Η ώρα έχει σημάνει δώδεκα μετά μεσημβρίας και το στομάχι σου έχει ήδη αρχίσει να κάνει τόσο θόρυβο, που αν είσαι μόνος σου εκείνη την ώρα στο σπίτι, έχεις βουτήξει την κουτάλα για τις σούπες και κάνεις περίπολο σε όλα τα δωμάτια.
Γιατί μπορεί το γνωστό παραμύθι της Σταχτοπούτας να έχει συνδέσει την συγκεκριμένη χρονική στιγμή με ιστορίες για το χαμένο γοβάκι, κακές μητριές και την άμαξα που ξαναγίνεται κολοκύθα, το δικό σου μυαλό όμως μέχρι να φτάσει σε αυτό το σημείο της πρότασης έχει ήδη σκεφτεί δύο τρεις καλές συνταγές για να την κάνει αλμυρή ή γλυκιά κολοκυθόπιτα.
Αν πάλι έχεις εκείνα τα γνωστά και άκρως εκνευριστικά ρολόγια με τον κούκο που γκαρίζει σε κάθε αλλαγή της ώρας, σου προτείνω να τον κάνεις κοκκινιστό, να ηρεμήσουν από τις φωνές του και όσοι σε επισκέπτονται και ανέχονται αυτό το μαρτύριο.
Οι λεγόμενες βραδινές λιγούρες, ειδικά για όσους ξενυχτάνε, είναι κάτι σαν δεύτερη φύση τους. Οι διαδρομές από και προς την κουζίνα, συνηθισμένες και τακτικές σε τέτοιο βαθμό, που ο ίδιος κούκος, που λέγαμε, φαντάζει ασυνεπής μπροστά τους (κι έτσι έχουν έναν επιπλέον λόγο να τον μαγειρέψουν).
Λίγο η βαρεμάρα που σε πιάνει μπροστά στην τηλεόραση, λίγο η ταινία που κατέβασες στον υπολογιστή, που όσο να πεις δεν βλέπεται ξεροσφύρι, λίγο ότι περιμένεις τηλέφωνο που δεν χτυπάει το ρημάδι, όπως λέει και το γνωστό άσμα, δεν θέλει και πολύ να γίνει το κακό.
Με αργά αλλά σταθερά βήματα κατευθύνεσαι στην κουζίνα. Επόμενος στόχος σου το ψυγείο, το ενσωματωμένο φωτάκι του βοηθάει μην χρειαστεί να ανάψεις τα υπόλοιπα φώτα. Κάθεσαι μπροστά στην πόρτα και θέτεις στον εαυτό σου το γνωστό και πολύ αγαπημένο διατροφικό ερώτημα: γλυκό ή αλμυρό;
Με το που κάνεις την ανάλογη σύσκεψη με τα όργανα που απαρτίζουν το γαστρεντερικό σου σύστημα και καταλήξεις στην άλφα ή τη βήτα επιλογή, ξεκινάς να σκανάρεις τα ράφια.
Όπως είπαμε, είναι ήδη βράδυ για αυτό βαριέσαι του θανατά να αρχίσεις το μαγείρεμα – άσε που έχεις ήδη πλύνει πιάτα και κατσαρόλες και τα έχεις αφήσει στο νεροχύτη να στραγγίζουν. Έτσι, ψάχνεις κάτι που να φτιάχνεται εύκολα, γρήγορα και δεν θα σου κάτσει βαρύ και χρειαστεί να ξημερώσει μέχρι να το χωνέψεις.
Η εξυπνότερη λύση είναι να έχεις ήδη προμηθευτεί μικρά σνακ για να ξεγελάσεις την πείνα σου ή φρούτα και λαχανικά. Μην ξεχνιόμαστε κιόλας, καλοκαίρι πλησιάζει, και όσο να ‘ναι το βραδινό φαγητό προσθέτει θερμίδες αβέρτα.
Το πρόβλημα ξεκινάει όταν η διαδικασία που περιγράφω γίνεται τη μέρα πριν από τα καθιερωμένα ψώνια σε λαϊκή και σουπερμάρκετ και βάσει του νόμου του Μέρφι, δυστυχώς εκείνη ακριβώς τη μέρα θα βρεθείς να πεινάσεις σαν λύκος.
Έτσι, θα βρεθείς να κοιτάζεις το εύρος επιλογών σου: ένα λεμόνι, δύο πιπεριές κι ένα μπουκάλι νερό. Μην αρχίσεις το ψάξιμο σε σελίδες μαγειρικής στο διαδίκτυο, μόνο με αυτά τα τρία δεν μπορείς να φτιάξεις τίποτα φαγώσιμο, πίστεψέ με.
Αυτή είναι και η στιγμή που εμφανίζεται ως από μηχανής θεός το αγαπημένο ντελίβερι.
Ψάξε από πριν και κάνε την έρευνά σου στα διάφορα 24ωρα φαγάδικα που κυκλοφορούν online. Τα συνοικιακά μαγαζιά το πιο πιθανό είναι να κλείνουν πριν τα μεσάνυχτα. Ναι, όλοι την έχουμε πατήσει έτσι και έχουμε πάει μέχρι εκεί με τις παντόφλες και έχουμε μείνει τελικά νηστικοί, βρίζοντας θεούς δαίμονες.
Και για όλους αυτούς τους εξυπνάκηδες που θα έρθουν και θα σου πουν ότι το σωστό είναι να τρώμε βραδινό μέχρι τις έξι το απόγευμα, πες τους ότι τυπικά μετά τις δώδεκα ξεκινάει η επόμενη μέρα.
Έτσι, ό,τι και να φας από εκείνη τη στιγμή και ύστερα πιάνεται για πρωινό σου.