικαταστήσατε το κενό με άλλες φίλες, παραμερίζοντας η μια την άλλη σε μια γωνία του μυαλού σας. Ήθελε κόπο το «μαζί», ήθελε θυσίες και καμιά σας δεν είχε την όρεξη να τις κάνει. Αδιαφορήσατε κι απλά χαθήκατε. Στην πραγματικότητα δεν ήσασταν πραγματικές φίλες. Ήσασταν φίλες κοινού σκοπού. Κάνατε παρέα επειδή έτυχε απλώς να φοιτήσετε στο ίδιο σχολείο.
Αυτοί είναι οι λεγόμενοι συγκυριακοί φίλοι. Έτυχε να βρεθώ μαζί σου κι εσύ μαζί μου, άρα αναπόφευκτα θα σχετιζόμασταν. Αλλάζει αργότερα ο κοινός τόπος και χρόνος του ενός ή των δυο; Αλλάζουν κι οι επονομαζόμενες φιλίες. Λίγοι μας κράτησαν και κρατήσαμε στην πορεία της ζωής μας.
Σχέσεις ουσιαστικά κι εκ των προτέρων ληγμένες, μιας και πλέον η απουσία είναι το κύριο χαρακτηριστικό τους. Απουσία έκδηλη σε όλες τις μορφές της, φυσική, μα κυρίως η συναισθηματική είναι που μαρτυρά πως ο προηγούμενος κύκλος ζωής με τις συγκεκριμένες φίλες έχει κλείσει μόνιμα.
Τα «θα τα ξαναπούμε» αποδεικνύονται σε αυτήν την περίπτωση ένα ωφέλιμο δοκιμαστικό τεστ για να ξεχωρίσεις τις αληθινές φιλίες από τις επιφανειακές. Όποιος δε θέλει να χαθείτε δε θα το επιτρέψει. Τα υπόλοιπα είναι δικαιολογίες.
Μετά είναι οι πρώην που ενώ χωρίσατε μετά κλαυθμών κι οδυρμών κι είπατε τα οριστικά «αντίο», στο τέλος σου πετάνε κι αυτό το «να μη χαθούμε, να τα λέμε πού και πού». Κι όχι μόνο δεν τα έχετε πει χρόνια τώρα, μέχρι και πεζοδρόμιο αλλάζετε αν τύχει να συναντηθείτε στο δρόμο. Αλήθεια, τι έχετε να πείτε με τον πρώην; Ποιος ο λόγος ύπαρξης έστω και μιας αραιής επικοινωνίας μαζί του;
Σ’ αυτήν την περίπτωση σκέψου το, ίσως είναι καλύτερα που τελικά δεν τα ξαναλέτε. Πρώην που τα ξαναλένε είναι κάπως. Διότι όσο φιλικό και πολιτισμένο θέλετε να κρατήσετε το επίπεδο μεταξύ σας, του ενός από τους δυο σίγουρα δε θα του έχει τελειώσει. Κρατώντας επαφές κινδυνεύετε να γίνετε νυν για λίγες βραδιές, μην αφήνοντας ο ένας τον άλλον να προχωρήσει παρακάτω.
Όπως και να ‘χει, να λες «θα τα ξαναπούμε» μόνο όταν είναι απαραίτητο και πρόκειται να το τηρήσεις. Να τιμάς το τέλος της κάθε σχέσης ζώντας το, χωρίς να διαιωνίζεις μια ληγμένη ουσιαστικά κατάσταση.