Λίγο παρατηρητικός να είναι κανείς δε θα δυσκολευτεί ιδιαίτερα να διακρίνει το ψέμα και την πονηριά στη συμπεριφορά της πλειοψηφίας των ανθρώπων σήμερα. Ότι ζούμε στην εποχή της βιτρίνας, του εντυπωσιασμού και της αλαζονείας κυρίως για πράγματα χωρίς ουσία, το ξέρουμε. Αυτό που ενδεχομένως μας διαφεύγει είναι ότι πλέον η υπεροψία κάποιων μπορεί να ελλοχεύει και πίσω από αξιόλογα πράγματα, όταν το κίνητρο με το οποίο γίνονται αυτά δεν είναι καλό.
Βέβαια όλοι λίγο-πολύ είμαστε σε θέση να διακρίνουμε σχετικά εύκολα τέτοια χαρακτηριστικά στους εαυτούς μας και στους άλλους και να κάνουμε τα στραβά μάτια. Και τα κάνουμε γιατί είναι ανθρώπινο ότι θα υπερηφανευτούμε κάποια στιγμή στη ζωή μας για κάτι που πετύχαμε, που αποκτήσαμε ή για κάποιο καλό που κάναμε σε κάποιον.
Όσοι από μας, όμως, είναι ώριμοι και κάνουν συχνά την αυτοκριτική τους προσπαθούν να αποβάλλουν την κακώς εννοούμενη υπερηφάνεια απ’ την καρδιά τους και να καλλιεργούν όσο μπορούν την ταπεινοφροσύνη σε όλα. Να νιώθουν δηλαδή ότι δεν είναι σπουδαιότεροι απ’ τους άλλους, να έχουν ταπεινό πνεύμα και να μη στρέφουν τον προβολέα πάνω τους για την οποιαδήποτε καλή τους πράξη.
Στην αντίπερα όχθη υπάρχουν άνθρωποι που ενεργούν υστερόβουλα και διψούν να κάνουν πράγματα για να παίρνουν το χειροκρότημα. Το επαίσχυντο είναι ότι τους βλέπεις να παριστάνουν τους ταπεινούς μόνο και μόνο για τα μάτια των άλλων. Θα τους δεις, για παράδειγμα, να βοηθάνε κάποιον φροντίζοντας να μαθευτεί στρέφοντας ουσιαστικά την προσοχή στον εαυτό τους.
Γι’ αυτούς η καλή συμπεριφορά είναι ζήτημα τύπων και καλών τρόπων. Δεν προέρχεται από μια καλή καρδιά, αλλά ακριβώς απ’ αυτό που διατείνονται ότι δεν έχουν: την υπεροψία τους. Στην πραγματικότητα δεν κρύβεται καμιά αλήθεια, καμιά καλοσύνη και καμιά αγνότητα πίσω απ’ τις αγαθοεργίες τους. Όλα γίνονται επιφανειακά για χάρη του καλού ονόματος και της φήμης που κοιτάνε να αποκτήσουν μέσα απ’ τις πράξεις τους. Αντί να σταθούν στην πράξη και στον άνθρωπο που έχουν απέναντί τους, κοιτάνε πώς να πάρουν την αναγνώριση απ’ τους γύρω τους και να φανούν.
Ίσως τελικά η χειρότερη μορφή αλαζονείας είναι η προσποιητή ταπεινοφροσύνη, διότι κάνει τον άνθρωπο που ενεργεί έτσι να πιστεύει ότι είναι και σωστός αφού τελικά μαθαίνει να βλέπει τον εαυτό του μέσα απ’ τα μάτια των άλλων, αλλά του διαφεύγει το κίνητρο που κρύβεται πίσω απ’ τον τρόπο που ενεργεί. Για να μην πω ότι οι ενέργειές του είναι εξ ολοκλήρου επιτηδευμένα ψεύτικες, παρότι δείχνουν καλές. Όταν σημασία για εκείνους έχει το «φαίνεσθαι» παρά το «είναι», δεν είναι δύσκολο να φτάσουν στο σημείο να σκέφτονται πονηρά και να ενεργούν ψεύτικα.
Είναι αυτοί που κάνουν ό,τι κάνουν για να έχουν να το λένε. Όλα να ξεκινούν και να καταλήγουν στο «Εγώ» τους. Δεν το κάνουν αναλογιζόμενοι πραγματικά το καλό των άλλων, που πιθανότατα θα νιώσουν άσχημα για το ότι βοηθιούνται, αλλά για να πάρουν τα εύσημα οι ίδιοι.
Το να κάνουμε το καλό σίγουρα αποτελεί την ύψιστη εκδήλωση αγάπης προς τον παραλήπτη· το να το κάνουμε, όμως, για το σωστό λόγο και χωρίς να το γνωρίζει κανείς είναι το αληθινό μας δώρο τόσο για τους άλλους όσο και για τους εαυτούς μας, αφού αυτό είναι που μας κάνει πραγματικά καλούς και ταπεινούς.
Μπορούμε να δώσουμε, επί παραδείγματι, ρούχα που δε χρειαζόμαστε σε ανθρώπους που δεν έχουν να ντυθούν, να πληρώσουμε τους λογαριασμούς της ηλικιωμένης γειτόνισσας, να χαρίσουμε λεφτά σε κάποιον που το έχει ανάγκη, να κεράσουμε κάποιον, αλλά να το κάνουμε χωρίς την παρουσία κανενός. Τότε έχει αληθινή αξία η πράξη μας.
Εκείνοι, όμως, που διακατέχονται από το σύνδρομο του επιδεικτικού ευεργέτη ακυρώνουν την έννοια της αγάπης και της αληθινής ταπεινότητας. Ουσιαστικά δε σκέφτονται κανέναν άλλον πέρα απ’ τον εαυτό τους και την καλή εντύπωση που θέλουν να κάνουν στους άλλους. Σκοπός τους είναι να προκαλέσουν το θαυμασμό, να μονοπωλούν το ενδιαφέρον και να νιώθουν το κέντρο του κόσμου, σημαντικοί και σπουδαίοι μέσα απ’ τα καλά που κάνουν.
Κανένας δε μας υποχρεώνει να βοηθήσουμε ή να γίνουμε εθελοντές οπουδήποτε, αλλά όταν το κάνουμε είναι υποχρεωτικό να το κάνουμε γιατί θέλουμε ειλικρινά να βοηθήσουμε με τον τρόπο μας, όχι να κάνουμε επίδειξη καλοσύνης.
Επιμέλεια Κειμένου Νικολέτας Παπουτσή: Πωλίνα Πανέρη
.