Είναι κι αυτά τ’ απογεύματα που βρίσκεσαι στην τσίτα και έχεις τόση ενέργεια μέσα σου. Βέβαια, όπως όλοι γνωρίζουμε, ο ανθρώπινος οργανισμός δεν είναι ηλεκτρονικό μηχάνημα να τον προγραμματίσεις με ακρίβεια, πότε θα φάει, πότε θα κοιμηθεί, πότε θα κάνει έρωτα. Μπορεί να είχες μια ιδιαίτερα κουραστική ημέρα, ανάμεσα σε συζητήσεις με πελάτες, συναντήσεις, παρουσιάσεις κι όλα αυτά τα καθημερινά κομμάτια που συνθέτουν το παζλ αυτού που ονομάζεις επαγγελματική σου ζωή, όμως το σημερινό απόγευμα φαίνεται να είναι διαφορετικό.

Είναι απ’ αυτά τ’ απογεύματα που αποφασίζεις να πορευτείς μόνος σου. Φοράς ένα τζιν κι ένα πουλόβερ και παίρνεις τον δρόμο για το κέντρο. Θέλεις να βγεις λίγο έξω, να πιεις ένα π0τ0, κάτι πολύ χαλαρό που θα σε βοηθήσει ν’ αποφορτίσεις όλη την ένταση που κρύβεις μέσα σου.

Ψάχνεις τα κλειδιά του αυτοκινήτου, τα βρίσκεις πάνω στο κομοδίνο. Δίπλα τους στέκει το βιβλίο που ξεκίνησες να διαβάζεις πριν μια εβδομάδα, με την ελπίδα και την προσδοκία να το έχεις τελειώσει σε τρεις τέσσερις το πολύ μέρες. Θυμάσαι τη λαχτάρα με την οποία περίμενες να κυκλοφορήσει. Ο σελιδοδείκτης κολλημένος στη σελίδα 25. Που θα πάει, θα βρεις χρόνο λες από μέσα σου καθώς κλείνεις αθόρυβα την πόρτα πίσω σου.

Μπαίνεις στο μπαρ και πιάνεις ένα άδειο σκαμπό στην άκρη της μπάρας. Περιεργάζεσαι τ’ άτομα γύρω σου. Ζευγαράκια, κάποιες παρέες φίλων, ίσως συνάδελφοι που πίνουν ένα π0τ0 μετά τη δουλειά. Απέναντι σου ένας ψηλός γκριζομάλλης μ’ ένα ποτήρι, μάλλον οuίσκι, κι ένα βιβλίο μπροστά του. Κάτι σού θυμίζει, αλλά δε δίνεις σημασία. Μετά όμως από λίγο ξανακοιτάς προς το μέρος του. «Λες να είναι αυτός;» αναρωτιέσαι. Αποκλείεται, δεν έχει καμία δουλειά εδώ. Τσεκάρεις το κινητό σου. Ο διάσημος best seller συγγραφέας Τζον Βέρντον στην Αθήνα για την παρουσίαση του νέου του βιβλίου. Φίλε, αυτός είναι και πίνει το π0τ0 του τρία μέτρα μακριά μου.

Δεν το σκέφτεσαι δεύτερη φορά. Πλησιάζεις διστακτικά προς το μέρος του. Ευκαιρία να ξεσκονίσεις λίγο και τα αγγλικά σου. Έχει καταλάβει ότι κάποιος τον πλησιάζει, γυρνάει και σε κοιτάει μ’ ένα βλέμμα ψαρωτικό, σκυθρωπό. Ζητάς συγνώμη ευγενικά και τον ρωτάς αν είναι όντως αυτός που νομίζεις, αν και μέσα σου ξέρεις την απάντηση. Μαλακώνει το βλέμμα του κι απαντάει θετικά.

«Το μυαλό μου κάνει τρελές σκέψεις, οι οποίες παίρνουν μορφή μέσα στα βιβλία μου» θα σού πει μετά από ένα ακόμα π0τ0. Τον ρωτάς πώς  αντλεί έμπνευση, πώς σκιαγραφεί τους χαρακτήρες του, αν ο κεντρικός του ήρωας, ο ντετέκτιβ Γκάρνει έχει τόσα κοινά σημεία με τον ίδιο τον συγγραφέα. Πιο πολλά απ’ ότι φαντάζεσαι, θα σού απαντήσει εκείνος, με ένα ενοχλητικό μειδίαμα. Όλα είναι μέσα στο μυαλό του, οι φόβοι του, οι ανησυχίες του, απλώς σχηματοποιούνται και γίνονται μέρος μιας ιστορίας που κάθε της πτυχή, κάθε της μικρή εξιστόρηση σου κόβει την ανάσα.

Παρατηρείς τις ρυτίδες του γερασμένου του προσώπου, σε μια προσπάθεια να διακρίνεις μια κρυμμένη σοφία πίσω απ’ αυτές. Θα σε κοιτάξει με συγκατάβαση και θα πει ότι οι συγγραφείς δε διαφέρουν απ’ τους άλλος ανθρώπους. Κοιτάζει νωχελικά το ποτήρι του και βρέχει τα χείλη του. Πάντα αναρωτιόσουν πως ένας πρώην διαφημιστής με καριέρα στη Νέα Υόρκη, και μετέπειτα σχεδιαστής επίπλων για μια δεκαετία μετατράπηκε σ’ έναν δημιουργό αστυνομικών best seller με εκατομμύρια αναγνώστες σ’ όλο τον κόσμο. Μήπως άραγε τον ενέπνευσε η μετακόμιση του στην επαρχία, σε τοπία καταπράσινα κι επιβλητικά βουνά σαν αυτά που περιγράφει στις ιστορίες του;

Ίσως, έπαιξε ρόλο κι αυτό. Ίσως, πάλι για όλα να φταίει η γυναίκα του  που τον ώθησε να ξεκινήσει να γράφει. Σού γκρεμίζει τον μύθο του παρανοϊκού, στα πρόθυρα του αλκ00λισμού, χτυπημένου απ’ τη μοίρα που βγάζει τ’ απωθημένα του στα βιβλία του. «Χρειάζεται απλώς εσωτερική πειθαρχία για να κάτσεις να γράψεις κάτι που να έχει αρχή μέση και τέλος», αποφαίνεται. Σπάνια κάνει έρευνα για τις ιστορίες του, απλώς κάθεται και γράφει. Τον ακούς αντλώντας κάθε πληροφορία, κάθε εικόνα που τα λεγόμενα του σχηματίζουν στο μυαλό σου. Τον φαντάζεσαι σε μια βεράντα με θέα απέραντους καταπράσινους λόφους περιστοιχισμένους από μικρές λίμνες, καθισμένο σε μια πολυθρόνα να κοιτάει τον ορίζοντα και να πληκτρολογεί στον υπολογιστή του.

Έχει περάσει ήδη μία ώρα, χωρίς καν να το έχεις καταλάβει. Θέλεις να του κάνεις την ερώτηση κλισέ αλλά διστάζεις. Σε βγάζει από τη δύσκολη θέση. «Δε θα με ρωτήσεις αν περίμενα πως τα βιβλία μου θα είχαν τόσο μεγάλη απήχηση;» Σκύβεις απαλά το κεφάλι αφήνοντας τον να συνεχίσει. Βγάζει απ’ την τσέπη του το πορτοφόλι και πληρώνει, μαζί και τα δυο δικά σου π0τά. Σε χαιρετάει ευγενικά κι αποχωρεί με αργό βήμα. Πρέπει να ξυπνήσει νωρίς γιατί αύριο πετάει για Αμερική.

Επιστρέφεις σπίτι, ελαφρώς ζαλισμένος. Δυσκολεύεσαι να πιστέψεις ότι λίγη ώρα πριν έπινες ouίσκι μ’ ένα αγαπημένο σου συγγραφέα. Μπαίνεις για ένα ζεστό ντους και πας στο κρεβάτι. Απλώνεις το χέρι στο κομοδίνο και πιάνεις το βιβλίο. «Ο δ0λ0φόν0ς είναι ν3κρόs» του Τζον Βέρντον

Ο Τζον Βέρντον είναι Αμερικανός συγγραφέας αστυνομικών θρίλερ με ήρωα τον ντετέκτιβ Γκάρνει, έναν συνταξιούχο αστυνόμο που έχει αποσυρθεί στην επαρχία μαζί με τη σύζυγο του κι έχει γράψει οχτώ βιβλία τα οποία έχουν μεταφραστεί σε 24 χώρες.

 

Συντάκτης: Νίκος Δούκας
Επιμέλεια κειμένου: Ανδρέας Πετρόπουλος