Κατά την διάρκεια της ζωής σου, θα βρεθείς πολλές φορές μπροστά σε συναισθήματα που δε θα μπορείς να εξηγήσεις με τη λογική. Ένα απ’ αυτά είναι και η έλξη.
Δεν ξέρεις γιατί, τι και πώς, αλλά υπάρχουν αυτοί οι συγκεκριμένοι άνθρωποι που όταν είσαι στον ίδιο χώρο μαζί τους, θέλεις συνεχώς να βρίσκεσαι πλάι τους.
Σε τραβάνε ακούσια πάνω τους σαν μαγνήτης και είναι πρακτικά αδύνατον να τους αντισταθείς. Και είναι μάλλον αυτή η ανεπιτήδευτη έλξη, που δημιουργεί μεταξύ σας έναν άρρηκτο δεσμό.
Δεν είναι απαραίτητα ένας συγκεκριμένος τύπος ανθρώπου, ούτε έχει τα εφτά από τα δέκα χαρακτηριστικά της λίστας του ιδανικού συντρόφου που έχεις στο μυαλό σου. Είναι απλώς αυτό το ανεξήγητο «κάτι» που σε κάνει κι αναρωτιέσαι γιατί σ’ αρέσει, την ώρα που ψάχνεις τρόπο να βρεθείς κοντά του.
Ανάμεσά σας υπάρχει πάντα αυτός ο ηλεκτρισμός που κάνει την ατμόσφαιρα τεταμένη, ενώ ο χρόνος μπαίνει στη δική του τρελή πορεία και θα κυλάει είτε υπερβολικά γρήγορα, αφήνοντάς σε να θέλεις συνεχώς κι άλλο, ή σε κινηματογραφικά slow motion, που κάνουν τις στιγμές σας να μοιάζουν βασανιστικά ατελείωτες.
Σε κάθε τυχαία ή επιτηδευμένη σωματική σας επαφή, αισθάνεσαι ν’ ανατριχιάζεις από την κορυφή ως τα νύχια, τινάζεσαι, τρέμεις, αλλά για κάποιο ανεξήγητο και μαζοχιστικό λόγο, δε θες να τραβήξεις το χέρι σου από τη φωτιά.
Είναι το πρόσωπο που έχεις στο μυαλό σου, όταν είσαι μόνος στο σαλόνι κι αυτό που όταν είστε μαζί γίνονται όλα στάχτη και μπούρμπερη.
Η έλξη όμως δεν έχει να κάνει απλά και μόνο με το σώμα. Ενεργό ρόλο παίζει σε όλα και το μυαλό.
Δε χορταίνεις να τους ακούς να μιλάνε, κρέμεσαι κυριολεκτικά από τα χείλη τους, μαγεύεσαι από τις συζητήσεις σας και τα λόγια τους παίζουν σε επανάληψη στο κεφάλι σου.
Είναι τέτοια η χημεία μεταξύ σας που όσο και να προσπαθείς, δεν μπορείς να την αγνοήσεις. Πάντα θα τινάζεσαι νευρικά στο άκουσμα του ονόματος που σ’ ενδιαφέρει, πάντα θα ελέγχεις τακτικά το χώρο όταν ξέρεις πως θα βρεθείτε σε κοινή παρέα, πάντα με την άκρη του ματιού σου θα ψάχνεις τη μορφή του/της για να φτιάξει το βράδυ σου.
Δεν μπορείς να επιβληθείς στη χημεία, να την πνίξεις, να την βάλεις πειθήνια στο κρεβάτι, να κλείσεις το φως και να περιμένεις να κοιμηθεί. Όπως δεν είναι στη διακριτική σου ευχέρεια, από ποιον και πότε θα αισθανθείς να ελκύεσαι, έτσι δεν μπορεί να περνάει από το δικό σου χέρι, το αν θα σταματήσει.
Λένε πως η αγάπη δε χάνεται και άπαξ και αγαπήσεις κάποιον δεν υπάρχει έξοδος κινδύνου. Κάτι ανάλογο λοιπόν, γίνεται και με την έλξη.
Όσος καιρός και να περάσει, όσο και να πιστεύεις πως έκανες λάθος ή ότι τελικά κατάφερες να την νικήσεις, με την κατάλληλη ευκαιρία αυτή θα επιστρέψει και θα καταφέρει να ρεφάρει.
Θα ξετρυπώσει από εκεί που νομίζεις ότι την έθαψες και θα επανέλθει δριμύτερη. Το μόνο που χρειάζεται είναι ένα βλέμμα, ένα άγγιγμα, μια κουβέντα και γύρισες ξανά στο μηδέν.
Άλλωστε είναι πια κοινό μυστικό, πως ό,τι προσπαθείς να καταπιέσεις, γίνεται εντονότερο
Γιατί όπως και να το κάνουμε, η έλξη τελικά, είναι ένας νόμος που δεν επιτρέπει κανένα παραβάτη.