Σε ερωτήσεις τύπου «Tι θεωρείς απολαύσεις στη ζωή και ποιες είναι οι μεγαλύτερες;», οι περισσότεροι από εμάς θα απαντούσαμε χωρίς καν να το σκεφτούμε –πέρα απ’ το δεδομένο που είναι ο έρωτας– το καλό φαγητό, το γέλιο, οι φίλοι και το καλοκαίρι. Και το καλύτερο σημείο δε, ο συνδυασμός όλων αυτών σε ένα.
Η ενδεικτικότερη μέρα, λοιπόν, του χρόνου γι’ αυτόν τον πολυπόθητο συνδυασμό είναι μάλλον το Πάσχα. Είναι η μέρα που περιλαμβάνει καταρχάς πολύ και πολύ καλό φαγητό, πολλούς και πολύ καλούς φίλους, πάρα πολλά κι ατελείωτα γέλια, ιστορίες κι αφηγήσεις απ’ αυτές που δε χορταίνεις ν’ ακούς κι όλα αυτά μια ανάσα πριν το καλοκαίρι, με καιρό γλυκό, γεμάτο όμορφες μυρωδιές και λουλούδια. Τι καλύτερο;
Το Πάσχα από μόνο του σαν ημέρα είναι μια γιορτή άμεσα συνυφασμένη με λαμπερό ήλιο, ολοήμερο φαγοπότι σε εξοχές και χωριά, παρέα με αγαπημένα μόνο πρόσωπα. Η ατμόσφαιρα –εκτός από τσικνισμένη– είναι χαρούμενη κι ανάλαφρη και το σκηνικό συναπαρτίζεται απ’ όλα εκείνα τα οποία κάνουν τη ζωή κάτι παραπάνω από ωραία.
Αν πάλι ανήκεις σ’ αυτή την κατηγορία ανθρώπων που γενικώς δε συμπαθούν το Πάσχα σαν σύνολο, δεν το περιμένουν πώς και πώς και φυσικά δεν το συγκρίνουν με τα Χριστούγεννα –όπως κι εγώ– δεν μπορεί να μην απολαμβάνεις τη μέρα αυτή μεμονωμένα, με όλους τους αγαπημένους σου μαζεμένους και σε μεγάλα κέφια, με το φαγητό και το ποτό να ρέουν άφθονα και τον ήλιο να λάμπει. Χαμογελαστές φάτσες, πειράγματα, αναδρομές, αράγματα, μουσικές, αρώματα.
Είναι κάτι σαν τελετουργία η όλη φάση την Κυριακή του Πάσχα. Είναι η Κυριακή του χρόνου –αν όχι η μοναδική, απ’ τις ελάχιστες– που δεν είναι έστω και λίγο μελαγχολική, που την ευχαριστιέσαι στο έπακρο και που ακόμα κι αν δεν είσαι λάτρης της, όταν τελικά έρθει περνάς καλύτερα απ’ ό,τι φανταζόσουν και περίμενες.
Ας πάρουμε τη μέρα απ’ την αρχή. Για άλλους αυτή η αρχή είναι χαράματα και γι’ άλλους λίγο πριν ετοιμαστεί το λουκούλλειο γεύμα. Και για τους μεν και για τους δε όμως η ευχαρίστηση είναι εξίσου μεγάλη καθώς οι πρώτοι γουστάρουν την όλη διαδικασία προετοιμασίας κι οι δεύτεροι ανοίγουν το μάτι κι αντικρίζουν έναν παράδεισο στρωμένο στο τραπέζι τους.
Η μάχη με τα αρνιά κι όλης της Γης τις λιχουδιές περνάει την πρώτη της φάση –προφανώς αυτή η μάχη δεν τελειώνει πριν το βράδυ– κι όπως όλοι είναι μαζεμένοι γύρω από ένα άλλοτε τεράστιο κι άλλοτε πιο μικρό τραπέζι, σ’ έναν κήπο, σε μια αυλή, σε μια αλάνα, αρχίζουν να γελάνε, να συζητάνε για πράγματα που έγιναν πέρυσι τέτοια μέρα, για αστεία που όλοι θυμούνται και που έζησαν μαζί, για ιστορίες που ένας ξέρει και που κι οι υπόλοιποι πρέπει να μάθουν ή για ιστορίες που παρότι όλοι ξέρουν, τρελαίνονται να τις ακούνε ξανά και ξανά. Κι όλα αυτά με παρεμβολές τσουγκρισμάτων, φαγητού και γλυκών.
Όλο αυτό –το κάθε άλλο παρά άσχημο– σκηνικό επαναλαμβάνεται ασταμάτητα μέχρι αργά το απόγευμα ή και το βράδυ κι έχει την εξής ιδιαιτερότητα: κανείς δε βαριέται και κανείς δεν έχει την πρόθεση να εγκαταλείψει, ακόμα κι αν ξέρει ακριβώς τη ροή της ημέρας. Γιατί ορισμένες ημέρες είναι τόσο όμορφες που είναι ευτυχία να επαναλαμβάνονται με μαθηματική ακρίβεια.
Παράλληλα, στην τελειότητα της ημέρας συντελεί και μάλλον σε πολύ μεγάλο βαθμό ο καιρός. Είναι σχεδόν καλοκαίρι κι από μόνη της αυτή η αίσθηση είναι ικανή να σε γεμίσει με τόση χαρά που μπορεί και να σκάσεις.
Απολαμβάνεις αυτό το ελαφρύ κάψιμο που νιώθεις όταν κάθεσαι για ώρα στον ήλιο κι αυτή τη γλυκιά ζαλάδα που προκαλεί η μια κάποια ποσότητα κρασιού που ρέει στο αίμα σου σε συνδυασμό μ’ αυτό το κάψιμο. Δε χορταίνεις να ακούς τα χαζά αστεία, τα μεθυσμένα λόγια και τις αναπολήσεις των γύρω σου.
Κι έτσι λοιπόν, είτε συμπαθείς είτε όχι την όλη πασχαλινή φιλοσοφία, αυτή η ειδική Κυριακή είναι πάντα όμορφη, πάντα διασκεδαστική και πάντα χαρούμενη. Είναι η αναγγελία έναρξης του καλοκαιριού, η υπενθύμιση πως είσαι καλά και μ’ αυτούς που αγαπάς και φέτος κι η αιτία να περάσεις μια μέρα γεμάτη φαγητό και γέλιο. Κι αν αυτό δεν είναι παράδεισος, τότε ποιο;
Επιμέλεια Κειμένου Νέλης Χαχάμη: Πωλίνα Πανέρη