Τον όρο «closure» κάποιοι από εμάς τον μάθαμε μέσα από τη γνωστή σειρά «Τα Φιλαράκια», άλλοι πάλι να τον ήξεραν. Στη σειρά, βλέπουμε τη Ρέιτσελ να τηλεφωνεί μεθυσμένη στον Ρος και να του λέει ότι δεν έχει πια αισθήματα για εκείνον, ότι έχει προχωρήσει και ότι δεν τη νοιάζει καν που εκείνος και η Τζούλι θα πάρουν γάτα. Τι είναι όμως το «closure» και γιατί πονάει τόσο όταν ο άλλος το κάνει πριν από εμάς;
Το «closure» συμβαίνει όταν, λόγω κάποιου συναισθήματος ή κάποιου περιστατικού, «κλείνεις» από την πλευρά σου μια υπόθεση οριστικά και αμετάκλητα. Είναι αυτό που λέμε «έχω προχωρήσει», αλλά στις περιπτώσεις που πραγματικά το εννοούμε. Και η αναγκαιότητά του φαίνεται από τον τρόπο που σε κάνει να νιώθεις αυτό το πολυπόθητο «κλείσιμο», ή μάλλον, από το κενό που νιώθεις όταν αυτό προέρχεται από την άλλη πλευρά.
Νιώθεις μετέωρος, σαν να ισορροπείς πάνω σε ένα λεπτό τεντωμένο σκοινί, κάτω από το οποίο βρίσκεται το κενό, το απόλυτο χάος. Είναι λες και ξαφνικά ο κόσμος κάνει υπερβολικά πολύ θόρυβο, οι ήχοι γύρω σου είναι όλοι εξίσου οδυνηρά εκκωφαντικοί. Δεν ξέρεις τι να κάνεις, πώς να νιώσεις, τι να σκεφτείς, γιατί όλος σου ο κόσμος χάθηκε μέσα σε μια στιγμή. Στη στιγμή που σου ανακοίνωσε ότι «του τελείωσες». Τόσο απλά. Μάλιστα, πολλές φορές δε χρειάζεται καν να σου το πει, ένα βλέμμα αρκεί. Έχει αλλάξει ο τρόπος που σε κοιτάει, που σου μιλάει, που σε χαιρετάει. Κάτι απροσδιόριστο άλλαξε χωρίς καν να το καταλάβεις, και όταν το συνειδητοποιείς είναι πια πολύ αργά. Είναι σαν να μην ήσουν παρών όταν αυτό το κάτι άλλαζε, σαν αυτή η στιγμή να έχει διαγραφεί από το μυαλό σου γιατί μάλλον πονούσε υπερβολικά πολύ για να παραμείνει ως ανάμνηση.
Ψάχνεις, λοιπόν, να βρεις το λόγο που όλο αυτό τελείωσε τόσο ξαφνικά. Και είναι λογικό γιατί, όπως όλοι μας, έχεις την τάση να ταυτίζεις οτιδήποτε σημαντικό σου συμβαίνει, με ένα νέο κεφάλαιο στο βιβλίο της ζωής σου. Όπως κάθε κεφάλαιο λοιπόν, έτσι κι αυτό, έχει αρχή, μέση και τέλος. Και είναι τόσο ειρωνικό ότι νόμιζες πως η ιστορία σας συνεχιζόταν ενώ ο επίλογος είχε ήδη γραφτεί. Γι’ αυτό ψάχνεις. Ψάχνεις να βρεις τι πήγε λάθος, σε ποιο ακριβώς σημείο έφταιξες, τι είπες που δεν έπρεπε, τι θα έκανες διαφορετικά αν το πηγαίνατε πάλι από την αρχή. Όμως δεν υπάρχει τίποτα που να μαρτυρά ότι το τέλος πλησιάζει. Γυρίζεις στην επόμενη σελίδα και είναι κενή. Όπως και όλες οι σελίδες μετά από αυτή.
Και εδώ φαίνεται η αναγκαιότητα του «closure». Δε γίνεται εκ των πραγμάτων να γραφτεί το επόμενο κεφάλαιο γιατί -πολύ απλά- δεν έχεις προχωρήσει, δεν έχεις ξεμπερδέψει με το προηγούμενο. Κάποιος άλλος αυθαιρέτησε και έγραψε το τέλος αντί για εσένα, χωρίς καν να σε προειδοποιήσει. Γι’ αυτό, εμπρός στον δρόμο που χάραξε η φίλη Ρέιτσελ, αποφασίζεις ότι πρέπει επιτέλους να πας παρακάτω. «Ξεκόλλα» και «Δεν αξίζει» σου λένε οι γύρω σου όμως εσύ ξέρεις ότι δεν είναι τόσο απλό. Μακάρι να ήταν. Γιατί ενδόμυχα πιστεύεις ότι ακόμα υπάρχει ελπίδα και ότι, αν και εσύ προχωρήσεις, τότε τα πάντα χάθηκαν, είναι σαν να μην υπήρξατε ποτέ. Είναι φωτογραφίες μαζί με το πρόσωπο που καις, είναι ημερολόγια που σκίζεις, είναι αναμνήσεις που διαγράφεις, είναι συναισθήματα που πετάς. Συνειδητοποιείς ότι αν και εσύ τα παρατήσεις και πας παρακάτω, τότε δεν υπάρχει πια καμία περίπτωση να ενωθούν οι ζωές σας ξανά. Και αυτό πονάει, πονάει πολύ. Γι’ αυτό υποσυνείδητα επιλέγεις να προσποίησε ότι τον έχεις ξεπεράσει, κοροϊδεύοντας τους άλλους και τον εαυτό σου.
Όμως το βράδυ έρχεται και να το, εμφανίζεται στο όνειρό σου. Είστε και πάλι μαζί και εσύ δε θα μπορούσες να είσαι πιο ευτυχισμένο. Και, για κακή σου τύχη, είσαι από τους ανθρώπους που πιστεύουν πως, αυτά που βλέπουμε στον ύπνο μας, είναι η ζωή μας σε κάποιο παράλληλο σύμπαν. Οπότε οι ελπίδες σου μεγαλώνουν και νιώθεις ότι η προσπάθεια που έκανες για να προχωρήσεις, έχει μηδενιστεί. Χάρη σε ένα και μόνο όνειρο.
Και κάπως έτσι συνειδητοποιείς ότι στην πραγματικότητα δεν έχεις ξεπεράσει εκείνο το πρόσωπο. Για την ακρίβεια, είσαι χιλιόμετρα μακριά από κάτι τέτοιο. Και, φυσικά, τώρα όλα βγάζουν νόημα. Ο μόνος λόγος που κυριεύει κάθε βράδυ το υποσυνείδητό σου είναι γιατί ζει και βασιλεύει στο συνειδητό σου. Γι’ αυτό νιώθεις αυτό το παράξενο συναίσθημα κάθε φορά που αναφέρεται το όνομα ή κάθε φορά που ακούς μία φωνή που μοιάζει σε εκείνη. Και γι’ αυτό εκείνη τη φορά που συναντηθήκατε μετά από καιρό ένιωσες σαν να σου ξερίζωσαν την καρδιά. Και κάπως έτσι καταλαβαίνεις ότι το πολυπόθητο closure, μόνο εύκολο δεν είναι.
Επιμέλεια κειμένου: Αγγελική Θεοχαρίδη