Θυμάμαι ακόμα τη μέρα που μου έδωσες τον αριθμό σου. Το πόσο γελοία κι εφηβικά τον αποθήκευσα στο κινητό μου, ουρλιάζοντας από χαρά ενώ τσέκαρα από τρεις φορές τα ψηφία για να μην κάνω κάποιο λάθος. Τη σπαζοκεφαλιά για το πώς έπρεπε να σε ονομάσω. Δεν ήσουν για μένα άλλος ένας συνονόματος στη λίστα των επαφών μου ούτε όμως κι ο άνθρωπός μου. Το χαμόγελο που έσκαγε απρόσκλητο στα χείλη μου κάθε φορά που έπεφτε το βλέμμα μου πάνω του, καθώς έψαχνα στις καταχωρήσεις μου για να κάνω ένα τηλεφώνημα.
Ο αριθμός σου στο κινητό μου κατά ένα περίεργο τρόπο με έκανε να αισθάνομαι έξαψη, αλλά κι ηρεμία. Ήξερα ότι ανά πάσα ώρα και στιγμή θα μπορούσα να πατήσω ένα κουμπί και να ακούσω τη φωνή σου, να σου μιλήσω, να νιώσω έτσι απλά ότι είμαι δίπλα σου. Φαντάζεσαι λοιπόν πόσο δύσκολο μου ήταν, όταν αποφάσισα να επιβεβαιώσω την επιλογή της διαγραφής.
Τον διέγραψα γαμώτο τον αριθμό σου γιατί τώρα πια με έχω μάθει καλά και ξέρω πως όταν αρχίσει αλκοόλ να κυλάει στις φλέβες μου, θα πιάσω το κινητό μου και θα αρχίσω να σε καλώ. Με τις πρώτες κιόλας γουλιές θα θέλω να σε πάρω και να σε βρίσω. Να σου καταλογίσω ένα-ένα όλα αυτά που έκανες κι ενώ με πείραξαν, επέλεξα τότε να μη μιλήσω. Να ρίξω πάνω σου όλο το φταίξιμο.
Ακόμα ένα ποτήρι και τώρα πια θα αρχίσω να κατηγορώ τον εαυτό μου. Γιατί έμεινα στάσιμη ενώ μπορούσα να κάνω εγώ τα βήματα που περίμενα από σένα. Θα με βαφτίσω ηλίθια που δεν έβλεπα τα σημάδια, που φίμωσα το ένστικτό μου και δεν κράτησα μαζί σου ούτε μία πισινή. Όλα αυτά που όταν είμαι νηφάλια το παίζω άνετη και υπεράνω, με το πρώτο κιόλας ποτήρι θα ψάχνουν τρόπο να βγουν στην επιφάνεια και να φτάσουν στα αυτιά σου.
Τον διέγραψα επειδή ξέρω ότι μπροστά σου είμαι ήδη αδύναμη και το πότο θα καταφέρει απλά να διαλύσει τις τελευταίες άμυνες που κρατάω. Κι έτσι στο τέλος θα με βρει να στέκομαι στην άλλη άκρη της γραμμής περιμένοντας να το σηκώσεις. Για να σου μιλήσω με ακαταλαβίστικους μονολόγους, να σου πω το πόσο σε θέλω και το πώς μου αρέσει το καθετί πάνω σου. Να σου κάνω ερωτική εξομολόγηση, να ζητήσω μια θέση στο πλάι σου.
Όσο καιρό είχα αποθηκευμένο τον αριθμό σου στο κινητό μου, κάθε βραδινή μου έξοδος ήταν και μια αμφίρροπη εσωτερική μάχη. Απ’ τη μια ήμουν έτοιμη να σου τηλεφωνήσω, να σου πω όλα αυτά που εδώ και καιρό είχα προετοιμάσει στο μυαλό μου κι ύστερα να σε κλείσω. Απ’ την άλλη όμως ένα ίχνος λογικής και δύο φίλοι, που απομάκρυναν τη συσκευή από κοντά μου, έκαναν τελικά να είμαστε ένα τηλεφώνημα απόσταση.
Τον διέγραψα γιατί ήξερα πως το μόνο που ψάχνω είναι απλά μια δικαιολογία για να σύρω το δάχτυλο μου πάνω στο όνομά σου, κάτι να με ωθήσει να βάλω στην άκρη όλα τα «αλλά» που έβαζα στον εαυτό μου και να σε πάρω. Και το αλκοόλ είναι πάντα η πιο κατάλληλη αφορμή, ο πιο ταιριαστός σύμμαχος.
Διέγραψα τον αριθμό σου γιατί όσο και αν θέλω κατά βάθος να εκτεθώ, ταυτόχρονα αισθάνομαι να φοβάμαι. Αν έχεις εσύ ακόμα τον δικό μου, όταν μεθύσεις, πάρε με.
Επιμέλεια κειμένου: Πωλίνα Πανέρη