Τα ραντεβού αποτελούν μια από τις πιο ενδιαφέρουσες στιγμές στις ζωές των ανθρώπων. Άλλα είναι πετυχημένα, κι άλλα όχι και τόσο. Όπως και να ‘χει, είναι το πρώτο βήμα για να ψηλαφίσεις το μυαλό του άλλου και να δεις αν ταιριάζουν τα χνώτα σας.
Και παρότι το κάθε ένα είναι εξ ορισμού διαφορετικό από το άλλο, τα ραντεβού της μετεφηβικής περιόδου διαφέρουν παρασάγγας από εκείνα των πρώτων «άντα».
Στα είκοσι θα πας ένα σινεμά ή σε κάποιο τσιπουράδικο, ενώ στο τέλος παίζει να αράξεις και σε καμιά πλατεία. Όχι πως όλα αυτά δε θα τα κάνεις και στα τριάντα, απλά το πιθανότερο είναι να πας για ένα ποτό ή για φαγητό κάπου καλύτερα. Όχι γιατί έτσι επιτάσσει κάποιος άγραφος νόμος, αλλά επειδή θες να δείξεις στον εαυτό σου, όπως και στον απέναντί σου, πως έχεις εξελιχθεί την τελευταία δεκαετία.
Κάλλιστα μπορεί να υπάρχει και η επιλογή για δείπνο στο σπίτι του ενός ή του άλλου, κάτι που δύσκολα γίνεται όταν απέχεις μόλις λίγα χρόνια από την ενηλικίωση. Στα είκοσι οι πιθανότητες να μένεις ακόμη με τους γονείς σου είναι υπερβολικά υψηλές, ενώ οι μαγειρικές σου ικανότητες ενδεχομένως να περιορίζονται στο τρίπτυχο: αυγά-μακαρόνια-τοστ.
Επιπρόσθετα, έχοντας θεωρητικά πάντα, ωριμάσει δε θα τάξεις τον ουρανό με τα άστρα στον άλλον, γιατί πολύ απλά η πραγματικότητα έχει ήδη απλώσει απρόσμενα τα πλοκάμια της κι έχει φροντίσει να βρεις τα βήματά σου. Όλα τα παραπάνω έρχονται σε αντίθεση με τις άναρχες κινήσεις που έκανες ενόσω ήσουν το νεούδι που έβραζε το αίμα του, και είχε στο μυαλό του πως για να ρίξει έναν άνθρωπο χρειάζονται πυροτεχνήματα.
Παλαιότερα, αυτό που σε ένοιαζε ήταν να εντυπωσιάσεις τον άλλον. Πλέον, αν ψάχνεις κάτι πιο ουσιαστικό κι όχι κάτι γενικό κι αόριστο, θα βγάλεις κάτι πιο απλό στη φόρα και πιο εναρμονισμένο γενικά. Διότι στα είκοσι δε σκέφτεσαι μακροπρόθεσμα ούτως ή άλλως και ζεις ενίοτε σε μια παράλληλη, λιγότερη ρεαλιστική διάσταση, ενώ στα τριάντα έχεις ήδη αρχίσει να μπαίνεις σε μια καθημερινότητα στην οποία θες να ενταχθεί και το πρόσωπο που γουστάρεις.
Κι εκεί ίσως βρίσκεται και η ειδοποιός διαφορά. Όντας πιο κατασταλαγμένος ως άνθρωπος (κάτι που δεν έχει να κάνει κατεξοχήν με την ηλικία, αλλά για χάρη της στατιστικής τέρψης, ας το λάβουμε ως αξίωμα), σε ενδιαφέρει να μοιραστείς τα μικροπράγματα που σε κάνουν ευτυχισμένο κι όχι να τα κρατήσεις για τον εαυτό σου. Κι αυτό οφείλεται στο ό,τι αποκτάς μια πιο ομαλή οπτική με την πάροδο του χρόνου, ασχέτως εάν είναι η σωστή ή όχι.
Άλλο το να έχεις δέκα διαφορετικές πόρτες μπροστά σου να ανοίξεις, σε ό,τι αφορά το μέλλον σου, κι άλλο να έχεις μια-δυο μονάχα. Στην πρώτη περίπτωση αλλάζεις πορεία με ευκολία, ενώ στη δεύτερη επικεντρώνεσαι και βάζεις πιο ξεκάθαρους στόχους.
Εν ολίγοις, στις μικρότερες ηλικίες, ένα σύνολο εξόδων μπορεί να έχει ως σκοπό το σεξάκι ή τη δημιουργία μιας σχέσης δίχως χρονικό προσδιορισμό, διότι δεν υπάρχει ουσιαστικός λόγος για κάτι τέτοιο. Στις μεγαλύτερες όμως, πέρα από κάτι το εφήμερο (αυτό δεν αλλάζει), το μυαλό ατενίζει, έστω κι έμμεσα ένα ενδεχόμενο κοινό μέλλον με όλα τα παρελκόμενα.
Και ναι, ίσως στα είκοσο τα πάντα είναι πιο ρόδινα και φαινομενικά δίχως σκοτούρες, αλλά στα τριάντα, μπορείς να κοιτάς πιο εύκολα στα μάτια τον άλλον, έχοντας αγκαλιάσει λάθη, επιλογές κι εμπειρίες. Κι αυτό δίνει εναύσματα για εξαιρετικές και πιο ουσιαστικές συναισθηματικές περιπέτειες.