Το μεγαλύτερο θαυμασμό και γοητεία στη ζωή μας προκαλούν τα μεγάλα πάθη, αυτά που μοιάζουν με τυφώνες που σαρώνουν στο πέρασμά τους. Μας εξάπτουν τη φαντασία, μας εξιτάρουν και τα αποζητάμε με υπέρμετρη ανυπομονησία κι αγωνία, νιώθοντας μια δόση ζήλιας για όλους αυτούς τους τυχερούς που ζουν έναν έρωτα με κινηματογραφικό πάθος, δηλαδή με τηλέφωνα τα ξημερώματα, τσακωμούς μες στη βροχή, δάκρυα, φωνές που διακόπτονται από ξαφνικά φιλιά δίχως ανάσα και τέλος, ζήλιες, τρέλα, φοβερά γέλια, ατέλειωτες αγκαλιές ή γι’ αυτούς που ζουν αποκλειστικά για ένα στόχο χωρίς να παρεκκλίνουν ποτέ της πορείας τους όντας αφοσιωμένοι κι ευτυχισμένοι γι’ αυτό.

Όπως όμως σε καθετί στη ζωή, η ισορροπία και το μέτρο παίζουν πάντα τον πιο σημαντικό ρόλο κι η διαχωριστική γραμμή μεταξύ πάθους κι υπερβολικού πάθους είναι πολύ λεπτή. Μπορεί να πιστεύεις πως όταν μιλάμε για πάθος ισχύει το the more the better. Αλλά καλό θα ήταν να αναθεωρήσεις.

Το πάθος από μόνο του ενέχει μια υπερβολή, μια κυριαρχία της επιθυμίας πάνω στη συνείδησή μας. Το συναίσθημα είναι τόσο ισχυρό που υπερισχύει της λογικής και ξεπερνά κάθε φραγμό, κάθε δεύτερη σκέψη και κάθε όριο. Αντιλαμβάνεσαι τι σημαίνει λοιπόν υπερβολικό πάθος και τι επιπτώσεις μπορεί να έχει;

Όταν και το τελευταίο ψήγμα λογικής που έχουμε, εξαφανιστεί, τα πράγματα αρχίζουν να γίνονται ανεξέλεγκτα κι η έκβαση παντελώς άγνωστη. Κι όχι, δε μιλάμε για τα κλάματα και τον πόνο, τα δάκρυα, μια ενδεχόμενη αποτυχία που μπορεί να έρθουν για τον τάδε ή το δείνα λόγο. Μιλάμε για κάτι πολύ πιο σημαντικό: την ίδια την ουσία της ζωής.

Το πάρα πολύ, το χωρίς μέτρο, αλλοιώνει και διαβρώνει κάθε πραγματικότητα, σε κάθε περίπτωση και με κάθε τρόπο. Όταν δε σκέφτεσαι, δεν αντιλαμβάνεσαι τα πράγματα στην ουσιαστική τους διάσταση, την αντικειμενική, αυτή που υπάρχει κι όχι αυτή που θεωρείς πως υπάρχει, αρχίζεις να χάνεις το νόημα. Παραδίνεσαι αργά ή γρήγορα σ’ αυτό που το έντονο συναίσθημα σου επιβάλλει και φοράς παρωπίδες. Κλείνεις μάτια κι αφτιά κι όλα είναι αλλιώς.

Η ουσία της ζωής, όμως, είναι να ζούμε τα πάντα και να παλεύουμε γι’ αυτά, όσα μας έρχονται, στο βαθμό που πρέπει και με συνείδηση. Όχι με την τύφλωση που δημιουργεί η υπερβολή κι όχι μεμονωμένα και αποστασιοποιημένα.

Για να απολαμβάνεις αυτό που ζεις, για να χαίρεσαι ένα μεγάλο ερωτικό πάθος, για να το ζεις όπως του αξίζει, για να διοχετεύεις το πάθος σου για κάτι σωστά, για να πετύχεις ένα στόχο, πρέπει να θέτεις κάποια όρια, κάποιες ενδεικτικές γραμμές μέσα στις οποίες θα κινηθείς. Εσύ για ‘σένα, για να προφυλαχτείς.

Η μόνιμη ένταση, το πάντα φορτισμένο κλίμα –είτε θετικά είτε αρνητικά–, το «όλα στο κόκκινο» συνεχώς, από ένα σημείο και μετά κουράζουν και μεταβάλλουν το όλο σκηνικό. Το να θυσιάζεις τα πάντα αδιακρίτως και να θυσιάζεσαι απερίσκεπτα και βιαστικά στο βωμό αυτού που η υπερβολή σου επιβάλλει, αρχίζοντας να φλερτάρεις με τον τυχοδιωκτισμό, είναι καταστροφικό.

Σε μια κατάσταση που από μόνη της περιλαμβάνει έτσι κ αλλιώς ένα είδος υπερβολής, και γι’ αυτό γουστάρεις τόσο και τη λέμε πάθος, δε λειτουργεί ποτέ θετικά η ροπή προς επιπρόσθετη υπερβολή. Σου στερεί την ουσία, σε παραπλανεί, σε θέτει σε μια θέση που ούτε κατανοείς ούτε μπορείς ακριβώς να διαχειριστείς. Σε κατευθύνει ένας αυτόματος πιλότος, και τα πάντα είναι στραμμένα σ’ αυτή τη μία και μόνο κατεύθυνση και πουθενά αλλού.

Χάνεις καθετί άλλο γύρω σου, από στιγμές μέχρι ανθρώπους, εικόνες, καταστάσεις, γενικά την αληθινή ζωή, την ουσιαστική και τη φυσιολογική. Κι είναι κρίμα να αφήνεσαι στην τάση που ως άνθρωποι έχουμε στην υπερβολή και να μην αξιοποιείς το πάθος σου, είτε για ανθρώπους είτε για καταστάσεις, δημιουργικά.

Το μέτρο χρειάζεται πάντα γιατί ακριβώς όταν ισορροπήσεις πάνω στο σχοινί χωρίς να πέσεις σε μια απ’ τις δυο πλευρές, βλέπεις τι είναι στ’ αλήθεια το νόημα της ζωής και πόσο μαγικό είναι το πάθος όταν ξέρεις πώς να το βιώσεις χωρίς να σε παρασύρει σε τυχοδιωκτισμό και τύφλωση.

Κι αν το νόημα της ζωής αυτό καθεαυτό είναι δύσκολο να προσδιοριστεί, μια καλή αρχή θα ήταν να αρχίσεις να ψάχνεις γι’ αυτό εκεί που πρέπει: παντού.

 

Επιμέλεια Κειμένου Νέλης Χαχάμη: Πωλίνα Πανέρη

Συντάκτης: Νέλη Χαχάμη