«Δε μου αρέσει καθόλου η βροχή, όποτε ρίχνει αστραπές φοβάμαι τόσο που πάω και κοιμάμαι στο κρεβάτι με τη μαμά και το μπαμπά.
Εχθές το βράδυ έριχνε τόσες βροντές που άνοιξα την πόρτα της κρεβατοκάμαρας για να κοιμηθώ μαζί τους μα είδα τη μαμά να βλέπει μόνη της τηλεόραση.
Όταν την ρώτησα που είναι ο μπαμπάς σηκώθηκε γρήγορα πήγε στο σαλόνι και του φώναξε να ξαπλώσει μαζί μας για σήμερα αντί στον καναπέ.
Όλο το βράδυ μου φάνηκε περίεργη η συμπεριφορά τους και την επόμενη μέρα το είπα στην Ελένη που οι μεγάλοι την φωνάζουν παιδί χωρισμένων γονιών. Εκείνη μου είπε πως κάπως έτσι ξεκίνησαν οι δικοί της και τώρα πια μένουν σε διαφορετικά σπίτια. Τσαντίστηκα τόσο πολύ με όλα αυτά και δεν της ξανά μίλησα όλη την υπόλοιπη μέρα.
Μόλις όμως γύρισα στο σπίτι, το σκέφτηκα πάρα πολύ και είδα ότι οι γονείς μου πραγματικά είχαν κάπως αλλάξει στο τρόπο που φέρονται.
Ο μπαμπάς αργεί να γυρίσει από τη δουλειά και λείπει συχνά τα βράδια από το σπίτι. Η μαμά τον παίρνει κρυφά τηλέφωνο από το μπάνιο για να δει πότε θα έρθει και μόλις καταλάβει ότι σηκώνομαι από το κρεβάτι πατάει συνεχώς το καζανάκι για να μην ακούω τι λένε.
Το πρωί πριν φύγουν για τη δουλειά, έχουν σταματήσει εδώ και λίγο καιρό να φιλιούνται για καλημέρα, τα βράδια δεν βλέπουν μαζί ταινίες ενώ δεν κοιμάμαι πια στη γιαγιά για να μπορούν να βγουν έξω για φαγητό.
Τρώμε σπάνια στο ίδιο τραπέζι και όταν γίνεται αυτό δεν μιλάνε όπως παλιά. Συνήθως πια συζητάνε μόνο για εμένα, ποιος θα με γυρίσει αύριο από το σχολείο και τι βαθμούς πήρα στα μαθήματα.
Μια μέρα που είχα πάει να παίξω με το Γιώργο στο απέναντι σπίτι, όταν γύρισα τους πέτυχα να μαλώνουν και να φωνάζουν δυνατά, σταμάτησαν όμως απότομα μόλις με είδαν στην πόρτα και άλλαξαν δωμάτια.
Μια άλλη φορά είδα την μαμά να κλαίει και να προσπαθεί να βγάλει το δαχτυλίδι του γάμου με σαπούνι ενώ πέταξε με δύναμη σε ένα συρτάρι τη φωτογραφία από τότε που παντρεύτηκαν, που είχαμε πάνω σε ένα τραπέζι στο χολ.
Οι φιλές της έρχονται συχνά πια στο σπίτι και μιλάνε ψιθυριστά για το ότι πρέπει να το σκεφτεί σοβαρά, πως είναι ακόμα νέα και δεν είναι αργά να ξανά φτιάξει τη ζωή της. Μόλις όμως με ακούνε να έρχομαι αλλάζουν συζήτηση και αρχίζουν να μιλάνε για τον καιρό και το φαγητό.
Διάβασα κάπου στο ίντερνετ ότι τα παιδιά που χωρίζουν οι γονείς τους μένουν μόνο με τον έναν από αυτούς και τον άλλον τον βλέπουν μόνο τις γιορτές ή τα σαββατοκύριακα. Εγώ όμως τους αγαπάω πολύ και δεν θέλω να διαλέξω με ποιον από τους δύο να είμαι και να τους πληγώσω, ούτε να χρειαστεί να πάμε στο δικαστήριο όπως έγινε με τους γονείς της Ελένης.
Εχθές το απόγευμα όμως άκουσα την θεία μου τη Μαρία να λέει πως ο μόνος λόγος που μένουν ακόμα μαζί, είμαι εγώ. Στην αρχή ένιωσα άσχημα μετά όμως μου ήρθε μια ιδέα για να μη χωρίσουν ποτέ.
Κάθε βράδυ θα τρέχω στην κρεβατοκάμαρα και θα λέω πως είδα κακό όνειρο, έτσι η μαμά θα φωνάζει συνεχεία τον μπαμπά από το σαλόνι για να κοιμάται μαζί μας και θα μείνουμε για πάντα οικογένεια.»