Η αγάπη για το ξενύχτι βρίσκεται στις φλέβες του κάθε ανθρώπου, είναι κι αυτό ένα απ’ τα αναπόσπαστα στοιχεία του χαρακτήρα του που είτε το έχει να κυλάει μέσα του, είτε όχι. Γι’ αυτό και υπάρχουν κάποιοι που μπορούν να μένουν ξάγρυπνοι μερόνυχτα χωρίς να δουν καμία απολύτως αλλαγή πάνω τους κι άλλοι που μια και μόνο αγρύπνια είναι αρκετή για να τους κάνει να σέρνονται τις υπόλοιπες μέρες της εβδομάδας.

Σημαντικό ρόλο βέβαια παίζει κι η ηλικία, γιατί κακά τα ψέμματα όσο μεγαλώνεις τόσο αισθάνεσαι τις αντοχές σου να σε εγκαταλείπουν. Γιατί μπορεί όταν ήσουνα ακόμα φοιτητής να πήγαινες τα βράδια από μαγαζί σε μαγαζί μέχρι τα ξημερώματα κι ύστερα στη σχολή σου σερί ή με ώρες ύπνου νεογέννητου και να ένιωθες τις μπαταρίες σου ακόμα γεμάτες, αλλά τώρα πια έχεις αλλάξει.

Λίγο η δουλειά που όλη την εβδομάδα σε πιέζει από κάθε πιθανή σου μεριά, κάτι όλες εκείνες οι υποχρεώσεις που ξέρεις πως πρέπει να φέρεις εις πέρας, σε κάνουν μπροστά στο δίλημμα ξεκούραση ή διασκέδαση να επιλέγεις χωρίς ενοχές και δεύτερες σκέψεις το πρώτο.

Κατά αυτόν τον τρόπο τα περισσότερα βράδια σε βρίσκουν χαλαρά ξαπλωμένο στον καναπέ σου να παρακολουθείς σειρές και ταινίες κι όταν το ρολόι πλησιάζει να χτυπήσει μεσάνυχτα, με τα μάτια σου ήδη να έχουν αρχίσει να κλείνουν, να πέφτεις κατευθείαν στην αγκαλιά του Μορφέα.

Είναι όμως και φορές που πρέπει να κάνεις την υπέρβαση και να βγεις απ’ τη ρουτίνα σου. Εκείνες οι καταστάσεις που η παρουσία σου είναι κάτι παραπάνω από επιβεβλημένη, αν και το ραντεβού είναι τότε που συνήθως σηκώνεσαι απ’ τον ύπνο για να πας στην κουζίνα και να πιεις νερό.

Έτσι το ξημέρωμα σε βρίσκει μακριά απ’ το κρεβάτι σου, ανάμεσα σε πολύ κόσμο, πιθανότατα με δυνατή μουσική. Ενώ τα κλειδιά γυρνάνε τελικά στην πόρτα σου την ίδια ώρα που έχεις βάλει να χτυπάει το δεύτερο σου ξυπνητήρι.

Πέραν όμως της υπερπροσπάθειας που κατέβαλες όλο το βράδυ για να σταματήσεις να χασμουριέσαι μόλις η ώρα πέρασε δύο και να καταφέρεις να μην κοιμηθείς όρθιος ενώ οι άλλοι γύρω σου βρίσκονταν σε τσακίρ κέφι, το πραγματικά ζόρικο κομμάτι για σένα έρχεται ακριβώς την επόμενη μέρα.

Θα ξυπνήσεις και θα νιώθεις κυριολεκτικά ερείπιο, αφού όσο κι αν μπόρεσες να κοιμηθείς, ξεκούραση δεν είδες. Τα αυτιά σου θα βουίζουν, το κεφάλι σου θα πονάει. Αλήθεια πότε ήταν η τελευταία φορά που άκουσες τραγούδια στη διαπασών κι ήπιες πολύ παραπάνω απ’ το γνωστό σου ένα ποτηράκι;

Θα καταφύγεις στη βοήθεια των παυσίπονων και του καφέ, αλλά δε θα δεις άμεσα και καμιά σπουδαία αλλαγή. Θα νιώθεις ότι οι κουβέντες κι ο θόρυβος σε ενοχλούν και σε κουράζουν, θα γκρινιάζεις και θα υπολειτουργείς. Όπως είναι φυσικό για τις προσεχείς μέρες θα κοιμάσαι ακόμα και πριν κλείσουν τα μάτια τους οι κότες και θα αποφεύγεις κάθε έξοδο που θα έχει κανονιστεί για μετά τη δύση του ηλίου.

Όσες όμως φορές κι αν γίνεις κουρέλι, όσο κι αν ορκιστείς ότι εσύ και το ξενύχτι θα γίνεται δύο ξένοι κι οι δρόμοι σας δε θα ανταμωθούν ξανά, ποτέ δε θα μπορέσεις να κρατήσεις την υπόσχεσή σου. Πάντα θα εμφανίζεται στον δρόμο σου μια πρόταση που δε θα μπορείς να αρνηθείς, μια περίσταση που δε θα μπορείς να χάσεις.

Γιατί όλοι εμείς που κατά βάθος αγαπάμε τη νύχτα ξέρουμε ότι ένα καλό ξενύχτι αξίζει απόλυτα όλες τις μέρες διάλυσης που θα το ακολουθήσουν.

 

Επιμέλεια Κειμένου Μαρίας Τριγώνη: Πωλίνα Πανέρη

 

Συντάκτης: Μαρία Τριγώνη