«Κλικ, κλικ», ξεκλειδώνει η πόρτα και μπαίνει στο διαμέρισμα της, πρώτα αυτή, από πίσω εγώ ζαλισμένος από το κόκκινο ημίγλυκο που αδειάσαμε στην ταράτσα της συζητώντας και αναλύοντας διάφορα πράγματα. Από αστερισμούς μέχρι το απαίσιο χρώμα των κάγκελων της απέναντι πολυκατοικίας, από το αν υπάρχει ζωή σε άλλους πλανήτες μέχρι ποια anime έχει δει ο καθένας μας. Επομένη στάση; Κρεβάτι.

Αν δε με ξυπνήσει η μάνα μου με κάποιο τηλέφωνο το πρωί και ξυπνήσω κάπως άδοξα, όχι όπως θα ήθελα, ανοίγω τα μάτια μου επειδή με πειράζει το μαλακισμένο διπλά μου. Γκρινιάζω, «καλημέρα» συνοδευόμενο με ένα φιλί και την τυλίγω με τα χέρια μου και σιγά σιγά της πιάνω τον κώλο. Πόσες φορές της έχω πει να μη με πειράζει όταν κοιμάμαι; Καλά ‘ντάξει ξέρω πολύ καλά πως δεν το θέλω αυτό. Αν ξυπνήσω πάλι εγώ πρώτος, συνήθως την παρατηρώ μέχρι να σηκωθεί και εκείνη. Παρατηρώ και χαζεύω. Δείχνει τόσο ήρεμη όταν κοιμάται δε θέλω να της το χαλάσω. Καμία φόρα την τραβάω φωτογραφίες τις οποίες δείχνοντάς τις μετά,παραπονιέται. Για το παράπονό της ζω! Είναι εντελώς ερωτεύσιμο! Κάθε πρωί διπλά της είναι και μια επιβράβευση, να το πω; Το λέω! Ένας λόγος για να συνεχίσω να δημιουργώ και να ονειρεύομαι και πάντα ένα χαμόγελο. Χαμόγελο, εγω το πρωί; Μάλλον ερωτευμένος θα είμαι.

Εν συνεχεία, γνωστή αρκετά, ίσως τελειοποιημένη τέχνη είναι εκείνη του χουζουρέματος. Βαρελάκια, αγκαλιές, φιλιά και πείραγμα! Πρέπει να πάρω το αίμα μου πίσω κατά κάποιο τρόπο και της κάνω τη ζωή δύσκολη. Θυμάμαι εκείνο το πρωί που την τύλιξα με το πάπλωμα, την έριξα από το κρεβάτι και έκανε να μου μιλήσει πέντε ολόκληρα λεπτά! Θα με ρωτήσει αν θέλω καφέ. Εννοείται πως θέλω καφέ, τι εννοείς; Καφές χωρίς εκείνη, μαύρος καφές.

Σηκώνομαι από το κρεβάτι και προσπαθώ να συνειδητοποιήσω ότι όντως το ζω αυτό, ότι είναι πραγματικότητα γιατί παραείναι καλό για να είναι αληθινό. Την έχω ρωτήσει νομίζω, αν ο ενεστώτας μας αυτός είναι χειροπιαστός. Καθόμαστε στην κουζίνα, συζητάμε τα περί ταράτσας με ενδιάμεσες παύσεις για σαλιάρισμα με γεύση καπουτσίνο καραμέλα. Ύστερα έχει σειρά η ταινία που θα βάλουμε στο απαρχαιωμένο λάπτοπ της. Την κοροϊδεύω που ξέρω καλύτερα αγγλικά από εκείνη και την ρωτάω αν κατάλαβε τι λέει αυτός ή αν θέλει μετάφραση. Η γκρίνια αρχίζει ξανά. Μπορώ να την προκαλώ και να την αντέχω για πάντα. Πες μου ποιο άτομο έχει νιώσει τη χαζομάρα στον εγκέφαλο σου και δεν την έχει λατρέψει; Δεν ξέρω κι ούτε με απασχολεί να μάθω, να σου πω.

Η επιθυμία να ξυπνάω μαζί της είναι απείρως εντονότερη από εκείνη να κοιμάμαι μαζί της. Έχει μια λεπτή διαφορά το να κοιμάσαι, και να ξυπνάς με τον άνθρωπο σου. Η πρώτη εκδηλώνει την ανάγκη του να μην είμαι μονός μου στο τέλος της ημέρας, χαρακτηρίζεται από φόβο και ανασφάλεια ίσως. Η δεύτερη όμως, εκφράζεται όπως σου είπα από το χαμόγελο που δημιουργείς στη μούρη μου, όλο από ευτυχία.

Υ.γ. Φτιάχνεις τα πρωινά μου. Είσαι το πρωινό μου.

 

Συντάκτης: Παναγιώτης Μουστάκας
Επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Κεχαγιά