Θεωρητικά το να βάζει κανείς στόχους, και να δουλεύει για να τους υλοποιήσει είναι μια πολύ καλή τακτική, για μια επιτυχημένη πορεία, τόσο στον εργασιακό κλάδο όσο και σε προσωπικό επίπεδο. Όλοι μας ανά καιρούς έχουμε κάνει την αυτοκριτική μας, έχουμε αναλύσει τα θέλω μας και τα έχουμε βάλει σε σειρά προτεραιότητας, θέτοντας του ανάλογους στόχους. Προσωπικά, όποιος με γνωρίζει, γνωρίζει και το πείσμα που με διακατέχει κι η αλήθεια είναι ότι αν μου μπει κάτι στο μυαλό, δε βγαίνει μέχρι να το κατακτήσω -και ξέρω ότι πολλοί από εμάς είμαστε έτσι. Και καλά όλα αυτά, αλλά υπάρχουν και στιγμές που αυτό μπορεί να γυρίσει μπούμερανγκ όπως λένε, κι αντί να γίνει πραγματικότητα η φράση «Ο επιμένων νικά», να βγούμε εκτός ορίων.
Μιας και ξερό κεφάλι και πεισματάρα από μικρή λοιπόν, έχω ένα κακό συνήθειο -και πολλοί μπορεί να ταυτιστείτε-, δεν αντέχω να με υποτιμούν ή να αμφισβητήσουν τι μπορώ να κάνω, μιας και μόνο εγώ γνωρίζω τις πραγματικές μου ικανότητες αλλά και τα όριά μου. Θεωρώ ότι όλοι μέσα μας κρύβουμε ένα πεισματάρικο εαυτό, που θα φανερωθεί όταν κρίνει εκείνος πως είναι αναγκαίο. Η αλήθεια όμως είναι ότι συχνά με το που αισθανθούμε υποτίμηση, σφίγγουμε τα δόντια και φέρνουμε τον κόσμο τούμπα για να πετύχουμε και να την μπούμε και λίγο στο μάτι εκείνου που αμφέβαλε για εμάς.
Κι εδώ προκύπτει η ερώτηση «Πού είναι το κακό σ’ αυτό;». Βλέπετε, το θέμα σ’ όλο αυτό είναι ότι πολλές φορές δοκιμάζοντας τα όριά μας, χάνουμε και τον εαυτό μας, ακόμα κι αν κερδίσουμε εν τέλει αυτό που θέλαμε. Γιατί, θεωρητικά η ικανοποίηση που θα λάβουμε θα μας γεμίσει, αλλά πρακτικά, η επιτυχία δεν μπορεί να αναπληρώσει την ξεκούραση, τη γαλήνη κι όλα όσα χρειάζεται το σώμα μας και η συναισθηματική μας υγεία για ν’ αναπτυχθεί.
Πολλές φορές άλλωστε νιώθουμε την ανάγκη ν’ αποδείξουμε κάτι και δε δουλεύουμε σκληρά για να πετύχουμε οι ίδιοι. Αγωνιζόμαστε συνεχώς για ν’ αποδείξουμε τι αξίζουμε. Παλεύουμε να ξεκαθαρίσουμε ότι, ναι αξίζουμε αυτήν την προαγωγή ή ότι μπορούμε να αντεπεξέλθουμε σε περισσότερες ευθύνες ή ότι θα καταφέρουμε ν’ αντέξουμε την πίεση και την οποία άσχημη μεταχείριση μπορεί ο εργασιακός μας κλάδος να επιφέρει. Μα η ζωή δεν είναι ένας συνεχής αγώνας δρόμου. Να παλέψεις για να μη σε κατασπαράξουν, για να έχεις μια οικονομική άνεση και να μπορείς να κάνεις τη ζωή σου, το δέχομαι. Αλλά αξίζει να θυσιάσεις την ψυχική σου ηρεμία για μια προαγωγή -πόσο μάλλον όσον αφορά στο να μπεις στο μάτι κάποιου;
Πολλές φορές, μπαίνουμε στο τριπάκι να παλέψουμε απλά για να πούμε ότι νικήσαμε το θηρίο, με ό,τι αντίκτυπο μπορεί αυτό να έχει. Νιώθουμε ξεκάθαρα ότι δεν αντέχουμε άλλο, αλλά το τίμημα που θα έχει να πούμε ότι δεν τα καταφέραμε είναι μεγαλύτερο. Και πέφτουμε στην παγίδα ν’ ανεχτούμε πράγματα και συμπεριφορές που δε θα έπρεπε. Κι όλο αυτό γιατί δεν μπορούμε να δεχτούμε ότι χάσαμε, ότι έχουμε όρια, ότι χρειαζόμαστε ξεκούραση. Συχνά αμελούμε μάλιστα ή ξεχνάμε πως η παραμέληση της ψυχολογία μας θα έχει το δικό της τίμημα. Γιατί στο τέλος, ακόμα κι αν νικήσουμε, πάλι κουρασμένοι θα νιώθουμε, πάλι άδειοι, πάλι κενοί.
Η αλήθεια είναι ότι ο επιμένων δε νικά πάντα. Γιατί έτσι είναι η ζωή και δεν υπάρχουν κανόνες. Το σίγουρο είναι ότι πάντα σε κάθε αναμέτρηση κερδίζεις κάτι και χάνεις κάτι άλλο. Ο επιμένων νικά, μόνο όταν γνωρίζει τα όρια του και τι πραγματικά αξίζει για να τα διεκδικήσει με αυτοπεποίθηση.
Επιμέλεια κειμένου: Ζηνοβία Τσαρτσίδου