Απώλειες. Μόνο 6 γράμματα, που κρύβουν πίσω τους χιλιάδες συναισθήματα και πρόσωπα, που μετράμε σε αυτό το ταξίδι που εμείς ονομάσαμε ζωή. Η λέξη απώλεια, συχνά ανακαλεί μια χαρμολύπη, σαν κάτι ρετρό, γνώριμες στιγμές ευτυχίας, που κάποτε ευχηθήκαμε να πάγωνε ο χρόνος και να κρατούσαν για πάντα. Πιθανόν να μας θυμίζουν κι ένα κομμάτι του εαυτού μας, όλα όσα κάποτε υπήρξαμε ή είμαστε κι αναγκάστηκα χάθηκαν στην πορεία ή εμείς θελήσαμε ν’ αφήσουμε πίσω.
Ο καθένας μας μετράει απώλειες. Άλλες προσωρινές κι άλλες δυστυχώς μόνιμες, έρχονται χωρίς να μας ρωτήσουν. Άλλες ερωτικές, άλλες φιλικές. Άλλες κατ’ επιλογήν, ίσως κι αμοιβαίες κι άλλες όχι. Παρ’ όλα αυτά μια απώλεια παραμένει πάντα ένα κομμάτι που λείπει, σαν μια ανοιχτή πληγή στο στήθος. Η ερώτηση είναι, αν αναλογιστούμε πόσο κοστίζει μια απώλεια, τότε μπορούμε να βρούμε έναν τρόπο να συμβιβαζόμαστε με ό,τι μας στερεί, κι αν ναι, πότε;
Αναμφισβήτητα ο θάνατος ή ο χαμός ενός αγαπημένου προσώπου συγκαταλέγεται στις πιο επώδυνες απώλειες. Όπως, το ίδιο αναμφισβήτητα, η ζωή κάνει κύκλους και δε μας ρωτάει, όσο κι αν πονάμε με το κλείσιμο αυτών. Η σκέψη και μόνο ότι δε θα συνυπάρξουμε ποτέ ξανά με ένα άτομο είναι από μονή της τρομακτική, λες και μας έχουν πετάξει σε ωκεανό σ’ ένα βαρκάκι με κουπί. Κι όταν συμβεί, γιατί θα συμβεί, παίρνεις τον χρόνο σου να αναλογιστείς τι ακριβώς βιώνεις, τι έγινε τώρα, πώς αναπνέουμε; Κατόπιν αναγκάζεσαι να συμφιλιωθείς με τα γεγονότα και να μαζέψεις τα κομμάτια σου, γιατί αυτός ο αποχωρισμός είναι μη αναστρέψιμος κι άρα καλείσαι να φτιάξεις τη ζωή σου αφαιρώντας αυτή τη συνιστώσα. Παρ’ όλα αυτά με την πάροδο του χρόνου συμβιβάζεσαι και προχωράς, με τη σκέψη πως “οι άνθρωποι πεθαίνουν μόνο όταν τους ξεχάσουμε”.
Έπειτα, είναι κι οι άλλες απώλειες, οι αποχαιρετισμοί σε αεροδρόμια, λιμάνια και σταθμούς, εκείνες που δεν ξέρεις αν και πότε θα υπάρξει επιστροφή. Είναι μια κατηγορία πόνου από μόνες τους, γιατί συγκαταλέγονται στην προσωρινή απώλεια, μα αορίστου χρόνου. Θεωρητικά, λοιπόν, μια προσωρινή απώλεια δεν κοστίζει πολύ. Αλλά οποίος έχει ζήσει στο εξωτερικό, μπορεί ν’ αντιληφθεί στο πετσί του το κόστος της. Η τελευταία αγκαλιά στη μαμά, τον μπαμπά, τ’ αδέρφια μας, που συνοδεύεται πάντα με ένα “καλό ταξίδι θα τα πούμε σύντομα”, που σηματοδοτεί την αντίστροφη μέτρηση μέχρι να ξανασυναντηθούμε. Κοστολογώντας τη μεγάλη άξια που θα έχει το επόμενο οικογενειακό δείπνο, ή το “πέρνα από δω, έχω φτιάξει καφέ να τα πούμε”. Εντούτοις, η συγκεκριμένη απώλεια μπορεί να αποδειχθεί κερδοφόρα, γιατί θέλοντας και μη, αυτός ο αποχωρισμός και η προσωρινή απώλειά μας, επιβάλει εν μέρη τον απογαλακτισμό μας.
Υπάρχουν, βέβαια κι οι απώλειες που εμείς επιλέξαμε. Άτομα τα οποία αφήσαμε πίσω μας συνειδητά. Είτε γιατί δεν είχαν πλέον μια θέση στη ζωή μας, ή γιατί δεν μπόρεσαν να μας προσφέρουν όσα μας αξίζουν, ή πολύ απλά δε μας εκφράζουν πια. Ταυτόχρονα όμως, υπάρχουν και τα άτομα τα οποία αποδείχτηκαν με τον καιρό αντάξια για να χωρέσουν στη ζωή μας που όμως χάσαμε ή διώξαμε και συχνά αναπολούμε. Ίσως τα αισθήματα να ήταν αμοιβαία κι όσο κι αν θέλαμε να τους κρατήσουμε κοντά μας, οι συνθήκες δε μας το έκαναν εύκολο. Ο αποχωρισμός μας εδώ, μπορείς ίσως ν πεις πως ήταν εν μέρει ωφέλιμος, μιας κι απελευθερώνει. Είναι εκείνες οι απώλειες που ήταν αναγκαίο να γίνουν, που όσο κι αν δεν το θέλαμε, σφίξαμε τα δόντια και βάλαμε ένα τέλος, γιατί το πράγμα δεν πήγαινε άλλο, μέχρι εκεί ήταν. Μας κόστισαν και μας πόνεσαν κι ίσως να πονάνε ακόμη, αλλά ήταν απαραίτητες για να συνεχίσουμε.
Σαφέστατα, η κάθε απώλεια που έχουμε μετρήσει, καλή ή κακή, θα κουβαλάει ένα κομμάτι μας που ίσως να μας έχει στιγματίσει σμιλεύοντας σιγά-σιγά τη μορφή που πήραμε σήμερα. Είναι ένα κομμάτι μας, που κάποιες φορές παραμένει μια ανοιχτή πληγή. Η ζωή, όμως, προχωράει μπρος ακομα κι έτσι κι εμείς πρέπει ν’ ακολουθήσουμε!
Επιμέλεια κειμένου: Γιοβάννα Κοντονικολάου