Η συνήθεια βολεύει τον κόσμο –και γιατί όχι άλλωστε; Κάθε μέρα, οι άνθρωποι ακολουθούν τη ρουτίνα τους. Ανάλογα το χαρακτήρα του καθενός και της καθεμιάς, μπορεί να ακολουθούν πάνω-κάτω την ίδια διαδρομή για τις δουλειές της ημέρας, να αγοράζουν λουλούδια από το ίδιο ανθοπωλείο, να κάθονται στην ίδια πλευρά του μετρό, όταν μπορούν.
Γυρνάει, λοιπόν, το ρολόι της ρουτίνας αργά-αργά με τους δείκτες να βρίσκονται εκεί που πάντα θα τους περίμενε κανείς. Μέχρι να γίνει κάτι στο απρόσμενο, το έκτακτο, το αντισυμβατικό και να τα κάνει όλα γης μαδιάμ, να σπάσει το ρολόι και οι δείκτες να αρχίσουν να δείχνουν ο ένας στην ανατολή κι ο άλλος στη δύση. Ξεχαρβαλώνεται ο μηχανισμός κι άντε να τον συμμαζέψεις.
Ασυνήθιστοι δεν σημαίνει περίεργοι, να το διευκρινίσουμε αυτό. Είναι απλά αυτοί που ταράζουν τη ροή των πραγμάτων που κάποιος έχει συνηθίσει. Αυτοί που με τρόπο μοναδικό κάνουν τις καρδιές να χοροπηδάνε στα στήθη και τα μάγουλα να ξανάβουν μόλις μπουν στο δωμάτιο και τα βλέμματα καρφωθούν επάνω τους.
Οι ασυνήθιστοι άνθρωποι παίρνουν τις πιο ωραίες αγκαλιές, αυτές που εύχεται κανείς να μην τελειώσουν ποτέ και τα δευτερόλεπτα να γίνουν χίλια χρόνια. Κρατώντας το κεφάλι κρυμμένο στα μαλλιά τους και την μεθυστική τους μυρωδιά να ταλανίζει την ψυχή και τις αισθήσεις.
Οι ασυνήθιστοι άνθρωποι ξέρουν να βρίσκουν το κουμπί των άλλων και να τους κάνουν να χορεύουν στο ρυθμό τους. Όταν τίποτα επάνω τους δεν είναι συνηθισμένο, θα είναι αυτοί που θα βρεθούν, χωρίς λόγο, ένα Σάββατο να αγναντεύουν το ξημέρωμα από ψηλά, κάνοντας νόημα στα σύννεφα να πάνε να τους πιάσουνε.
Θα είναι αυτοί που θα κάτσουν στο τραπέζι και θα ηλεκτρίσουν την ατμόσφαιρα –μπορεί να ήταν χαβαλεδιάρικη και χύμα πριν, μα αμέσως γέμισε πάθος και συναισθήματα. Ακριβώς όπως θα ένιωθε ο κάθε άντρας που σέβεται τον εαυτό του όταν έβλεπε μπροστά του μια μοιραία γυναίκα με κόκκινο φόρεμα της φωτιάς και βλέμμα όλο υποσχέσεις για νύχτες μαγικές κι ονειρεμένες στο κρεβάτι και όχι μόνο. Ακριβώς όπως θα ένιωθε κάθε γυναίκα στο απροκάλυπτο βλέμμα ενός άντρα που τη μαγνητίζει.
Είναι τυχεροί, λοιπόν, όσοι τα μπλέκουν με ασυνήθιστους ανθρώπους. Η φλόγα τους καίει με δύναμη τα μικροπρεπή «πρέπει» ή τα ξέπνοα «μήπως», μέχρι που όσοι έχουν απέναντι τους θυμούνται καλά με ποιους και ποιες έχουν να κάνουν. Η ύπαρξη τους η ίδια δεν κωλώνει στο τι θα πει ο κόσμος ή τι θα νομίσει ο διπλανός για πάρτη τους.
Κοιτιούνται στον καθρέφτη ντόμπρα και σταράτα και δεν ντρέπονται για λογαριασμό τους. Πιάνουν πουλιά στον αέρα και κάνουν τ’ αλατιού όσους τους πάνε κόντρα, όσους βουλιάζουν στη μικροπρέπεια, τη μιζέρια, τη δειλία.
Μια ασυνήθιστη γυναίκα θα πιάσει το εγχειρίδιο των καλών πρώτων ραντεβού και θα το σκίσει σε χιλιάδες κομματάκια. Θα φορέσει το γάντι του μαριονετοπαίχτη και θα φροντίσει να πάνε τα πράγματα όπως θα ‘ταν ωραίο στο μυαλό της να πάνε, τελεία και παύλα.
Ένας ασυνήθιστος άντρας θα βγάλει τον καλύτερο του εαυτό εκεί ακριβώς που πρέπει, εκεί που κάποιος τρίτος θα περίμενε να μην καταλάβει, να μην κάνει την σωστή την κίνηση. Θα κάνει την έκπληξη και θα τους αφήσει όλους μαλάκες.
Δεν το ξέρουμε, αλλά πρέπει όλοι να ευχόμαστε να γεμίσουν τη ζωή μας ασυνήθιστες ψυχές ντυμένες με ανθρώπινο μανδύα. Γιατί μαζί τους και μόνο μαζί τους θα πλημμυρίσει το φυλλοκάρδι μας από πάθος, συναισθήματα, ηδονή κι έρωτα πληθωρικό, ανομολόγητο, σαν αυτόν που νόμιζε κανείς πως υπάρχει μονάχα στα παραμύθια.
Επιμέλεια κειμένου: Κατερίνα Καλή