Η λέξη τραύμα, κυριολεκτικά συνώνυμο της λέξης πληγή, είναι ίσως ο πιο διαδεδομένος τρόπος για να περιγράψει κάνεις τον πόνο και την απελπισία. Η τουρκική εισβολή του 1974 στην Κύπρο, καθώς και τα γεγονότα που ακολούθησαν αυτήν, αναφέρονται συχνά ως η τραγωδία στη σύγχρονη κυπριακή ιστορία, γνωστή κι ως «μαύρη περίοδος». Για όσους, τα ακούσαμε, τα ζήσαμε ή τα είδαμε στα μάτια των συγγενών μας, η εισβολή καθώς κι όσα έγιναν έπειτα, ήταν ιδιαίτερα καταστροφικά, όπως μπορεί κάνεις να αντιληφθεί. Όπως και για όλη την ελληνοκυπριακή κοινότητα. 40% του πληθυσμού χρειάστηκε να τραπεί σε φυγή, αφήνοντας τις περιουσίες τους εκτεθειμένες, παίρνοντας μαζί τους μόνο φόβο. 6.000 νεκροί, 250.000 πρόσφυγες, 1.508 αγνοούμενοι κι ένα τεράστιο τραύμα που παραμένει ακόμα ανοιχτό.
Η ασπρόμαυρη φωτογραφία με πέντε νεαρούς στρατιώτες, γονατιστούς στη μέση ενός χωραφιού, με τα χέρια πίσω από το κεφάλι, καλυμμένοι με χώμα και πρόσωπα τρομοκρατημένα, είναι από τις πιο διαδεδομένες εικόνες της εισβολής του 1974. Μια φωτογραφία με την οποία έχουν μεγαλώσει χιλιάδες Κυπριόπουλα, στερεωμένη σε μια αίθουσα δημοτικού σχολείου. Σύμφωνα με τον ανθρωπολόγο Paul Sant Cassia, αυτή η εικόνα είναι μια από τις «πιο βαθιά οδυνηρές φωτογραφίες» που προέρχονται από την τουρκική εισβολή. Κι αυτό που αποτυπώνει είναι η πραγματικότητα χιλιάδων ανθρώπων που είχαν αιχμαλωτιστεί, εκτελεστεί, και κρατηθεί σε τουρκικές φυλακές.
Από την άλλη, τα διαπεραστικά βλέμματα από εικόνες γυναικών ακόμη και παιδιών, με μια φωτογραφία των δικών τους που αγνοούνται στο χέρι, να περιμένουν με τις ώρες έξω από τα οδοφράγματα μήπως και φανούν, τεκμηριώνουν τη φρίκη κάθε πολέμου, καθώς και την ανοιχτή πληγή για όσους η μοίρα τους ακόμη παραμένει άγνωστη, 50 χρονιά μετά, με την οικογένειά τους να τρέφει ως και σήμερα μια μικρή ελπίδα να βρεθούν. Όπως και για εκατοντάδες αγνοούμενους που χάθηκαν και ποτέ δε βρέθηκε ούτε ένα ίχνος τους.
Το 1995, σε μια προσπάθεια να αναγνωριστούν έστω κάποιοι, επιτράπηκε η ανασκαφή και η δειγματοληψία DNA προκειμένου να εντοπιστούν τα λείψανα που βρέθηκαν σε ομαδικούς τάφους. Και κάπως έτσι, το 2009 η Επιτροπή Αγνοουμένων, η οποία επιχορηγείται από τον ΟΗΕ, αποκάλυψε την πραγματική μοίρα των πέντε Ελληνοκυπρίων στρατιωτών που απεικονίζονται στη φωτογραφία. Οι πέντε άντρες, εκτελέστηκαν λίγα λεπτά μετά από τη λήψη της και τα λείψανά τους βρέθηκαν σε ένα πηγάδι στο χωριό Τζάιος. Εντούτοις, παρ’ όλο που ο τουρκικός στρατός γνώριζε τη μοίρα τους, για 35 ολόκληρα χρονιά οι οικογένειες των στρατιωτών παρέμειναν στο σκοτάδι, τρέφοντας ακόμη ελπίδες ότι ίσως κάπου ζουν, γεγονός που καθιστούσε τις οικογένειες άλλο ένα από τα θύματα της τουρκικής προπαγάνδας του 1974.
Πιθανότατα, λοιπόν, και η δική μου οικογένεια να είναι ένα άλλο θύμα αυτής της προπαγάνδας. Προέρχομαι από πρόσφυγες με προπάππου αγνοούμενο, με τη μοίρα του να παραμένει άγνωστη μισό αιώνα μετά. Αν κι οι δικοί μου είχαν αποφασίσει να εγκαταλείψουν το χωριό για να προστατευτούν, ο ίδιος αρνήθηκε, στην προσπάθειά του να μην αφήσει εκτεθειμένη την περιουσία του και πιστεύοντας ότι δε θα κρατήσει για πολύ αυτή η «αναταραχή». Ανά καιρούς είχαν ακουστεί διάφορα: ότι πιάστηκε αιχμάλωτος στην Τουρκία μετά την εισβολή, άλλες ότι σκοτώθηκε από τους Τούρκους, παρ’ όλα αυτά τίποτα δεν έχει επιβεβαιωθεί μέχρι τώρα, κάτι που προκάλεσε ένα σχεδόν ισόβιο τραύμα στη γιαγιά μου. Για περισσότερα από 20 χρόνια λοιπόν, δεν είχε την ψυχική δύναμη να ανοίξει την εξώπορτα, με το που χτύπαγε το κουδούνι, με τη σκέψη και μόνο ότι μπορεί να εμφανιστεί ο ίδιος, ή κάποιος που θα έφερνε νέα σχετικά με τη μοίρα του.
Η ελληνοκυπριακή κοινότητα που χρειάστηκε να διαφύγει το 1974, καταδικάστηκε νομικά σε οριστική εξορία, με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Δικαιωματικά, λοιπόν, το ζήτημα των αγνοουμένων παραμένει άλλο ένα τεράστιο ζήτημα στην Κύπρο, που πολιτικοποιείται έντονα. Εντούτοις, όπως φαίνεται, είναι πραγματικά κρίσιμο για την ψυχική σταθερότητα όσων συνεχίζουμε, να επουλωθεί αυτή είναι ανοιχτή πληγή που θα γαληνέψει το είναι, κάθε οικογένειας αγνοούμενων. Ένα ζήτημα που συμπληρώνει φέτος μισό αιώνα, χωρίς κανένα φως στην άκρη του τούνελ, οπού ο χρόνος δρα αντίθετα, αντί να επουλώνει την πληγή, μιας κι αυτή δεν είναι σαν τις άλλες.
ΥΓ: Αφιερωμένο σε όλες τις οικογένειες που παλεύουν ακόμη να ξεπεράσουν τα τραύματα της εισβολής, μετρώντας τις απώλειές τους μία προς μία.
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου