«Ναι έλα θα βγούμε σε ρακάδικο θα πω και στις φίλες μου». Μόλις το διαβάζω αυτό, γυρνάω ολογούρλωτος στον κολλητό μου, του το δείχνω με ένα ενθουσιασμό, γιατί να μην είχα άλλωστε, για γκομενάκια πήγαινα, πίστευα τουλάχιστον, και μου λέει «φύγαμε!»
Πού να ‘ξερα…
Έχετε αναρωτηθεί ποτέ πόσες συμπτώσεις στον κόσμο συνέβησαν για να γνωριστείτε εσείς οι δύο; Αν όχι προσπαθήστε, είναι πραγματικά τρομακτικό! Και για να σας βοηθήσω πάρ’ τε το τώρα γυρίστε το πίσω και ρωτήστε στη συνέχεια «αν» τον εαυτό σας. Τα δικά μου «αν» πάνε κάπως έτσι «Αν δεν είχαν μετακομίσει εδώ; Αν δεν τους γνώριζα; Αν δεν γνώριζα την πνευματική τους αδερφή που ήρθε για διακοπές εδώ; Αν δεν περνούσε η τελευταία στην Κρήτη; Αν δε μου έλεγε να πάμε στο ρακάδικο; Αν δεν έκανε παρέα με την Μαριάννα;» Σας λέω είναι τρομακτικό! Σκεφτείτε, ένα «αν» να μην πραγματοποιούνταν τότε εσείς οι δυο δε θα γνωρίζατε την ύπαρξη του άλλου, είναι τρομοκρατικό! Και τα «αν» αυτά δεν έχουν τελειωμό, είναι τόσα από πίσω, και άλλα τόσα ενδιάμεσα που η ουρά δε θα τελειώνει όσο πηγαίνετε πίσω, σαν το γενεαλογικό δέντρο ένα πράγμα.
Και φτάνει η στιγμή που είστε αντικριστά, και μιλάτε, και σου μιλάει και μιλάει και μιλάει και απαντάς και γελάς και γελάει. Όπα! Τι ωραίο χαμόγελο ήταν αυτό; Πέφτει το πρώτο χτύπημα κάπως έτσι. Συνεχίζει να μιλάει και να μιλάει, και σου κάνει εντύπωση γιατί τότε στο ρακάδικο δε μιλούσε πολύ ήταν αψυχολόγητη αλλά εσύ επειδή είσαι ψαράκι πείσμωσες και ήθελες να τη γνωρίσεις, ώσπου μια στιγμή ακούς ένα θόρυβο στα αυτιά σου που δε σε ενοχλεί, το στόμα σου να έχει πάρει μορφή σαν εκείνη όταν είδες πρώτη φόρα στήθος εντάξει όχι της αδερφής σου ή της μάνας σου, και γύρω της να είναι όλα θαμπωμένα. «Τι γίνεται εδώ;», από μέσα σου. Το δεύτερο χτύπημα είναι γεγονός! Ανακοινώνεις στον εαυτό σου ότι αυτήν την κυρία τη θες στη ζωή σου, και επειδή είμαστε και ρομαντικοί τύποι, αράζουμε με μπίρες μετά κάπου ήσυχα και κάπου εδώ είναι η σειρά σου να μιλήσεις.
Κάτι ήθελα να πω τώρα αλλά κόλλησα, όπως είχα κολλήσει και τότε στη βάρκα που αράζαμε με τις μπίρες. Α ναι! Αστέρια! Παιδιά όταν κομπλάρετε και δεν έχετε ιδέα ή δεν είστε σίγουροι για το τι να πείτε, πετάξτε ό,τι μαλακία θέλετε για τα αστέρια, και να κουνάτε τα χέρια σας και να δείχνετε. Όλοι μας τα αγαπάμε, όλοι μας τα θαυμάζουμε, σε όλους βγάζουν ένα μυστήριο και ένα «πώς;».
Και περνάω στο τρίτο και τελειωτικό χτύπημα που τόσο το θέλουμε. Που μπορεί να τρελάνει άνθρωπο αν δεν το νιώσει ή ακόμα χειρότερα αν έχει νιώσει τα προηγούμενα δύο και όχι αυτό. Είσαι σε απόσταση τριών ηλεκτρονίων από τον άνθρωπο που έχεις ερωτευτεί. Και καλά δε βολεύεσαι, η απόσταση πέφτει στα δύο ηλεκτρόνια, τεντώνεις το χέρι να δείξεις κάτι που ούτε και ‘συ ξέρεις τι δείχνεις μόνο και μόνο για να το απλώσεις πάνω της όταν το μαζεύεις. Ένα ηλεκτρόνιο απόσταση. «Κάνε να θέλει να με φιλήσει, κάνε να θέλει να με φιλήσει» προσεύχεσαι σε όλους τους θεούς που ξέρεις ή αν δεν πιστεύεις αποκτάς θρησκεία εκείνη τη στιγμή. Το κεφάλι της κάνει ένα κλικ προς το μέρος σου. Το μυαλό σου παγώνει, δε σκέφτεσαι, κοιτάς, παρατηρείς, περιμένεις να εκμηδενιστεί η απόσταση αυτή.
Με τα πολλά αφού έχετε ανταλλάξει σάλια όλο το βραδύ, νιώθεις ότι έχεις βρει το νόημα της ζωής, είσαι στο κρεβάτι σου και κυλίεσαι. Έχεις γίνει ένα ντολμαδάκι με τα σεντόνια και τα μαξιλάρια, αλλά όχι λαχανοντολμάς, με αμπελόφυλλο είναι πιο ωραίοι.
Επιμέλεια Κειμένου Παναγιώτη Μουστάκα: Κατερίνα Κεχαγιά.